Του Γιώργου Χαρβαλιά
Ο Κυριάκος, σύμφωνα με τον δημοφιλή αστικό μύθο, είναι ο πιο άτυχος πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης. Και τι δεν έπαθε ο καημένος στη διάρκεια της θητείας του: σεισμοί, λιμοί, καταποντισμοί, επιδημίες, χιονοθύελλες και πυρκαγιές. Μέχρι και το ηφαίστειο της Σαντορίνης παραλίγο να του σκάσει στο κεφάλι…
Μόνο που τα πράγματα δεν είναι έτσι. Ο Κυριάκος, αυτός ο χιλιοτραγουδισμένος Μωυσής των τρολ, είναι μακράν ο πιο τυχερός πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης. Αντιμετώπισε τις κρίσεις με ένα ρεσιτάλ κακοδιαχείρισης, κατέγραψε τις αθλιότερες επιδόσεις «επί του πεδίου» και πέταξε δισεκατομμύρια από τα χρήματα του Έλληνα φορολογουμένου στον αέρα. Πλην όμως κατάφερε, χάρη στον ασφυκτικό έλεγχο των μέσων ενημέρωσης και των θεσμών εποπτείας, όπως οι ανεξάρτητες επιτροπές και τα ανώτατα κλιμάκια της Δικαιοσύνης, να βγει και κερδισμένος.
Το πελατειακό κράτος Μητσοτάκη χρησιμοποίησε κατ’ ουσίαν τις κρίσεις για να γιγαντώσει την εικόνα του «υπεύθυνου εθνικού κυβερνήτη» και να κρύψει την ανεπάρκεια, τη σαπίλα, τη διαφθορά, αλλά και τη διαστροφή στην αυλή του. Η κυβέρνηση έφτασε να λειτουργεί με όρους μαφίας, αναπτύσσοντας σχέσεις με τον υπόκοσμο και παρακολουθώντας με «κοριούς» τα τηλέφωνα όχι μόνο των πολιτικών της αντιπάλων, αλλά και όσων δικών της υποπτευόταν ότι «κάνουν ταμείο» χωρίς να ενημερώνουν τα… κεντρικά. Την ίδια ώρα, η Ελλάδα απαξιώνεται καθημερινά στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, έχοντας μεταλλαχθεί σε ένα ανυπόληπτο παρακολούθημα του βασικού εχθρού της, της Τουρκίας.
Υπό αυτή την έννοια, λοιπόν, το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης μέχρι σήμερα δεν έχει εκπαραθυρωθεί από το αξίωμά του και δεν έχει στηθεί μπροστά σε ένα ειδικό δικαστήριο πρέπει να θεωρείται μεγάλη εύνοια της τύχης. Η μοναδική ατυχία του ανδρός οφείλεται σε ένα δικό του μεγάλο ελάττωμα, απόρροια της αλαζονείας όλων όσοι υποφέρουν από πριγκιπικό σύνδρομο. Ο Κυριάκος υποτιμά τους ανθρώπους. Υποτιμά τον απλό κόσμο. Τον μέσο Έλληνα, που δεν έχει σπουδάσει στο Χάρβαρντ και δεν έχει τα μέσα να τρέξει στο εξωτερικό για οποιοδήποτε «οικογενειακό πρόβλημα υγείας».
Με αυτήν ακριβώς τη νοοτροπία νεοπλουτίστικου ελιτισμού που διέπει τη δική του οικογένεια, ο κύριος Μητσοτάκης υποτίμησε τους συγγενείς των θυμάτων στο μεγάλο κυβερνητικό έγκλημα των Τεμπών. Υποτίμησε το μέγεθος της ανθρώπινης θέλησης, της ψυχικής δύναμης χαροκαμένων μανάδων και πατεράδων, αλλά και του πείσματος να νικήσεις έναν αόρατο εχθρό που εμποδίζει την ψυχή του νεκρού παιδιού σου να βρει τη δικαίωση και να αναπαυθεί. Ποτέ του δεν φαντάστηκε ότι θα μπορούσαν αυτοί οι μέσοι Έλληνες, οι «ταπεινοί και καταφρονεμένοι», να τα βάλουν με… κοτζάμ κράτος, που διοικεί μάλιστα ο ίδιος.
