Του Γιώργου Χαρβαλιά
Από την αφετηρία της σύστασης του νεότερου ελληνικού κράτους το πολιτικό προσωπικό της χώρας βρέθηκε υποχρεωμένο να «συμβουλεύεται» τον ξένο παράγοντα.
Αν εξαιρέσει κανείς τον τεράστιο Ιωάννη Καποδίστρια, που χάρη στη μοναδική του διπλωματική δεξιοτεχνία κατάφερε, στα πιο κρίσιμα χρόνια για την επιβίωση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, να ξεγλιστρήσει από πιέσεις, δεσμεύσεις και εξαρτήσεις, αναφωνώντας το ιστορικό και τόσο επίκαιρο «οι φιλήκοοι των ξένων είναι προδότες», όλοι οι υπόλοιποι που ακολούθησαν είχαν ως σημείο αναφοράς κάποια μεγάλη διεθνή δύναμη.
Ο μεγάλος Ελευθέριος Βενιζέλος είχε ασφαλώς προνομιακή σχέση με τους Βρετανούς. Τη χρησιμοποίησε όμως εις όφελος της πατρίδας. Και στάθηκε στην πραγματικά σωστή πλευρά της Ιστορίας. Ο Μεταξάς, από την πλευρά του, έτερος μεγάλος ηγέτης εκείνης της περιόδου, ήταν σταθερά προσανατολισμένος στην Αυτοκρατορική Γερμανία. Όταν ήρθε όμως η ώρα να επιλέξει στρατόπεδο, είπε το μεγάλο «ΟΧΙ» και τάχθηκε επίσης στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, υπηρετώντας το εθνικό συμφέρον.
Μεταπολεμικά η εξάρτηση από τον ξένο παράγοντα πήρε διαστάσεις επιδημίας. Γιατί η Ελλάδα βρέθηκε να επαιτεί χρήματα, καθημαγμένη από τη ναζιστική λαίλαπα και κατεστραμμένη από έναν Εμφύλιο που προκλήθηκε από τη γερμανική Κατοχή (ποτέ δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό).
Στην περίοδο της Μεταπολίτευσης, όταν η Ελλάδα κατάφερε να σταθεί οικονομικά στα πόδια της, αυτού του είδους η πελατειακή προσήλωση σε «Μεγάλες Δυνάμεις» έπρεπε να έχει εκλείψει. Και η αλήθεια είναι ότι τις πρώτες δεκαετίες κινηθήκαμε αξιοπρεπώς. Ο Εθνάρχης Καραμανλής δεν έκρυβε την προτίμησή του στη Γαλλία, αλλά κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει ότι προέταξε αλλότρια συμφέροντα εις βάρος αυτών της χώρας του. Υπήρξε, άλλωστε, ο ηγέτης που τόλμησε να τραβήξει τη χώρα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, μια τεράστια πολιτική κίνηση που κατέδειξε την ελληνική δυσφορία για την άθλια αμερικανική στάση την περίοδο της εισβολής του «Αττίλα». Ο Ανδρέας Παπανδρέου, αντιθέτως, θεωρήθηκε «άνθρωπος των Αμερικανών», αλλά όταν ήρθε η ώρα στην κρίση του ’87 να ορθώσει παράστημα, το έκανε και με το παραπάνω. Ακόμη βλέπω εκείνη την ιστορική ομιλία του στο κρίσιμο υπουργικό συμβούλιο που αποφασιζόταν «ειρήνη ή πόλεμος» και ανατριχιάζω. Μιλούσε και σειόταν η γη…
Με τον Σημίτη και τα «ευχαριστώ τους Αμερικανούς» (για την απώλεια εθνικής κυριαρχίας!) τα πράγματα άλλαξαν άρδην. Στην εξάρτηση προστέθηκε και ο εκμαυλισμός, με αποκορύφωμα τη δυσώδη υπόθεση της Siemens. Από τότε ξαναέπιασαν στασίδι οι Γερμανοί στην πολιτική ζωή της χώρας.
Τελευταία αναλαμπή ανεξαρτησίας σηματοδότησε η πρωθυπουργία του Κώστα Καραμανλή. Είπε και αυτός το δικό του «όχι» σε Αμερικανούς και Γερμανούς που πίεζαν να βάλουν τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ και προσπάθησε -κατά γενική ομολογία- να ασκήσει μία πολυδιάστατη διπλωματία, εμβαθύνοντας τις σχέσεις της χώρας με άλλες παγκόσμιες δυνάμεις, όπως η Ρωσία και Κίνα.
Μετά τον Καραμανλή ήρθαν τα Μνημόνια και από τότε η χώρα έπαψε ουσιαστικά να έχει δική της εξωτερική πολιτική. Ο Μητσοτάκης απλώς το… τερμάτισε, δίνοντας «γην και ύδωρ» στον ξένο παράγοντα, προσφέροντας «κλάδο ελαίας» στη βουλιμική Τουρκία, εις βάρος της προάσπισης εθνικής κυριαρχίας, χαϊδεύοντας την αναιδή Αλβανία και υπηρετώντας την προδοτική Συμφωνία των Πρεσπών. Επί των ημερών του ενταφιάστηκαν και οι σχέσεις πολλών αιώνων με το ομόδοξο ρωσικό έθνος. Και όλα αυτά με τον ανεκδιήγητο ισχυρισμό ότι υπηρετεί τη σωστή πλευρά της Ιστορίας!
