Ο εγκληματικός χειρισμός της έκκλησης της Κυριακής για βοήθεια θέτει επί τάπητος ακόμα μία φορά την ανάγκη σύγχρονης εκπαίδευσης των αστυνομικών
Του Κωνσταντίνου Βαθιώτη*
Μια γυναίκα πηγαίνει σε ένα αστυνομικό τμήμα φοβούμενη ότι κινδυνεύει η ζωή της από τον πρώην φίλο της. Πηγαίνει δηλαδή σε έναν χώρο ο οποίος είναι εξ ορισμού προορισμένος να προστατεύει τα έννομα αγαθά των πολιτών, αποτρέποντας μέσω του ένστολου προσωπικού του την προσβολή των εννόμων αγαθών τους: της ζωής, της υγείας, της περιουσίας κ.λπ.
Ο αστυνομικός υπάλληλος, όμως, με τον οποίο, καθ’ υπόδειξιν του αξιωματικού Υπηρεσίας του Α.Τ., η γυναίκα μιλά στο τηλέφωνο για την διευθέτηση του προσωπικού της προβλήματος, αντί να μεριμνήσει για την προστασία της στέλνοντας περιπολικό, έκανε το ακριβώς ανάποδο: την άφησε απροστάτευτη, επιτρέποντας έτσι στον δράστη να την μαχαιρώσει θανάσιμα.
Δεν υπάρχει, ίσως, πιο κραυγαλέα απόδειξη ότι ζούμε στον Θαυμαστό, δηλαδή στον Σιχαμερό, Ανάποδο Κόσμο, ο οποίος επαληθεύεται σχεδόν καθημερινά με κάθε τρόπο. Το ξεψυχισμένο κορμί της Κυριακής δίπλα στο φυλάκιο του Α.Τ. είναι η συμβολική, τρόπον τινά αρχετυπική αναπαράσταση του ανάποδου κόσμου μας:
Ο χώρος προστασίας γίνεται χώρος δολοφονίας· ο τόπος πρόληψης του εγκλήματος γίνεται τόπος του εγκλήματος!
ΓΥΝΑΙΚΟΚΤΟΝΙΑ;
Φυσικά, τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης, ως κατεξοχήν όργανα του Θαυμαστού Ανάποδου Κόσμου, βρήκαν την ευκαιρία να οργιάσουν, δίνοντας βήμα σε κάθε άσχετη πριμαντόνα, η οποία υποτίθεται ότι ανέλυσε έγκυρα την δολοφονία από κοινωνιολογική και νομική άποψη.
Μέχρι και κόμματα άδραξαν την χρυσή ευκαιρία για να προπαγανδίσουν την θέσπιση της «γυναικοκτονίας», η οποία στηρίζεται στην άκρως προβληματική σκέψη ότι τα τελευταία χρόνια αυξάνεται ολοένα και περισσότερο ο αριθμός των ανδρών που υποτίθεται ότι σκοτώνουν μια γυναίκα επειδή είναι γυναίκα. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, ο φονιάς σκότωσε την Κυριακή όχι επειδή ήταν γυναίκα, αλλά επειδή ήθελε την συγκεκριμένη γυναίκα δική του. Ως γνωστόν δε, η άσκηση κυριαρχίας πάνω σε έναν άλλον άνθρωπο ή η κτητικότητα δεν έχει κατ’ ανάγκην έμφυλο προσανατολισμό: Κυριαρχικός μέχρι θανάτου μπορεί να είναι και ένας άνδρας σε βάρος άλλου άνδρα ή μία γυναίκα σε βάρος άλλης γυναίκας ή και μία γυναίκα σε βάρος ενός άνδρα.
ΠΟΙΝΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
Ωστόσο, η νομική αξιολόγηση της συμπεριφοράς του αστυνομικού-τηλεφωνητή κάθε άλλο παρά ευχερής είναι. Κάποιοι του χρέωσαν μέχρι και ενδεχόμενο δόλο ανθρωποκτονίας τελεσθείσας διά παραλείψεως! Ένα σκαλοπάτι πιο πριν, βρίσκεται το έγκλημα της έκθεσης του άρθρου 306 ΠΚ, που είναι από τα δυσκολότερα εγκλήματα κατά της ζωής και μέχρι σήμερα δεν έχει αναλυθεί διεξοδικώς: εδώ θα μπορούσε να εξετασθεί η δεύτερη μορφή τέλεσης της έκθεσης, σύμφωνα με την οποία τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών «όποιος αφήνει αβοήθητο ένα πρόσωπο που το έχει στην προστασία του», και με κάθειρξη έως δέκα έτη αν από την πράξη (εν προκειμένω: την παράλειψη) του δράστη προκλήθηκε θάνατος.
