Του Ιωάννη Χατζηθεοδοσίου*
Σε αναμονή των βελτιώσεων του νομοσχεδίου για τη φορολόγηση των ελεύθερων επιχειρηματιών, είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε πόσο σημαντική είναι η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα για την ελληνική οικονομία.
Όπως τόνισα και στη μεγάλη εκδήλωση του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, με την απονομή των βραβείων «Βιώσιμης, Καινοτόμου και Υπεύθυνης Επιχειρηματικότητας», τα τελευταία χρόνια είχαμε μία σειρά από σοβαρές κρίσεις που διαδέχονταν η μία την άλλη. Από τα Μνημόνια στην πανδημία, μετά στην έκρηξη του πληθωρισμού και την ενεργειακή κρίση, έως τη ραγδαία άνοδο των επιτοκίων δανεισμού.
Σε όλη την Ευρώπη -άρα και στην Ελλάδα- η ακρίβεια πιέζει ασφυκτικά τα εισοδήματα και επηρεάζει αρνητικά το σύνολο της οικονομίας, ενώ σε πολύ λίγο η κρατική στήριξη αναμένεται να αποτελέσει παρελθόν, καθώς επανέρχονται σε ισχύ οι αυστηροί δημοσιονομικοί κανόνες στην ευρωζώνη.
Οι πλέον εκτεθειμένες και ευάλωτες σε αυτούς τους κλυδωνισμούς είναι αναμφίβολα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Στη χώρα μας αντιμετωπίζουν τη μείωση του κύκλου εργασιών τους, καθώς η ακρίβεια περιορίζει τις δαπάνες των νοικοκυριών στα βασικά, το κόστος λειτουργίας τους αυξάνεται συνεχώς, ενώ εντείνεται το μεγάλο πρόβλημα της έλλειψης ρευστότητας εξαιτίας του αποκλεισμού τους από τον τραπεζικό δανεισμό.
Μέσα σε όλα, πρέπει να τρέξουν όλο και πιο γρήγορα, για να προλάβουν το «τρένο» της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης.
Προκειμένου να ανταποκριθούν σε όλες τις σύγχρονες προκλήσεις, έχουν ανάγκη από περισσότερα χρηματοδοτικά εργαλεία, από υποστήριξη σε επίπεδο μεταφοράς τεχνογνωσίας, για να προωθήσουν την πράσινη και ψηφιακή τους μετάβαση, ενώ απαιτούνται ενισχύσεις για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού τους.
Επίσης, χρειάζονται ένα θεσμικό και διοικητικό περιβάλλον φιλικό προς τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, με προβλέψιμο ρυθμιστικό πλαίσιο και με λιγότερη γραφειοκρατία.
Στο Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών επιμένουμε στην ανάγκη χάραξης μίας νέας εθνικής στρατηγικής για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα.
Και αυτό γιατί οι ΜμΕ πρέπει να βρεθούν στο επίκεντρο -και όχι στο περιθώριο- της αναπτυξιακής προσπάθειας της χώρας.
Οφείλουμε όλοι να κατανοήσουμε ότι στην Ελλάδα, αλλά και σε όλη την Ευρώπη, είναι η κινητήριος δύναμη της καινοτομίας, της ανάπτυξης, της απασχόλησης.
Οι ΜμΕ παράγουν πάνω από το 50% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συμβάλουν αποφασιστικά στην οικοδόμηση μιας οικονομίας βιώσιμης, με τεχνολογική αυτοδυναμία και ανθεκτικότητα σε κρίσεις.
Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι, ειδικά για τη χώρα μας, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν μέλλον και δυνατότητες. Και πρέπει να συμβάλουμε όλοι -κυβέρνηση και φορείς- για την ενίσχυσή τους και την αύξηση της ανταγωνιστικότητάς τους.
Για εμάς στο ΕΕΑ το μεγάλο ζητούμενο είναι η προστασία της μικρής επιχειρηματικότητας και παράλληλα η αύξηση της παραγωγικότητάς της. Μόνον έτσι μπορούμε να ελπίζουμε βάσιμα σε μία νέα αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας.
*Πρόεδρος ΕΕΑ και επίτιμος διδάκτορας ΠΑ.ΠΕΙ.