Του Αναστάσιου Κούζη – Κούζαρου*
Ο «φόβος της ανυπαρξίας» ώθησε, κατά πολλούς, τον άνθρωπο να δημιουργήσει πολιτισμό και μέσω «του Θρησκεύεσθαι» να προσπαθήσει αρχικά να ερμηνεύσει τις κινητήριες μυστηριακές δυνάμεις της φύσης και να κατανοήσει το νόημα της φθαρτής του ύπαρξης σ’ έναν εχθρικό κόσμο.
Οι μυστηριακές λατρείες που επινόησε, ιδιαίτερα στο πλαίσιο του «Θρησκευτικού Συγκριτισμού» των Ελληνιστικών χρόνων, αναβίωσαν πανάρχαιες παραστάσεις που πήγαζαν από τον τρόμο του ανθρώπου μπροστά στον θάνατο και το σκότος της ανυπαρξίας. Η διαρχία φωτός – σκότους βρισκόταν στη ρίζα τους, αφού συνειδητοποιήθηκε ότι η παρουσία ή η απουσία τους, η εναλλαγή, η διάρκεια και η έντασή τους σχετιζόταν με τον θάνατο και την αναγέννηση της φύσης, την παραγωγική έξαρση και τη φθίνουσα καλλιεργητική δραστηριότητα.
Καθώς τίποτε, λοιπόν, δεν εγγυόταν την επανάληψη του κύκλου της ζωής και τη φυσική αειφορία, οι άνθρωποι, θέλοντας να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους, επινόησαν τελετουργίες, δηλαδή διαδικασίες επανόδου στις αρχέγονες πηγές της ζωής, ώστε να γνωρίσουν πώς οδηγηθήκαμε από την ανυπαρξία, το σκότος και τον θάνατο, στην ύπαρξη, στο φως και στη ζωή. Έτσι, το φως, η πανίσχυρη ζωοποιός και ζωογόνος δύναμη, παρουσιάστηκε προσωποποιημένο ως ανθρωπόμορφος φιλάνθρωπος Θεός ή Θεά να αντιπαλεύει με τον προαιώνιο εχθρό, το σκοτάδι, που συμπρωταγωνιστεί σ’ αυτό το αέναο «θείο δράμα» είτε με ζωώδη είτε με ανθρώπινη μορφή.
Μια τέτοια λαοφιλής θεότητα υπήρξε και ο Μίθρας ο αγαθοεργός, που ταυτίστηκε με τον Ήλιο και οι ρίζες του φθάνουν ως τις ασσυριακές, βαβυλωνιακές και ιρανικές παραδόσεις. Ως πρώτιστος θεός των Περσών άρχισε να θεωρείται από την εποχή του Ξέρξη του Α’. Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας συνέβαλαν στη διάδοσή του ταυτίζοντάς τον με τον αρχαϊκό ελληνικό Θεό Ήλιο, ενώ οι Κίλικες πειρατές, που έσυρε αιχμαλώτους στη Ρώμη το 68 π.Χ. ο Πομπηΐος ο Μέγας, διέδωσαν τον Μιθραϊσμό, που απέκτησε ένα μιλιταριστικό ανδροκρατικό χαρακτήρα και τα δόγματά του περί αθανασίας της ψυχής, ανάστασης και τελικής κρίσης ταχύτατα επεκτάθηκαν σ’ όλη την Ιταλία. Στη ρωμαϊκή επικράτεια κατά τον 2ο και 3ο αιώνα μ.Χ. το «χειμερινό ηλιοστάσιο», η 25η Δεκεμβρίου, εορταζόταν ως η γενέθλιος ημέρα του αήττητου Ήλιου (natalis invicti solis) με πάνδημη συμμετοχή. Δηλαδή, η γέννηση του Μίθρα εκ της πέτρας!
