Της Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη*
Η μελέτη του Μάριο Ντράγκι των 400 σελίδων έχει κυρίαρχο στόχο την αναζωογόνηση της ανταγωνιστικότητας της Ε.Ε. Η διάχυτη αγωνία, που κατακλύζει το ανά χείρας πόνημα, σε πείσμα των εξειδικευμένων γνώσεων και εμπειριών του συγγραφέα του, προϊδεάζει για τις, ουσιαστικά, ανυπέρβλητες δυσκολίες του όλου εγχειρήματος. Να παρατηρηθεί εξαρχής ότι η περί ης μελέτη παρακάμπτει το κυρίαρχο πρόβλημα των ημερών μας, που σίγουρα δεν είναι η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της Ε.Ε. απέναντι στις ΗΠΑ, ενώ στη συνέχεια ασχολείται με ανεδαφικές υποθέσεις και προτάσεις, που έστω και αν τελικά υλοποιηθούν θα είναι καταστρεπτικές, κυρίως για τον ευρωπαϊκό Νότο. Και θα γονατίσουν για ακόμα μία φορά την Ελλάδα.
Ι. Το πρόβλημα δεν είναι η οικονομική υστέρηση της Ευρώπης απέναντι στις ΗΠΑ
Πράγματι, η ευρωπαϊκή οικονομία υστερεί, σε αρκετά σημεία, απέναντι στην αμερικανική, καθώς η πρώτη διανύει περίοδο στασιμότητας και ήδη κρίσης, ενώ η δεύτερη εξακολουθεί να πραγματοποιεί αναιμικούς ρυθμούς μεγέθυνσης. Ωστόσο, η επιδιωκόμενη, μέσω της έκθεσης Ντράγκι, αναζωογόνηση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας απέναντι στην αντίστοιχη των ΗΠΑ, έστω και αν ήταν εφικτή, που φαίνεται να μην είναι, δεν θα εξασφάλιζε την επιδιωκόμενη λύση. Διότι το πρόβλημα δεν είναι η ατονία της Ε.Ε., αλλά η αδυναμία ολόκληρης της Δύσης να ανταγωνιστεί τον ταχύτατα ανερχόμενο Νότο, με πρώτη τη τάξει την Κίνα. Η Ε.Ε. αποτελεί τμήμα της παρακμάζουσας Δύσης, συνεπώς δεν αντιμετωπίζει μεμονωμένη το πρόβλημα της χαμηλής ανταγωνιστικότητας, αλλά από κοινού με τις ΗΠΑ. Ο κοινός τους αντίπαλος είναι ο επιθετικά αναπτυσσόμενος Νότος, γνωστός με την επωνυμία BRICS. Οι BRICS δημιουργήθηκαν τo 2009 αρχικά με 5 χώρες, τη Βραζιλία, τη Ρωσία, την Ινδία, τη Νότια Αφρική και την Κίνα. Στη συνέχεια προστέθηκαν οι Αίγυπτος, Αιθιοπία, Ιράν, Σαουδική Αραβία και ΗΑΕ, ενώ είναι σε αναμονή αιτήσεις εισόδου από το Αζερμπαϊτζάν, την Ταϊλάνδη, το Βιετνάμ το Μπανγκλαντές, αλλά και την Τουρκία. Αδιάφορη η Δύση μέχρι πρόσφατα, διαπιστώνει ξαφνικά ότι οι BRICS εκπροσωπούν έναν «ολοκληρωμένο Νότο», που στρέφεται εναντίον της, με πρώτη τη τάξει την Κίνα, ο οποίος ήδη την ανταγωνίζεται ανηλεώς σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς.
