Του Κωνσταντίνου Σχοινά
Στο Μέγαρο καθόντανε και σιγοκουβεντιάζαν
των Αθηνών πολέμαρχοι, παλιοκαραβανάδες
σχέδια επεξεργάζονταν και πλάνα αραδιάζαν,
της Αττικής παράστεκαν όλοι οι σεκιουριτάδες.
«Το Αιγαίο θωρακίσαμε, ο Έβρος προοδεύει
σε αγαθά πρωτοφανή πρόσβαση έχουν όλοι,
η Σαλονίκη λάβαρο του Αγώνα μας κραδαίνει
με παρελάσεις εφορμούν των Ευρωπαίων οι κώλοι.
Δεν έχει πολυτέλεια η χώρα να κωφεύει,
στις κρίσεις όπου μαίνονται θα πρωταγωνιστήσει
ενισχυμένη απ’ τις εννιά του μήνα που μας φεύγει,
ενέδρα ο καπετάν Αυτιάς μαθαίνω έχει στήσει.
Έτσι ωρέ θα τους μάθουμε τι πάει να πει αλά γκρέκα,
ώρα να δουν πως είμαστε απ’ της ελίτ τα μέλη,
πολυεθνικές πολέμησα παρέα με τον Σκρέκα
στο Κίεβο θα φτιάξουνε ανδριάντα του Πατέλη».
Αναθαρρήσαν οι υπουργοί και το επιτελείο
ήθελαν κάτι για να πουν, κάτι να συμπληρώσουν
τον Άδωνι αφήκανε που ‘χει το στόμα θείο
σαν τα δικά του εγκώμια άλλοι πού να σκαρώσουν!
«Δεν βρίσκω λέξεις, πρόεδρε, για τέτοια μεγαλεία
ξέχασα κι ένα απόφθεγμα που είχα αντιγράψει
πάει καιρός που διάβαζα εκείνα τα βιβλία
του Διόδωρου και χτύπαγα ρεκόρ στο Τηλεάστυ.
Ένα μονάχα θε να πω, έτσι για γαρνιτούρα,
ότι εκπληρώνουμε ξανά ιστορικό μας ρόλο
αίφνης σχεδόν με ζάλισε της δόξας η μαστούρα
το meeting τούτο είν’ δυνατό σαν μια ομάδα πόλο.
Τη χώρα πάλι σώσαμε από τους συμμορίτες,
γιατί είναι επικίνδυνοι του Στέφανου οι αντάρτες,
σταλινικοί και μπάχαλοι και σοσιαλφορομπήχτες
σκορπάν όταν ορμήσουμε εμείς σαν τους Σπαρτιάτες».
Έτσι μιλούσαν ως αργά, ώσπου να σουρουπώσει
κι ύστερα χέρια δώσανε κι είπανε «Καλή ώρα»
μένει μονάχος ο αρχηγός, μα κάτι τον πλακώνει:
άραγε πώς να τα περνά στη μάχη η Ελεονώρα;