Αν και σε θέματα συμπεριφοράς κι εντυπωσιασμού οι διαφορές των δύο υποψηφίων είναι εύκολα διακριτές, δεν συμβαίνει το ίδιο και στα ζητήματα ουσίας
Του Βασίλη Γαλούπη
Ο μιντιακός πόλεμος προπαγάνδας στις ΗΠΑ για τις αμερικανικές εκλογές κάνει το αντίστοιχο ελληνικό παιχνίδι επικοινωνίας να μοιάζει με σχολική θεατρική παράσταση. Τα «τέρατα», χολιγουντιανής μυθοπλασίας, που ακούγονται από τους δύο υποψηφίους και γράφονται από τα εκατέρωθεν ΜΜΕ σπάνε κάθε φράγμα λογικοφάνειας. Ο Τραμπ κατηγορείται ως «φασίστας» και η Χάρις ως «κομμουνίστρια». Ο ένας υποψήφιος καθυβρίζει τους ψηφοφόρους του άλλου ευθέως.
Τα συστημικά μίντια της Ευρώπης, και της Ελλάδας ασφαλώς, έχουν διαλέξει πλευρά, δημιουργώντας μια εικόνα Νοστράδαμου για τον Τραμπ. Το ίδιο είχε συμβεί και το 2016, αλλά τότε δεν είχε προϋπάρξει ο Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Σήμερα γνωρίζουμε ότι το 2016-2020 η… συντέλεια, που τότε κάποιοι διακήρυτταν ως… βεβαιότητα, δεν ήρθε. Αντίθετα, οι πόλεμοι ξεκίνησαν μετά.
Οι μεγάλες «πολυεθνικές» στοιχηματικές εταιρίες, που ενδιαφέρονται μόνο να ζυγίσουν κυνικά τα δεδομένα, κατέληγαν χθες ότι η παράσταση νίκης είναι υπέρ του Τραμπ. Η Betfred δίνει στον Τραμπ 57,9% πιθανότητες νίκης και κάτω από 45% στη Χάρις. Η Bovada έχει στο 56% τον τέως πρόεδρο, όπως και η BetOnline με την Betfair.
Το δείγμα από επτά κορυφαίες στοιχηματικές βγάζει φαβορί τον Τραμπ με μέσο όρο λίγο πάνω από το 56% και τη Χάρις κοντά στο 44%. Στα τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου, η Χάρις ήταν μπροστά με σχεδόν 53%, όμως ο Τραμπ ανέκαμψε, φτάνοντας ακόμα και στο 64%, με την Κάμαλα τις τελευταίες μέρες να κλείνει κάπως την «ψαλίδα».
Αν και σε θέματα συμπεριφοράς και εύκολου εντυπωσιασμού οι διαφορές των υποψηφίων είναι εύκολα διακριτές, δεν συμβαίνει το ίδιο και στα ζητήματα ουσίας. Εκεί, οι δυο ατζέντες συγκλίνουν αρκετά, όπως μας έχει αποδείξει και το πρόσφατο παρελθόν:
1. Ο Τραμπ επί θητείας του έχτισε έστω κι ένα μικρό μέρος τελικά του «τείχους» στα σύνορα με το Μεξικό, όμως ο Μπάιντεν είναι αυτός που αποφάσισε την επέκτασή του, παρά την αρχική αντίσταση των Δημοκρατικών.
2. Ο Τραμπ ήταν αυτός που τράβηξε το χαλί στις διμερείς εμπορικές και διπλωματικές σχέσεις με την Κίνα, αλλά ο νυν πρόεδρος δεν τις ξεπάγωσε, όπως αρχικά υποσχόταν.
3. Ο Τραμπ «έσπασε» τη συμφωνία συνεργασίας με το Ιράν, υπό την κατακραυγή τότε των Δημοκρατικών, αλλά και ο Μπάιντεν, που τότε ωρυόταν, βρίσκεται σήμερα σε ακόμα πιο επικίνδυνο σημείο – ανάφλεξης πια.
Στο Μεταναστευτικό, ο Τραμπ ζήτησε το 2016 να χτιστεί το τείχος στα σύνορα με το Μεξικό. Έκτοτε έχει μετακινηθεί πιο δεξιά. Το ίδιο, όμως, αναλογικά και η Χάρις. Ναι μεν θα συνεχίσει από εκεί που σταμάτησε ο νυν πρόεδρος, ανοίγοντας νόμιμους δρόμους για τους μετανάστες, αλλά όλα δείχνουν ότι θα εξακολουθήσει κι αυτή, όπως και ο Μπάιντεν, να μειώνει τον αριθμό των αιτήσεων ασύλου και να επεκτείνει το τείχος. Σχεδόν σε όλη την ατζέντα της, η Χάρις κινείται πλέον πιο δεξιά από τον Μπάιντεν, όπως επισημαίνει ακόμα και ο «Economist». Πρόσφατα, η Χάρις παραδέχθηκε ότι είναι δύσκολο να αρθούν τα όρια του Μπάιντεν στο άσυλο.
Στο Φορολογικό, ο Τραμπ θέλει να διατηρήσει πολλές από τις περικοπές του σε ισχύ, αφού, όταν ψηφίστηκαν επί θητείας του, είχαν διάρκεια μέχρι το 2025. Η Χάρις, όμως, διαβεβαίωσε ότι θα παρατείνει τις φορολογικές περικοπές του Τραμπ που λήγουν για όσα άτομα κερδίζουν λιγότερα από 400.000 δολάρια ετησίως. Σε αντίθεση με τον Τραμπ, θέλει να αυξήσει τον εταιρικό φόρο στο 28%.
Στο Ενεργειακό, ο επόμενος πρόεδρος θα κληρονομήσει τις πιο φιλόδοξες πολιτικές για το κλίμα στην αμερικανική ιστορία. Η Χάρις, όμως, φαίνεται να αγκαλιάζει εξίσου τόσο την καθαρή ενέργεια όσο και τα ορυκτά καύσιμα. Υποστηρίζει την εγχώρια παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου. Πόσο διαφέρει από τον Τραμπ, που δεσμεύεται να αντιστρέψει τις πράσινες πολιτικές;
Στο εμπόριο, ο Τραμπ, υπέρμαχος του προστατευτισμού, έχει ένα όραμα για δασμούς 20% σε όλες τις εισαγωγές στην Αμερική, στοχεύοντας περισσότερο στην Κίνα, με δασμούς έως και 60%. Η Χάρις είναι πιο ήπια, αλλά πλέον βλέπει έναν κόσμο στον οποίο η Αμερική εξυπηρετείται καλύτερα από τον ήπιο προστατευτισμό.
Στις αμυντικές δαπάνες, τόσο ο Τραμπ όσο και η Χάρις έχουν αόριστες δεσμεύσεις. Τα «γεράκια» των Ρεπουμπλικάνων και το κατεστημένο εθνικής ασφαλείας θέλουν τεράστια αύξηση. Και πολλοί Δημοκρατικοί, όμως, συμφωνούν σήμερα ότι ο Μπάιντεν δεν ήταν αρκετά επιθετικός στις αμυντικές δαπάνες.
Στη Μέση Ανατολή, η Χάρις πιθανότατα θα ακολουθήσει την αμήχανη πολιτική του Μπάιντεν: θα υποστηρίξει το δικαίωμα του Ισραήλ να αμύνεται, αλλά και θα διατηρήσει ζωντανή την ιδέα του παλαιστινιακού κράτους. Ο Τραμπ προτείνει να δοθεί λευκή κάρτα στο Ισραήλ. Αλλά κανένας από τους δύο δεν έχει δείξει την επιθυμία να χρησιμοποιήσει τις αμερικανικές δυνάμεις για να βομβαρδίσει το Ιράν.
Στο Ουκρανικό υπάρχει όντως το μεγαλύτερο χάσμα. Η Χάρις υπήρξε αντιπρόεδρος σε μια κυβέρνηση που ηγήθηκε της δυτικής προσπάθειας να βοηθήσει την Ουκρανία. Θα συνεχίσει να προμηθεύει όπλα και μετρητά, όσο το Κογκρέσο τής το επιτρέπει. Η πολιτική του Τραμπ παραμένει ασαφής. Ισχυρίζεται ότι ο πόλεμος δεν θα είχε ξεσπάσει με αυτόν στην ηγεσία ή ότι θα τον τελείωνε γρήγορα. Οι εκτιμήσεις είναι ότι θα προτρέψει την Ουκρανία να συμβιβαστεί υπό ρωσικούς όρους. Ωστόσο, μια τέτοια στάση δεν είναι βέβαιη. Ο Τραμπ μπορεί να ανησυχεί ότι μια τέτοια εύνοια στα ρωσικά τανκς θα τον έκανε να φανεί αδύναμος.
Δημοσιεύεται στη «δημοκρατία»