Αλλά ας μη μείνουμε στα σημερινά χάλια. Αν με ρωτάτε ποιος απ’ όλους τους μεγάλους ηγέτες της νεότερης περιόδου έκανε τη μεγαλύτερη υπέρβαση, απέναντι στα προσωπικά του πιστεύω, θα σας πω απερίφραστα ο Ιωάννης Μεταξάς. Και μέρες που είναι, αξίζει να θυμηθούμε ένα απόσπασμα από την εκπληκτική ομιλία του στο υπουργικό συμβούλιο τη μέρα της ιταλικής εισβολής: «Κύριοι, με κατηγόρησαν για δύο πράγματα» είπε στους καταφανώς συγκινημένους υπουργούς του. «Πρώτα πως είμαι γερμανόφιλος και δεύτερο πως δεν έχω φαντασία και συναίσθημα όπως ο Βενιζέλος. Η αλήθεια είναι ότι σπούδασα στη Γερμανία και πως είχα πολλούς δεσμούς μ’ αυτή τη χώρα. Αλλά όπως μισεί κανείς ένα φίλο του που δεν στάθηκε στο ύψος της φιλίας του, έτσι μισώ τώρα τους Γερμανούς!»
Ο Μεταξάς συνέχισε εξηγώντας και γιατί αποφάσισε να αντισταθεί στον Άξονα «Όσο για το άλλο (το συναίσθημα), είμαι βέβαια Κεφαλλονίτης και το έχω φυσικό να βάζω κάτω τα πράγματα και να τα ζυγιάζω. Αλλά είναι στιγμές που, αφού τα ζυγιάσει κανείς και τα μετρήσει όλα, πρέπει να αφήσει την καρδιά του να υπαγορεύσει την τελική απόφαση. Και η καρδιά μου λέγει πως δεν μπορώ να προδώσω μια Ιστορία τριών χιλιάδων ετών. Όποιος δεν συμφωνεί μαζί μου μπορεί να παραιτηθεί» κατέληξε, ενώ οι υπουργοί του όρθιοι και δακρυσμένοι τον αποθέωναν…
Δεν χρειάζεται, νομίζω, κάποιο σχόλιο. Το αντιλαμβάνεστε. Αντιλαμβάνεστε, φοβούμαι, επίσης ότι έτσι όπως πορεύεται αυτή η χώρα, δυστυχώς δεν θα ξαναβγάλει Μεταξάδες… Το είδος εξέλιπε…
Η Ελληνική δεξιά υπήρξε πάντοτε κρατικίστικη και αντιδυτική κυρίως αντιαγγλοσαξωνική.
Υπό αυτή την έννοια όντως οι τελευταίοι των Μοικανών της ήταν οι Καραμανλήδες.
Ο Μεταξάς όμως δεν ανήκει σε αυτή τη δεξιά (αυτή που είναι η συνέχεια του Λαικού Κόμματος) αλλά έρχεται από άλλο ιδεολογικό μονοπάτι. Σε αυτό συναντάει το ΠΑΣΟΚ του 74-89, τη ΧΑ και τα απομεινάρια της.
Είναι το Κέντρο που ήταν πάντα υπερ της συμμαχίας με τους Αγγλοσάξωνες και αυτό το ιδεολογικό μονοπάτι ξεκινάει από τον Βενιζέλο, τον Γεώργιο Παπανδρέου, τον Πλαστήρα, τον Ζίγδη, τον Σημίτη και τους Μητσοτάκηδες.
Υπάρχουν τρεις περιπτώσεις που κόντρα στα πιστεύω τους και εκτιμώντας τα πράγματα και το καλό του έθνους πρωθυπουργοί πήγαν κόντρα στον εαυτό τους. Ο Μεταξάς είναι το κορυφαίο παράδειγμα με το ΟΧΙ στην φασιστική επίθεση ενώ ένα δεύτερο είναι η επιστροφή στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ από τον ντεγκωλικό Καραμανλή.
Υπάρχει και παράδειγμα….από την αριστερά μας! Είναι ο Τσίπρας μετά το Οχι του δημοψηφίσματος που έκανε.
Και στις τρεις περιπτώσεις υπάρχει κάτι Σαιξπηρικά τραγικό στη σταση τους. Πρέπει να σκοτώσουν τον εαυτό τους!
Ο Εθνάρχης Καραμανλής δεν έκρυβε την προτίμησή του στη Γαλλία, αλλά κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει ότι προέταξε αλλότρια συμφέροντα εις βάρος αυτών της χώρας του.
– Εθνάρχης και “η Κύπρος κείται μακράν” δεν ταοριάζουν!!!
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, όταν ήρθε η ώρα να ορθώσει παράστημα, το έκανε και με το παραπάνω.
– Μήπως ξεχάσατε το mea culpa!!!