Από την πλευρά της, ούτε η Μαρία Καρυστιανού ούτε οι άλλοι συγγενείς που δεν το έβαλαν κάτω μπορούσαν να φανταστούν πως σήμερα, δύο χρόνια μετά το ξεκίνημα του ιερού αγώνα τους, θα μπορούσαν με ένα απλό νεύμα να κατεβάσουν ένα εκατομμύριο κόσμο στο Σύνταγμα.
Όμως, αυτή είναι η δύναμη της κοινωνίας απέναντι στις κυβερνήσεις και στους μηχανισμούς της. Όταν βρεθούν οι πρωτοπόροι, συσπειρώνεται και αντεπιτίθεται μαζικά, σαρώνοντας στο διάβα της τα ξύλινα τείχη της διεφθαρμένης εξουσίας.
Η σημερινή μεγαλειώδης συγκέντρωση γίνεται στη μνήμη 57 ανθρώπων που χάθηκαν άδικα, με ευθύνη πολιτικών προσώπων που διέταξαν και το «κουκούλωμα» του εγκλήματος για να μην έρθουν ποτέ στο φως οι ακριβείς συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτό τελέστηκε. Δίνει, όμως, και ευκαιρία στον απλό κόσμο να φωνάξει «ως εδώ».
Σε τέτοιες περιστάσεις δεν θα περίμενε κανείς από την αντιπολίτευση, ειδικά την κεντροαριστερή, να μην αρπάξει την ευκαιρία. Ασφαλώς και υπάρχει προσπάθεια κομματικής εκμετάλλευσης. Αλλά αυτό είναι παντελώς αδιάφορο, όπως είπε και ο Νίκος Πλακιάς, στον βαθμό που εξυπηρετείται ο κεντρικός στόχος. Εδώ ισχύει ότι «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Και ο σκοπός είναι να πιεστούν η κυβέρνηση και οι θεσμοί της Δικαιοσύνης για να αποφευχθεί η συγκάλυψη.
Αν με ρωτάτε προσωπικά, θα σας έλεγα ότι μέχρι στιγμής η πανέξυπνη Μαρία Καρυστιανού έχει εκμεταλλευθεί πολιτικούς (με τους οποίους υποψιάζομαι ότι δεν έχει καμία ιδεολογική συγγένεια) και όχι το αντίστροφο. Στράτευσε τα πολιτικά αρπακτικά στον δικό της δίκαιο αγώνα, αλλά κράτησε αποστάσεις. Σήμερα, αυτή είναι η αδιαμφισβήτητη αρχηγός. Κανείς δεν κατάφερε να την «καπελώσει».
Υπό αυτή την έννοια, η κοινωνία οφείλει ένα μεγάλο «ευχαριστώ» σε αυτή την υπέροχη γυναίκα, που στάθηκε βράχος ακλόνητος στη μάχη με τα θηρία μαζί με τους άλλους γονείς και συγγενείς. Έδειξε σε εμάς, τους υπόλοιπους, τον δρόμο: ότι οι μέσοι Έλληνες, αυτοί οι «ταπεινοί και καταφρονεμένοι», τους οποίους ο κύριος Μητσοτάκης λοιδορεί και υποτιμά, μπορούν να πολεμήσουν για το δίκιο τους, ακόμη κι όταν απέναντί τους συνωμοτεί ένα ολόκληρο παρακρατικό σύμπαν. Ραντεβού, λοιπόν, στο Σύνταγμα!
ΟΤΙ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ Ο ΓΡΑΙΚΥΛΟΣ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΘΑ ΒΓΕΙ ΣΤΟ ΦΩΣ ΟΣΟ ΚΑΙ ΠΙΑΣΜΕΝΗ ΝΑ ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΠΑΓΑΛΟΤΡΟΛ ΠΕΡΙΞ ΤΟΥ ΓΡΑΙΚΥΛΟΥ