Τόποι μύησης και λατρείας του υπήρξαν τα Μιθραία. Αυτά αρχικά ήσαν σπήλαια, σύμφωνα με τη μυθολογία, αφού ο ουράνιος θόλος συμβολιζόταν με βράχο απ’ τα σπλάχνα του οποίου ξεπεταγόταν ο Μίθρας, φορώντας φρυγικό σκούφο και κρατώντας μάχαιρα και δάδα. Γι’ αυτό και τον αποκαλούσαν «Θεό εκ πέτρας», ενώ την πέτρα απ’ την οποία γεννιόταν την ονόμαζαν «γενεσιουργό». Όσοι λατρευτικοί χώροι κατασκευάστηκαν ακολουθούσαν πάντα την ίδια αυστηρή αρχιτεκτονική διάταξη: μέσα από στοά, που αποτελούσε σειρά στύλων και αέτωμα, κατερχόταν κάποιος σε υπόγειο χώρο, διαιρούμενο σε δύο μέρη, στον πρόναο και στη βαθύτερη κρύπτη. Αυτή, ούσα θολωτή χωριζόταν σε τρία μέρη: το μεσαίο προοριζόταν για τους ιερουργούντες, ενώ τα δύο πλάγια για τους πιστούς που κάθονταν σε πέτρινα θρανία. Στο βάθος υπήρχε αψίδα με παράσταση του Μίθρα που φόνευε τον ταύρο, προ αυτής δε βρίσκονταν κι άλλες συμβολικές εικόνες, όπως του Κρόνου που έφερε κεφαλή λέοντος. Μπροστά δε ήταν τοποθετημένος βωμός του Ήλιου και της Σελήνης. Το μέγεθος των Μιθραίων δεν επέτρεπε τη συγκέντρωση περισσοτέρων των εκατό πιστών, εκ των οποίων οι «μετέχοντες» βρίσκονταν στην κρύπτη και οι «υπηρετούντες» στον πρόναο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι τελετές μύησης και κατάκτησης αντιστοίχων βαθμών υπό των μυστών. Οι μεμυημένοι υποβάλλονταν διαδοχικά σε μαγικούς τύπους και λόγους, που εξουδετέρωναν την έπαρση και την αλαζονεία. Ακολούθως σε σειρά καθαρμών για εξάλειψη των ηθικών κηλίδων. Στη συνέχεια τους «σφράγιζαν» με το χρίσμα, δηλαδή μια σφράγιση ανάλογη με αυτή των στρατιωτών, αποσκοπώντας στην αναγνώριση και υπόμνηση του καθήκοντος και αποδοχή της νέας τους ταυτότητας. Τους έδιναν να καταναλώνουν τροφές μεγάλης διατροφικής και συμβολικής αξίας, όπως το μέλι, την τροφή των μακάρων, και τον άρτο, όπου μετείχαν μόνο οι μύστες ανώτερων βαθμών. Έπιναν οίνο, που τους διέγειρε σε μια μυστικοπαθή ένωσή τους με το Θείο, ενίσχυε τον οργανισμό τους και παρείχε το αναγκαίο θάρρος για τις δοκιμασίες που ακολουθούσαν. Εισαγωγή στα Μυστήρια αποτελούσαν οι «δοκιμασίες», όπως η μακρά αποχή από κάθε είδους ηδονές και απολαύσεις, η περίδεση των οφθαλμών και των χειρών, η υπερπήδηση χάσματος γεμάτου με νερό και, τέλος, η σκηνοθετημένη δολοφονία. Σκοπός, βέβαια, όλων αυτών των «δοκιμασιών» ήταν ο έλεγχος της αφοβίας, της απάθειας και της ανδρείας του μυουμένου.
Τα Μυστήρια του Μίθρα διακρίνονταν για τη θεατρικότητά τους. Καθώς ο μισοτυφλωμένος, παραζαλισμένος και εξαντλημένος μύστης καθοδηγείτο από τον μυσταγωγό, τον ξεναγό του περιηγητή, στα άδυτα του σπηλαίου, αντιδρούσε στα ερεθίσματα διαλεγόμενος ή χειρονομώντας. Παραδείγματος χάρη ο μυούμενος στον βαθμό του «στρατιώτη» απωθούσε με το χέρι τον προσφερόμενο στέφανο και το ξίφος, λέγοντας: «Ο Μίθρας είναι το στέμμα μου», κατά τον Τερτυλιανό (Απολογητικός, 197 μ.Χ), ως απόδειξη ταπεινοφροσύνης και υποταγής του στον Θεό. Οι μεταμφιέσεις και οι μιμήσεις εξάλλου συντελούσαν στην έκσταση, καθώς οι μύστες έφεραν ενδυμασίες αντίστοιχες των 7 βαθμών της μύησης, που κατά τις ειδήσεις του Ιερωνύμου ονομάζονταν: «Κόραξ, Κρύφιος, Στρατιώτης, Λέων, Πέρσης, Ηλιοδρόμος, Πατήρ». Φαίνεται δε ότι μιμούνταν «το του ονόματος σημαινόμενον», αν πιστεύσουμε τον ψευδο-Αυγουστίνο, που αναφέρει ότι άλλοι κτυπούσαν τον αέρα με τα φτερά τους σαν πουλιά κι άλλοι βρυχώνταν σαν λιοντάρια. Ντύνονταν μάλιστα και με τα ματωμένα δέρματα των θυσιαζομένων ζώων, πιστεύοντας στην καθαρτική τους δύναμη. Αντιθέτως, ο «Κρύφιος» ονομαζόταν έτσι, γιατί παρέμενε αθέατος από τους παρισταμένους, καθώς η αποκάλυψή του αποτελούσε ιδιαίτερη εορτή.
