Ο υπ. Εξωτερικών πήγε στη Βουλή όχι για να μιλήσει για τα Ελληνοτουρκικά αλλά για να πει τον πόνο του για τη δημοκρατία και την «Εστία»!
Του Βασίλη Γαλούπη
Για τον Γιώργο Γεραπετρίτη το βασικό ζητούμενο στην προχθεσινή ενημέρωση των «γαλάζιων» βουλευτών που μετέχουν στην Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας ήταν να πει τον… πόνο του. Όχι μόνο για άλλα στελέχη και υπουργούς της Ν.Δ., στο πλαίσιο του εμφυλιοπολεμικού κλίματος το τελευταίο διάστημα στο κυβερνών κόμμα, αλλά για τη «δημοκρατία» και την «Εστία».
Αντί να δίνει εξηγήσεις στους συναδέλφους του βουλευτές για όλα όσα, τουλάχιστον περίεργα, πράττει κατ’ εντολήν Μητσοτάκη στα Ελληνοτουρκικά, ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας ήθελε να κλαψουρίσει σε μια τέτοια κρίσιμη συγκυρία, εν όψει της επίσκεψης Φιντάν, επειδή ο ίδιος θεωρεί πως έχει μπει στο «στόχαστρο» των δύο εφημερίδων.
Καλομαθημένος από τα «κατευναστικά» δημοσιεύματα και «ρεπορτάζ» της συντριπτικής πλειονότητας των ΜΜΕ, ο Γεραπετρίτης σκέφτηκε να γκρινιάξει επειδή υπάρχουν ακόμα στην Ελλάδα εφημερίδες που ασκούν δημοσιογραφική κριτική. Άλλωστε, και ο προϊστάμενός του Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει κρύψει ποτέ πόσο φοβάται τη «δημοκρατία». Αγκαζέ με το πρωτοσέλιδό μας εμφανίστηκε στην Ευρωβουλή και το κράδαινε σε πανευρωπαϊκή μετάδοση, στη Βουλή κάνει ειδικές ομιλίες, μας απαγορεύει σταθερά να του απευθύνουμε ερώτηση στις ΔΕΘ. Ό,τι μπορεί κάνει ο άνθρωπος. Επειδή έτσι αντιλαμβάνεται τα ΜΜΕ η κυβέρνηση Μητσοτάκη, γι’ αυτό έχει καταποντίσει την Ελλάδα στο Νο 108 της ελευθερίας του Τύπου.
Ο Γιώργος Γεραπετρίτης έφτασε προχθές να πει, όταν δεν συγκινήθηκαν οι βουλευτές της Ν.Δ. με τα περί στόχαστρου, και το αμίμητο πως οι δυο εφημερίδες «έχουν προσωπικά μαζί του». Κατέφυγε, δηλαδή, στην έσχατη γραμμή άμυνας, όταν κατάλαβε ότι δεν μπορεί να πείσει τους συνομιλητές του, υποδυόμενος το θύμα γενικώς κι αορίστως.
Το λάθος που κάνει ο Γεραπετρίτης είναι κεφαλαιώδες. Η «δημοκρατία» δεν «βλέπει» πρόσωπα, «βλέπει» μόνο ρόλους. Κάθε κριτική αφορά τον υπουργό Εξωτερικών, τον υπουργό Μεταφορών, τον πρωθυπουργό. Αν ο Γεραπετρίτης παρέμενε ένας καθηγητής πανεπιστημίου ή αν στον ελεύθερο χρόνο του ήταν ένας απλός και ανώνυμος συνομιλητής του Φουρθιώτη, δύσκολα θα ασχολούνταν μαζί του οποιαδήποτε εφημερίδα.
Η «δημοκρατία» ουδέποτε αλλάζει στάση στους κεντρικούς της άξονες, στις αξίες της. Δεν είχε κυκλοφορήσει όταν ο Σημίτης και ο Πάγκαλος γκρίζαραν τα Ίμια υπέρ της Τουρκίας, αλλά και τότε αν ήταν στα περίπτερα θα κρατούσε την πιο σκληρή στάση. Ήταν ξεκάθαρα και ακλόνητα αντίθετη με τη Συνθήκη των Πρεσπών, όταν ο Τσίπρας επέλεγε την πολιτική του ανυπαρξία από μια δεύτερη πρωθυπουργική θητεία.
Όπως κάθε Έλληνας πολίτης, η «δημοκρατία» δεν μπορεί να ανεχθεί κανέναν υπουργό Εξωτερικών να κάνει τεμενάδες στον οποιονδήποτε Τούρκο πρόεδρο. Δεν το έπραξε κανείς άλλος στη θέση του τους τελευταίους δύο αιώνες. Ο Γεραπετρίτης ήταν ο πρώτος.