Oι BRICS μετρούν ήδη τον μισό σχεδόν πληθυσμό της υφηλίου (46,6%), και το οικονομικό τους βάρος, σε όρους αγοραστικής δύναμης στο παγκόσμιο ΑΕΠ, έχει ήδη ξεπεράσει το αντίστοιχο του G7 (36% έναντι 35%). Σε 20 χρόνια οι BRICS διπλασίασαν το μερίδιό τους στο διεθνές εμπόριο από 20% σε 40% και η επέκταση των συναλλαγών της Κίνας με τη Λατινική Αμερική τρομοκρατεί ήδη τη Δύση. Για το 2050 προβλέπεται ότι οι BRICS θα έχουν το 50% του παγκόσμιου πλούτου, έναντι του 20% για το G7, θα εξασφαλίζουν το 38,3% της παγκόσμιας βιομηχανικής παραγωγής, θα αντιπροσωπεύουν το 40% των παγκόσμιων επενδύσεων σε υποδομές, θα ελέγχουν το 53% των αποθεμάτων φυσικού αερίου, το 40% των αποθεμάτων άνθρακα και σχεδόν το ήμισυ της παραγωγής τροφίμων. Θα καθορίζουν, μεταξύ άλλων, τη διεθνή τιμή του πετρελαίου, ενώ παράλληλα θα έχουν επικίνδυνα περιορίσει την παγκόσμια κυριαρχία του δολαρίου. Τέλος, οι BRICS, αναμένεται να κυριαρχήσουν στην αγορά κρίσιμων και στρατηγικών μετάλλων και ορυκτών, που είναι απαραίτητα για την ενεργειακή μετάβαση και τις προηγμένες τεχνολογίες.
Ο ανταγωνισμός αυτός των BRICS έχει ήδη γονατίσει την Ευρώπη, με καταστρεπτικές συνέπειες στη ναυαρχίδα της, τη Γερμανία, της οποίας οι αυτοκινητοβιομηχανίες χαροπαλεύουν, πολλές επιχειρήσεις της οδεύουν για μετεγκατάσταση στην Κίνα και η οικονομία της έχει εισέλθει σε κρίση. Η κάπως καλύτερη κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας οφείλεται, σε σημαντικό βαθμό, στο γεγονός ότι δεν επιβαρύνθηκε με τις υψηλές τιμές ενέργειας, που τσάκισαν την Ευρώπη. Όμως σφυροκοπείται και αυτή από τον ανταγωνισμό του Νότου και αναζητεί λύσεις σε μεγαλύτερο βαθμό αυτάρκειας, στην επιβολή περιορισμού των εισαγωγών, κυρίως από την Κίνα, και ακόμη στην ανορθόδοξη σκέψη προσφυγής σε μια δεύτερη εκβιομηχάνιση. Η ζοφερή αυτή πραγματικότητα δεν επιτρέπει φαντασιώσεις της μορφής «το ποτάμι μπορεί να γυρίσει πίσω».
ΙΙ. Οι φρούδες ελπίδες της έκθεσης Ντράγκι
Με αυτά τα γκρίζα δεδομένα για το παρόν και το μέλλον της Δύσης (βλ. Ι), η έκθεση Ντράγκι, που φιλοδοξεί να σώσει την Ευρώπη, εμφανίζεται με ισχυρά στοιχεία δονκιχωτισμού, όπως, ανάμεσα σε άλλα:
*Δαπάνες. Οι ετήσιες δαπάνες για αναπτυξιακές επενδύσεις, που υποτίθεται ότι θα αναστήσουν τη θνήσκουσα Ευρώπη, έχουν υπολογιστεί από τον κ. Ντράγκι σε 800 δισ. ευρώ ετησίως. Το ακανθώδες ερώτημα είναι από πού θα βρεθούν, δεδομένου ότι ο ετήσιος προϋπολογισμός της Ε.Ε. δεν υπερβαίνει τα 300 δισ. ευρώ. Η έκθεση προτείνει προς τούτο τη δημιουργία κοινού χρέους των κρατών-μελών, με τη δημιουργία ευρωπαϊκού ομολόγου, το οποίο πιστεύεται ότι θα προσελκύσει τις αποταμιεύσεις των πολιτών των κρατών-μελών (ορθότερα, την αποθησαύρισή τους). Ωστόσο, η απουσία σύμπνοιας και ενότητας από τους κόλπους της Ε.Ε. έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις ικανού αριθμού κρατών-μελών με επικεφαλής την Ιρλανδία και το Λουξεμβούργο. Να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η τυχόν τελική έγκριση του περί ου σχεδίου θα σημάνει υποχρέωση λιτότητας από τα κράτη-μέλη, πολύ σκληρότερης αυτής που μονίμως επικρατεί μέσω του Συμφώνου Σταθερότητας. Και, δυστυχώς η λιτότητα θα είναι πιο επώδυνη για τον Νότο, με τη χαμηλότερη ανάπτυξη και τα ισχνότερα εισοδήματα, από ό,τι στον Βορρά της Ε.Ε. Στον Νότο, που πλήρωσε τα χρόνια πλεονάσματα της Γερμανίας με τα δικά του ελλείμματα.