Στο λαμπρά διακοσμημένο και κατάφωτο εσωτερικό του σπηλαίου μπροστά στα μάτια του νεοφερμένου διαδραματιζόταν ένα «μυσταγωγικό Θέατρο Σκιών». Οι εναλλαγές και τα παιγνίδια των φώτων, τα λαμπρά ενδύματα των ιερουργούντων, οι μυστικές μελωδίες και η επενέργεια του μεθυστικού ποτού, που κατανάλωνε ο μυσταγωγούμενος πριν από την είσοδο, τον μετέθεταν σε μια κατάσταση παραίσθησης και έκστασης. Ο ψευδο-Αυγουστίνος λέγει χαρακτηριστικά: «Μεσ’ στο σπήλαιο, όπου με μουσικό δρώμενο κάθε τι παρουσιάζεται διαφορετικό, σε αντίθεση με αυτό το οποίο διακρίνει κανείς με τα μάτια, μια πάρα πολύ θελκτική απάτη»!
Μια ιδέα της «θελκτικής απάτης», που προκαλούσε η όλη ιεροτελεστία, μας δίνει ο πλατωνικός φιλόσοφος Απουήλιος. Αυτός καταγόμενος εκ Madaura της Αφρικής έζησε την εποχή των Αντωνίνων. Σπούδασε στην Καρχηδόνα και την Αθήνα, καθιστάμενος ένας πρώιμος μάρτυρας του Πυθαγορίζοντος Νεοπλατωνισμού. Ο Απουήλιος, λοιπόν, μυημένος και ο ίδιος σε κάποια Μυστήρια (Απολογία 55) περιγράφει την έκσταση που προκαλούσαν ως εξής: «Διάβηκα τις πύλες του Άδη, πέρασα το κατώφλι της Περσεφόνης, σπρώχτηκα πάνω σ’ όλα τα στοιχεία και επέστρεψα πάνω στη Γη. Στα μεσάνυχτα είδα τον Ήλιο να λάμπει. Πλησίασα τους Θεούς του κάτω και του πάνω κόσμου και προσευχήθηκα σ’ αυτούς πρόσωπο προς πρόσωπο».
Με τέτοιες τελετουργίες και δοξασίες οι Μυστηριακές θρησκείες και ιδιαιτέρως αυτή του Μίθρα προσπάθησαν με το «πλαστό τους φως» να παρηγορήσουν τους ανθρώπους, που εγκλωβισμένοι στους φόβους και τα αδιέξοδά τους πορεύονταν προς το τέλος του 1ου αιώνα π.Χ. Τότε «η Θεία Φιλανθρωπία» επέτρεψε, ώστε πρώτοι οι φορείς του Μιθραϊσμού, οι λάτρεις και μελετητές των άστρων, οι Πέρσες Μάγοι από ανατολών, να οδηγηθούν από ένα «Θεοδρόμο Αστέρα» στο σπήλαιο της Βηθλεέμ, για να προσκυνήσουν «τον εκ της Παρθένου Μαρίας γεννηθέντα και ου ποιηθέντα Νοητόν Ήλιον», τον «Ήλιον της Δικαιοσύνης»!
Αυτή υπήρξε η απαρχή, ώστε το απατηλό φως του Μίθρα και των λοιπών θεοτήτων να εξαφανιστεί από προσώπου Γης και η Χριστιανοσύνη των διωγμών και των μαρτυρίων να αξιωθεί νικήτρια να ομολογεί στους αιώνες: «Είδομεν το φως το αληθινόν…»!
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Παύλου Δρανδάκη «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια», Τόμος ΙΖ’, σελ. 893, 895, 896.
2. Ludwig Bieler «Ιστορία της Ρωμαϊκής Λογοτεχνίας», σελ. 304-305.
3. Αλέξανδρου Ρ. Ραγκαβή «Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας», Αθήναι,1888, Α’, σελ. 668.
*Καλλιτέχνης Θεάτρου Σκιών, φιλόλογος
Σχετικά με το θέμα της θρησκείας την ύπαρξή της και το πόσο απαραίτητη παραμένει στις κοινωνίες δεν γίνεται λόγος.
Επιβάλλεται όμως οι άνθρωποι που ελέγχουν και που μάχονται για την διατήρηση , την συνέχιση των όποιων θρησκευτικών απόψεων να ακολουθούν κάπως και το πως εξελίσσεται ο άνθρωπος.
Μια σχετική αναθεώρηση και προβολή το πως εκφράζουμε την πίστη μας, μάλλον θεωρείται απαραίτητη, χωρίς αυτό να σημαίνει ακραίες τομές στους χώρους λατρείας όλων αυτών που υπηρετούν τους χώρους όπου συναθροίζονται ως πιστοί οι άνθρωποι.
Αυτό το έντονο προβολής πλούτου και επίδειξης παραμένει περιττό η μία όψη, η άλλη όψη αυτή η πολύ μαυρίλα δεν συμβαδίζει στις εποχές μας.
Ακολουθούμε τις παραδόσεις χωρίς να αποκλίνουμε από αυτές, αλλά το να απλουστεύσουμε κάποια δεδομένα δεν αποτελεί έλλειψη πίστης.
Το φως υπάρχει σε απλά και χρήσιμα πράγματα.
Το σκοτάδι κυριεύει εκεί που η ψυχή του ανθρώπου μάχεται για όλο και περισσότερα αγαθά.