Του Κωνσταντίνου Σχοινά
Μια βόλτα στις μεγάλες ελληνικές πόλεις αρκεί για να αντιληφθεί κανείς ότι αυξήθηκαν ραγδαία μέσα σε λίγους μήνες τα εστιατόρια που σερβίρουν ιαπωνικό φαγητό. Από εκεί που μεγαλώναμε στραβομουτσουνιάζοντας στη σκέψη του ωμού ψαριού, σε λίγο θα μας δείχνουν με το δάχτυλο αν δεν έχουμε έστω μία φορά δοκιμάσει σούσι.
Ας πούμε ότι το γούστο είναι υποκειμενικό, αλλά, και επειδή όλα είναι πολιτική, ας δούμε τι λένε οι… αναλυτές για το ζήτημα της ήπιας ισχύος των τροφίμων. Σε ένα πρώτο επίπεδο (την «πολιτισμική προπαγάνδα») έχουμε τη σταδιακή εξοικείωση με προϊόντα, γεύσεις, συνήθειες που συνδέονται με την πράξη του φαγητού, οπότε πλάθεται ένας τύπος οικειότητας και εμπιστοσύνης προς «τον άλλον».
Ως αντιπροσωπευτικό παράδειγμα μπορεί να ιδωθεί η Κίνα, που κατάφερε μεν να διαδώσει γεύσεις και μυρωδιές, οι οποίες πάντως ακόμα πολύ επιφανειακά συνοδεύονται στη συνείδηση του καταναλωτή από ιδεολογικές νόρμες που υποτίθεται ότι συνδέονται μαζί τους.
Στο δεύτερο επίπεδο (τη «δημοκρατική αλλαγή»), απόρροια του πρώτου επιπέδου, έχουμε την υιοθέτηση των στοιχείων αυτών από μεγαλύτερο αριθμό καταναλωτών και τίθενται οι βάσεις για την επαναπροσέγγισή τους από τοπικούς παράγοντες ή ομάδες συμφερόντων. Η εξέλιξη αυτή οδηγεί σε σταδιακές αλλαγές εντός των εγχώριων αξιακών και αναπαραστατικών συστημάτων.
Παρατηρείται, λοιπόν, για την Ιαπωνία ότι έχει κατορθώσει να προαγάγει μια ορισμένη εικόνα για τον πολιτισμό της, τα ήθη και τις αξίες της. Από το 1980, οι καλοφαγάδες του κόσμου εγκωμιάζουν «τη φινέτσα κάποιων αγαπημένων πιάτων (σούσι, μάκι, γιακιτόρι, τεμπούρα κ.ά.), εκθειάζουν την εμμονική τελειότητα των τεχνικών μαγειρικής (τατάκι, τεριγιάκι κ.λπ.), όπως και τη μινιμαλιστική και τακτοποιημένη αισθητική των πιάτων».
Μπροστά στον κίνδυνο κατάχρησης, το ιαπωνικό υπουργείο Γεωργίας, Δασών και Αλιείας ανέλαβε να εγγυηθεί την ποιότητα και την αυθεντικότητα της ιαπωνικής κουζίνας. Από το Λος Άντζελες ως το Γιοχάνεσμπουργκ γίνονται επιθεωρήσεις εστιατορίων, απονέμονται πιστοποιητικά βέλτιστων πρακτικών και εκδίδονται προειδοποιήσεις για απόκλιση από την παράδοση.
Αν και με περιορισμένα μέσα στη διάθεσή της, αυτή η «αστυνομία τού σούσι» και τα σχετικά κυβερνητικά μέτρα επέτρεψαν την πολύ μεγάλη ανάπτυξη του τομέα, τη διατήρηση του συμβολικού, κανονιστικού και ιδεολογικού φορτίου που κουβαλά η ιαπωνική κουζίνα και συνέβαλαν στην επέκταση της ιαπωνικής επιρροής σε όλο τον κόσμο.*
«Δημοκρατική αλλαγή» δεν θέλαμε; Μας ήρθε από Άπω Ανατολή μεριά! Και όλα αυτά διατηρώντας μια οικονομία με το 80% του ΑΕΠ να προέρχεται από τον τριτογενή τομέα των υπηρεσιών. Φινέτσα, εμμονική τελειότητα και τακτοποίηση στην παραγωγή οι άλλοι, το ίδιο πακέτο στην κατανάλωση εμείς. Χωνευτήρι πολιτισμών!
*Έπεσε στα χέρια μου ένα μικρό, ενδιαφέρον βιβλίο, ονόματι «Γεωπολιτική των τροφίμων και της γαστρονομίας», από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.