Αρνούμενος, λοιπόν, ο αστυνομικός να στείλει περιπολικό που θα την μετέφερε με ασφάλεια στο σπίτι της, την συμβούλευσε να επιστρέψει σε αυτό μόνη της και έτσι την άφησε εκτεθειμένη στην υπαρκτή εστία κινδύνου κατά της ζωής της, η οποία ήταν ο πρώην σύντροφός της.
Σε κάθε περίπτωση, αν κριθεί ότι τελικώς δεν πληρούνται τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία της θανατηφόρας έκθεσης, τίθεται ζήτημα ευθύνης του τηλεφωνητή με βάση το έγκλημα της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας.
Γι’ αυτό ακριβώς το έγκλημα είχε καταδικασθεί πριν από 22 χρόνια ένας άλλος αστυνομικός υπάλληλος-τηλεφωνητής που, επειδή νόμιζε ότι πρόκειται για φάρσα, δεν είχε ανταποκριθεί σε δύο τηλεφωνικές κλήσεις πολίτη για αποστολή βοήθειας προς δύο επιβάτες θαλάσσιας λέμβου η οποία είχε ανατραπεί, με αποτέλεσμα ο ένας εκ των δύο να πνιγεί λόγω της καθυστερημένης άφιξης του σκάφους του Λιμενικού!
Το 2010, όμως, ο Άρειος Πάγος με την υπ’ αριθμ. 1070/2010 απόφασή του (δημοσιευμένη στο περιοδικό «Ποινική Δικαιοσύνη» 2012, σελ. 296 επ.) ανήρεσε την προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση για ανθρωποκτονία εξ αμελείας τελεσθείσα διά παραλείψεως εκ μέρους του αστυνομικού υπαλλήλου-τηλεφωνητή με το εξής σκεπτικό:
Δεχόμενο το Εφετείο ότι η πρόσθετη καθυστέρηση της προσέλευσης του σκάφους διάσωσης δεν μπορεί να αποτελέσει διακοπή του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παραλείψεως του κατηγορουμένου και του επελθόντος θανάτου, δεν έδωσε απάντηση στο λογικό ερώτημα γιατί ο χρόνος που είχε το συνεργείο διάσωσης στη διάθεσή του ήταν επαρκής για την περισυλλογή του ενός ναυαγού αλλά ανεπαρκής για την ανεύρεση του συνναυαγού του, ο οποίος, μάλιστα, συνέχισε να φωνάζει επί 45 λεπτά της ώρας μετά τη διάσωση του συντρόφου του, προκειμένου να υποδείξει το σημείο όπου βρισκόταν και να διευκολύνει τον εντοπισμό του.
ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ
Όπως το 2002, ο καταδικασθείς σε εκείνη την υπόθεση δεν εμπιστεύθηκε τον πολίτη που του τηλεφώνησε ζητώντας βοήθεια, θεωρώντας ότι πρόκειται για φάρσα, έτσι και ο αστυνομικός του Α.Τ. Αγίων Αναργύρων που άφησε την Κυριακή απροστάτευτη φαίνεται πως εκτίμησε εσφαλμένως την σοβαρότητα του υφιστάμενου κινδύνου, θεωρώντας ότι η έκκλησή της για βοήθεια ήταν υπερβολική.
Το έλλειμμα της εμπιστοσύνης του αστυνομικού υπαλλήλου προς την καταγγέλλουσα είναι πιθανό να οφείλεται: πρώτον στον μάλλον ψύχραιμο αφηγηματικό τόνο που είχε η φωνή της Κυριακής, δεύτερον, στην αρνητική απάντηση που έδωσε όταν εκείνος την ρώτησε αν έχει υποβάλει μήνυση και, τρίτον, στην διευκρίνισή της «περιμένει για να με εκδικηθεί, δεν ξέρω, για να με χτυπήσει· και χθες είχε έρθει, αλλά δεν το τραβήξαμε πολύ».