Κανένας άλλος Έλληνας υπουργός Εξωτερικών -και ασφαλώς πρωθυπουργός- δεν έχει προωθήσει κρυφή ατζέντα στα Ελληνοτουρκικά. Ακόμα και προχθές, ο Γεραπετρίτης φοβήθηκε μέχρι και τους ίδιους τους συναδέλφους του βουλευτές και δεν τους εξήγησε το παραμικρό για την ουσία.
Στην Ελλάδα, που βαδίζει με το Δίκαιο και τη Συνθήκη της Λωζάννης, δεν μπορεί να σταθεί κανείς ως υπουργός Εξωτερικών όταν τον Οκτώβριο του 2020 δηλώνει δημοσίως πως «όταν λέμε εθνική κυριαρχία εννοούμε αυτονοήτως τα εθνικά χωρικά ύδατα, τα οποία σήμερα είναι προσδιορισμένα στα 6 ναυτικά μίλια», μιλώντας για «λεονταρισμούς» σχετικά με τα 12 μίλια.
Όπως το ίδιο θα συνέβαινε με οποιονδήποτε πρωθυπουργό έλεγε ευθαρσώς ότι η εθνική κυριαρχία «είναι μια σχετική έννοια», βάζοντας στην ίδια φράση ότι οποιαδήποτε συμφωνία «συνεπάγεται και κάποιες υποχωρήσεις».
Δυστυχώς για τον τόπο συνολικά, η επίκυψη Γεραπετρίτη στον Ερντογάν και η δήλωσή του για τα 6 μίλια καυτηριάστηκαν ελάχιστα από τα ΜΜΕ στην Ελλάδα, αλλά αποθεώθηκαν στην Τουρκία. Όμως, η «δημοκρατία» δεν είναι τουρκική εφημερίδα για να χειροκροτεί, ούτε τάσσεται υπέρ του ύποπτου «κατευνασμού». Είναι ελληνική εφημερίδα και υπέρ μιας περήφανης Ελλάδας.
Ακόμα και αν οι κόσμοι μας είναι διαφορετικοί, όλοι αναγνωρίζουν πως ο Γεραπετρίτης δεν θα ήταν ποτέ σε αυτή τη θέση με άλλον πρωθυπουργό. Μέχρι και ο αποτυχημένος πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, που τον έφερε στο προσκήνιο επί ΠΑΣΟΚ, δεν του ανέθεσε ποτέ τέτοιους κρίσιμους ρόλους, όπως από το 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, δηλαδή, τον έχει τοποθετήσει επί πέντε χρόνια σε πρώτο πλάνο στην πολιτική και δημόσια ζωή.
Αλήθεια, ο Γεραπετρίτης θεωρεί πετυχημένη την έμπνευση του «επιτελικού κράτους», του μεγαλύτερου φιάσκου, που έπειτα από τόσες συμφορές αναγκάστηκε πλέον να εγκαταλείψει και ο Μητσοτάκης από το 2023;
Ο Γεραπετρίτης, που πέρυσι την επομένη των Τεμπών ανέλαβε υπουργός Μεταφορών, τολμά και σήμερα να ισχυριστεί ότι υπήρχε τηλεδιοίκηση στον τόπο του δυστυχήματος; Θεωρεί ότι τότε είπε την αλήθεια στον ελληνικό λαό;
Ο υπουργός Εξωτερικών μπορεί να εξηγήσει με πραγματικούς όρους και όχι με σενάρια επιστημονικής φαντασίας τι συνέβη στην Κάσο; Με ποια λαϊκή εντολή γίνεται υπό τέτοιες ευνοϊκές συνθήκες για την Άγκυρα ο διάλογος με την Τουρκία; Και μπορεί να παραθέσει στους πολίτες τι ζητά από την Τουρκία η ελληνική πλευρά, αφού υποτίθεται ότι γίνεται διαπραγμάτευση; Ή μόνο οι Τούρκοι έχουν δικαίωμα να ζητούν;
Ο Μητσοτάκης αναθέτει μόνο στον Γεραπετρίτη τις δύσκολες δουλειές. Τον έστελνε στην Επιτροπή Ειδικών για να δίνει κατεύθυνση, τον τοποθέτησε υπουργό Μεταφορών μετά τα Τέμπη, τώρα τον διόρισε στο ΥΠΕΞ επειδή «πρέπει» να προχωρήσουν τα Ελληνοτουρκικά. Τόσα χρόνια στην πολιτική, ο Γεραπετρίτης γράφει, αναπόφευκτα, τις δικές του σελίδες στην Ιστορία. Οι περισσότερες, όμως, είναι ήδη μαύρες… Η πραγματική προσφορά για τον τόπο θα ήταν να επιστρέψει στο πανεπιστήμιο.
Δημοσιεύεται στη «δημοκρατία»