*Αναπτυξιακές επενδύσεις. Η έκθεση Ντράγκι βασίζει τη σωτηρία της Ε.Ε. στη διενέργεια επενδύσεων. Αλλά τι είδους επενδύσεις μπορεί να επιλεγούν, ώστε να υλοποιήσουν τον βασικό στόχο της έκθεσης, όταν αυτές αφορούν μια τόσο οικονομικά ανομοιόμορφη ένωση κρατών όπως είναι η Ε.Ε.; Αρκεί να υπενθυμίσω ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ του πλούσιου Λουξεμβούργου είναι 6,5 φορές ανώτερο του φτωχότερου κράτους-μέλους, που είναι η Βουλγαρία. Και ακόμη, με τι τρόπους θα αντιμετωπιστεί η χαμηλή παραγωγικότητα των υπηρεσιών, που κατακλύζουν την Ε.Ε.; Μήπως με προσφυγή στην ουτοπία μιας νέας εκβιομηχάνισης;
*Ακραίος φιλελευθερισμός. Η έκθεση Ντράγκι, πιστή στις αρχές του ακραίου φιλελευθερισμού, προβλέπει για τις επενδύσεις της τη σχέση 80% ιδιωτικών προς 20% δημόσιων. Στην προκειμένη περίπτωση θα έπρεπε να προβλεφθεί υψηλότερο ποσοστό δημόσιων επενδύσεων, ώστε αυτές να κατευθυνθούν προς τους τομείς που θα έχουν επιλεγεί από την έκθεση, και όχι στις όποιες προτιμήσεις των ιδιωτών.
ΙΙΙ. Η Ελλάδα και πάλι το θύμα
Για την πατρίδα μας, τυχόν υλοποίηση του σχεδίου Ντράγκι θα σημάνει μια επιπλέον επιδείνωση της ήδη οδυνηρής κατάστασης που υπομένει από τα Μνημόνια, όχι μόνο επειδή θα υποχρεωθεί να συμμετάσχει στο κοινό ευρωπαϊκό χρέος, αλλά και επειδή η Eurostat άλλαξε τελευταίως τον τρόπο υπολογισμού του χρέους, και έτσι η σχέση χρέους προς το ΑΕΠ, από 161,9% τώρα, θα εκτιναχθεί στο 167,5%. Όταν η χώρα σύρθηκε στο ΔΝΤ, προκειμένου να σωθεί, η παραπάνω σχέση ήταν 126%.
Τι συμπέρασμα εξάγεται από τα παραπάνω; Φοβούμαι ότι αυτό συνοψίζεται στο ότι οι επιθυμίες και οι καλές προθέσεις αδυνατούν να ανατρέψουν τη ζοφερή πραγματικότητα: η Δύση διανύει ταχύρρυθμη παρακμή απέναντι στον Νότο, που αναδύεται.
*PhD Οικονομικών Επιστημών Σορβόνης, πρώην πρύτανης του ΠΑΜΑΚ, ακαδημαϊκός, πρόεδρος του Ιδρύματος Δελιβάνη