Καθοριστικό ρόλο στην θανάσιμη παρερμηνεία της σοβαρότητας των καταγγελλομένων μπορεί να διαδραμάτισε και μια ενδεχόμενη ανικανότητα ενσυναίσθησης ή μια αρνητική προκατάληψη εκ μέρους του τηλεφωνητή, επηρεασμένη από τα έμφυλα στερεότυπα που δεν αποκλείεται να είχε στο μυαλό του για όσες γυναίκες καταγγέλλουν περιστατικά βίαιης συμπεριφοράς από πρώην συντρόφους (π.χ. είναι γκρινιάρες, υπερβολικές, μελοδραματικές κ.λπ.).
Έτσι, ίσως, εξηγείται και η φράση «το περιπολικό δεν είναι ταξί» που είπε ο αστυνομικός στην Κυριακή. Υπολαμβάνοντας ότι το καταγγελλόμενο συμβάν στερείτο σοβαρής βάσεως, ο αστυνομικός-τηλεφωνητής μετέφρασε την έκκληση βοήθειας στην δική του γλώσσα, βάφοντας υποκειμενικά το όχημα που ταίριαζε στην περίσταση με το κίτρινο χρώμα!
Αν δεν αναζητήσουμε τέτοιους γενεσιουργούς λόγους για το έλλειμμα εμπιστοσύνης του τηλεφωνητή προς το πρόσωπο της Κυριακής, θα πρέπει να καταλήξουμε σε ένα παράλογο συμπέρασμα: δηλαδή ότι ο αστυνομικός-τηλεφωνητής, αρνούμενος να στείλει περιπολικό για να την μεταφέρει ασφαλή στο σπίτι της, αποδέχθηκε είτε τον θάνατό της είτε την διακινδύνευση της ζωής της, πράγμα, όμως, που θα είχε οδυνηρές συνέπειες και για τον ίδιο, αφού, ως αστυνομικός που έχει διδαχθεί Ποινικό Δίκαιο, γνωρίζει άριστα τι θα σήμαινε μια εμπλοκή του σε δολοφονία, έστω υπό την (κακουργηματική) μορφή της θανατηφόρας εκθέσεως.
Ταυτοχρόνως, θα πρέπει να συμφωνήσουμε κάτι ελάχιστα πειστικό, δηλαδή ότι κάποιοι αστυνομικοί είναι τόσο ανάλγητοι, ώστε δεν αισθάνονται τον παραμικρό ανασχετικό φραγμό να ειρωνεύονται τους πολίτες που αγωνιούν για την ζωή τους, ζητώντας προστασία για την επιστροφή στο σπίτι τους (αποκορύφωμα τέτοιας ανάλγητης ειρωνείας αποτελεί η προμνημονευθείσα φράση «το περιπολικό δεν είναι ταξί»).
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Ο εγκληματικός τηλε-χειρισμός της έκκλησης της Κυριακής για βοήθεια θέτει επί τάπητος ακόμα μία φορά την ανάγκη σύγχρονης εκπαίδευσης των αστυνομικών υπαλλήλων, οι οποίοι θα πρέπει να έχουν άριστες γνώσεις όχι μόνο Ποινικού Δικαίου, αλλά και Ψυχολογίας.
Η έλλειψη αποτελεσματικής εκπαίδευσης της Αστυνομίας είχε απασχολήσει την κυβέρνηση του σημιτικού ΠΑΣΟΚ, και πάλι επί υπουργίας Μ. Χρυσοχοΐδη το 2002, όταν ένας τοξικομανής (Δημήτρης Αϊβατζίδης) με μια καραμπίνα στο χέρι είχε καταφέρει να αφοπλίσει αστυνομικό στα Εξάρχεια, να συνεχίσει τον δρόμο του μέχρι την πρωθυπουργική κατοικία στο Κολωνάκι, να ανταλλάξει πυρά με τους φρουρούς και να συλληφθεί τελικώς στο Κουκάκι ύστερα από καταδίωξη (βλ. π.χ. εφημ. «Ελευθεροτυπία», 10/6/2002, σελ. 17).
Φυσικά, όπως στην πρόσφατη περίπτωση, έτσι και τότε το μέλημα της κυβέρνησης ήταν να ενεργήσει, κατά τα ειωθότα, με πνεύμα λαϊκισμού και να δείξει ότι από την πρώτη στιγμή λαμβάνει ήπια τιμωρητικά μέτρα σε βάρος των αστυνομικών, προκειμένου να κατευνάσει την οργισμένη κοινή γνώμη.
Σε αυτήν την χώρα είμαστε συνεχώς στο ίδιο έργο θεατές, αλλά με άλλους πρωταγωνιστές!
*Πρ. Αναπλ. Καθηγητής Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ.