Τι ισχύει για την οριοθέτηση Aποκλειστικής Oικονομικής Ζώνης μεταξύ της Ελλάδας (που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και της Τουρκίας
Γράφει ο Γεώργιος Ανθρακεύς*
Η δοτή αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο (ΔΕΕ) περί οριοθέτησης ΑΟΖ.
Βάσει του υπερισχύοντος και άμεσα εφαρμοστέου Ευρωπαϊκού Δικαίου για τις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής Ε.Ε.), αυτή η αρμοδιότητα αφορά την περίπτωση οριοθέτησης θαλάσσιας ζώνης, δηλαδή ΑΟΖ που αφορά κράτος-μέλος της Ε.Ε.
Το άρθρο 4 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ε.Ε. (εφεξής ΣΛΕΕ) αναγνωρίζει τη συντρέχουσα αρμοδιότητα μεταξύ της Ε.Ε. και του κράτους-μέλους της Ε.Ε. για την περίπτωση καθορισμού ζώνης αλιείας αλλά και (υποθαλάσσιων) ενεργειακών πόρων.
Επιπλέον, το άρθρο 34 παράγραφος 1 του κανονισμού λειτουργίας του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης δεν επιτρέπει τη συμμετοχή ως τρίτου παρεμβαίνοντος υπερεθνικής νομικής οντότητας, όπως είναι η Ε.Ε., σε διαδικασία οριοθέτησης θαλάσσιας ζώνης κράτους-μέλους της Ε.Ε., όπως είναι η Ελλάδα.
Για τον λόγο αυτόν, αλλά και επειδή υφίσταται συντρέχουσα αρμοδιότητα μεταξύ της Ε.Ε. και του κράτους-μέλους της Ε.Ε., το ΔΕΕ καθίσταται αποκλειστικά αρμόδιο, δηλαδή υφίσταται δοτή αποκλειστική αρμοδιότητά του και σε καμία περίπτωση άλλου διεθνούς δικαστηρίου, όπως για παράδειγμα της Χάγης ή του Αμβούργου ή ad hoc διεθνούς δικαστηρίου, όπως αναφέρονται στο άρθρο 287 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 (εφεξής ΣΔΘ).
Σε αυτή την εξαίρεση εφαρμογής του άρθρου 287 (ΣΔΘ) συνηγορούν επίσης το άρθρο 344 αλλά και το άρθρο 216 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ. Επίσης, το άρθρο 282 της ΣΔΘ δεν επιτρέπει σε χώρα-μέλος της Ε.Ε., όπως η Ελλάδα, να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ή σε άλλο διεθνές δικαστήριο του άρθρου 287 ΣΔΘ, σε περίπτωση που ανήκει σε περιφερειακή συνθήκη (βλ. ΕΟΚ ή Ε.Ε.).
Η ΣΔΘ με την επικύρωση αυτής τον Ιούνιο του 1998 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέστη δεσμευτικό κοινοτικό κεκτημένο για κάθε κράτος-μέλος της Ε.Ε., με αποτέλεσμα να υφίσταται δοτή αποκλειστική αρμοδιότητα του ΔΕΕ για επίλυση πάσης φύσεως νομικών διαφορών που ανήκουν μέσω διαδικασίας επικυρώσεως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο.
Για τις υποψήφιες χώρες προς ένταξη στην Ε.Ε., όπως είναι η Τουρκία και η Αλβανία, ισχύει το εξής: η Συμφωνία Σύνδεσης ΕΟΚ με την Τουρκία το 1963 και η Συμφωνία Σύνδεσης Ε.Ε. με την Αλβανία το 2009 αποτελούν μια ειδική κατηγορία «sui generis» του Ευρωπαϊκού Δικαίου, και σε περίπτωση θαλάσσιας διαφοράς μεταξύ των υποψήφιων αυτών χωρών προς ένταξη στην Ε.Ε. με κράτος-μέλος της Ε.Ε., όπως η Ελλάδα, υφίσταται, όπως ήδη ελέχθη, δοτή αποκλειστική αρμοδιότητα στο ΔΕΕ. Στην περίπτωση της Συμφωνίας Σύνδεσης ΕΟΚ με την Τουρκία το 1963, το άρθρο 25 παράγραφος 2 προβλέπει ρητώς αυτή τη δοτή και αποκλειστική αρμοδιότητα του ΔΕΕ.
Η Ελλάδα, σε περίπτωση που θελήσει να προβεί σε υπογραφή συνυποσχετικού με την Τουρκία με περιεχόμενο τον καθορισμό ΑΟΖ με σκοπό την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, θα παραβιάσει προδήλως όλα τα παραπάνω. Ως μοναδική λύση, η οποία θα είναι πλήρως συμβατή με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο ως υπερισχύον και άμεσα εφαρμοστέο Δίκαιο στην Ε.Ε. αλλά και στο κράτος-μέλος, όπως είναι η Ελλάδα, συνιστάται η εφαρμογή του άρθρου 273 της ΣΛΕΕ μεταξύ Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας κρατών-μελών της Ε.Ε. βάσει υπογραφής συνυποσχετικού διαιτησίας στο ΔΕΕ και με τη σύμπραξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως νόμιμου εκπροσώπου της Ε.Ε., διότι υφίσταται από το 2004 εκκρεμότητα θαλάσσιας οριοθέτησης, δηλαδή ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας.
Διευκρινίζεται ότι τον κύριο ρόλο στην τελική διαμόρφωση της συμφωνίας οριοθέτησης της ΑΟΖ διαδραματίζει πάντοτε το κράτος-μέλος, στο πλαίσιο άσκησης των lato sensu κυριαρχικών του δικαιωμάτων, ιδίως κατά τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5 της Συνθήκης της Ε.Ε. (εφεξής ΣΕΕ).
Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 47 της ΣΕΕ, η Ε.Ε. ως νομικό πρόσωπο διαθέτει την ανεξάρτητη και αυτοτελή νομική οντότητά της, πέραν της νομικής οντότητας των κρατών-μελών που συμμετέχουν στην όλη διαδικασία οριοθέτησης της ΑΟΖ και σε καμία περίπτωση δεν νομιμοποιείται να διατυπώσει θέσεις αντίθετες προς εκείνες του κράτους-μέλους.
Η προαναφερόμενη σύμπραξη της Ε.Ε. στην όλη διαδικασία οριοθέτησης της ΑΟΖ των κρατών-μελών προϋποθέτει, κατά τις σχετικές διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου, συναίνεση του τρίτου κράτους, η οποία, κατά την τελεολογική και bona fide ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων τούτων, πρέπει να παρέχεται εγγράφως και να καλύπτει όλα τα στάδια της ως άνω διαδικασίας. Ωστόσο, αποκλείεται να μην παρασχεθεί εκ μέρους του τρίτου κράτους η κατά τα ανωτέρω συναίνεσή του, και ειδικά όταν το τρίτο κράτος, όπως η Τουρκία ή η Αλβανία, είναι υποψήφιο προς ένταξη στην Ε.Ε. Και τούτο διότι θα επιφέρει αμφισβήτηση του κύρους της Ε.Ε. τη στιγμή που επιθυμεί να ενταχθεί πλήρως στην Ε.Ε., αλλά και των κατά το Ευρωπαϊκό και το Διεθνές Δίκαιο δικαιωμάτων της Ε.Ε.
*Δρ Νομικής Πανεπιστημίου του Αμβούργου, μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών, και υποψήφιος ευρωβουλευτής με το κόμμα ΝΙΚΗ