Του Μανώλη Κοττάκη
Ανακάλυψε ο κύριος πρωθυπουργός ότι οι πολυεθνικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά πωλούν τα προϊόντα τους σε τιμές διαφορετικές από τις τιμές που επιφυλάσσουν στους καταναλωτές άλλων χωρών και απείλησε να τις κάνεις «ντα». Εξοχα! Χαιρετίζουμε τον λεονταρισμό. Μόνο που πρέπει να δούμε πόσες πιθανότητες έχει να υλοποιηθεί.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τα σούπερ μάρκετ. Οσοι ξέρουν την αγορά γνωρίζουν δύο πράγματα: πρώτον, το 80% των κωδικών προϊόντων που πωλούνται στα ράφια είναι ξένοι. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι καιρό τώρα ελλειμματικό. Η Ελλάς είναι επί πολλά χρόνια επικράτεια εισαγωγών και όχι εξαγωγών. Επένδυση στον πρωτογενή τομέα εις τρόπον ώστε να διευκολύνει τον ανταγωνισμό να λειτουργήσει και να οδηγήσει στη μείωση των τιμών δεν υπάρχει. Πιο πολύ τον «κυνηγάνε» τον πρωτογενή τομέα, παρά τον βοηθάνε. Στην πραγματικότητα, πολλές εταιρίες κάνουν κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης.
Οπως αναλυτικά μας τα εξηγούσαν νομικά στο πανεπιστήμιο τη δεκαετία του 1990 οι εξαιρετικοί καθηγητές μας στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού (Ελληνικό και Ευρωπαϊκό) και στο Εμπορικό Δίκαιο Νότης Μπερνίτσας, Ελίζα Αλεξανδρίδου, Ιωάννης Σχοινάς και Γρηγόρης Καλαβρός. Δεύτερον, σε άμεση συνάφεια με το πρώτο, ο τζίρος στην αγορά των σούπερ μάρκετ εμφανίζει μια συγκεκριμένη δομή. Το 70% του τζίρου ελέγχεται από ένα ελληνικό σούπερ μάρκετ, στο μετοχικό κεφάλαιο του οποίου μετέχει θυγατρική ελληνικής τραπέζης για λόγους που δεν είναι της στιγμής να εξηγηθούν.
Η ιστορική αυτή εταιρία, που με τη βοήθεια του χρηματοπιστωτικού τομέα πωλεί στα όρια του κόστους, σε μερικές περιπτώσεις ωφελεί, αμέσως ή εμμέσως, 500.000 Ελληνες και Ελληνίδες – εργαζομένους, παραγωγούς και προμηθευτές. Η διάσωσή της είναι ζήτημα κατεξοχήν πολιτικό και δευτερευόντως εμπορικό. Το υπόλοιπο 30% του τζίρου διεκδικείται από άλλες αλυσίδες, οι περισσότερες εκ των οποίων, με μικρές εξαιρέσεις, ελέγχονται κατ’ ουσίαν από αλλοδαπά κεφάλαια.
Τα funds επιτίθενται εσχάτως στους τελευταίους Ελληνες ιδιοκτήτες σούπερ μάρκετ και απαιτούν την πώληση των επιχειρήσεών τους σε αυτά. Δεδομένων της διάρθρωσης της αγοράς αλλά και των ξένων κωδικών, μερικές από αυτές τις εταιρίες κρατούν στον Θεό τις τιμές. Είτε επειδή αντιμετωπίζουν πραγματικά προβλήματα είτε γιατί από τα κέρδη τους στην Ελλάδα επιδοτούν τη μείωση των τιμών των ίδιων προϊόντων σε άλλες, μεγαλύτερες αγορές. Ακόμη και με ανήθικες πρακτικές.
Παράδειγμα: μεγάλη αλυσίδα σούπερ μάρκετ της αλλοδαπής, που άνοιξε τα καταστήματά της στην Ελλάδα επί Σημίτη, έσπευσε να αυξήσει τις τιμές της στα οπωροκηπευτικά και τα κρέατα αμέσως μετά τη θεομηνία του «Ντάνιελ» στη Θεσσαλία. Αν αγόραζε αυτά τα προϊόντα από τη Λάρισα, την Καρδίτσα και τον Βόλο και μετά την κακοκαιρία, λόγω της έλλειψης προσφοράς, αναγκάστηκε να κάνει εισαγωγές από το εξωτερικό για να αναπληρώσει την έλλειψή τους, να καταλαβαίναμε τις αυξήσεις των τιμών. Αλλά είναι λίαν αμφίβολο αν οι αλλοδαποί διευθύνοντές της γνωρίζουν πού πέφτουν ο Τύρναβος, η Ελασσόνα, η Φαλάνη και ο Παλαμάς.
Οι αυξήσεις ήταν εντελώς αδικαιολόγητες. Και η αγορά είναι πράγματι μπανανία. Ουδείς τους ενόχλησε για να κάνει έλεγχο και να τους ρωτήσει πώς αυξάνουν τις τιμές, αφού δεν έχουν προμηθευτές από εκεί. Χρειάστηκε να εισπράξει μια μεγαλοπρεπή πολιτική σφαλιάρα στη Θεσσαλία και σε άλλες Περιφέρειες ο πρωθυπουργός για να θυμηθεί την ύπαρξή τους και να καταγγείλει τις πρακτικές τους. Πέραν αυτών, οι εταιρίες αυτές, όταν το κράτος για τα μάτια του κόσμου κινητοποιείται, σταθμίζουν το ύψος του επαπειλούμενου προστίμου με βάση την τρέχουσα νομοθεσία σε σύγκριση με τα διαφυγόντα κέρδη αν μειώσουν την τιμή. Το πρόστιμο τις περισσότερες φορές είναι τα ρέστα του τζίρου τους – τόσο χαμηλό. Το πρόστιμο είναι ο… φερετζές.
Η κυβέρνηση καμαρώνει σαν «γύφτικο σκεπάρνι» ότι τους κυνηγά και τους τιμωρεί, ενώ στην πραγματικότητα τους διευκολύνει. Και ξέρετε γιατί το κάνει; Γιατί τους διευκολύνει; Γιατί στα τραπέζια των βόρειων προαστίων προεκλογικώς πολιτικοί και επιχειρηματίες γίνονται ένα. Με ό,τι αυτό σημαίνει για τους καταναλωτές. Είναι δυνατόν να θησαύρισαν κάποιοι μέσα στην πανδημία, όπου τα μόνα καταστήματα τα οποία λειτουργούσαν αδιάκοπα, χωρίς ωράριο, ήταν τα σούπερ μάρκετ, και είχαν εξελιχθεί σε κοφτήριο χρήματος, και παρά ταύτα αυτοί να «κλαίγονται» σήμερα και να κρατούν τις τιμές στο «Διάστημα»; Εκτός αν κλαίγονται για να ξεγελούν. Εκτός αν κλαίγονται γιατί αντιγράφουν τις πρακτικές μιας άλλης, παλαιάς οικογένειας, που φαλίρισε: στέλνουν τα χρήματα που κερδίζουν λίγα λίγα στους προσωπικούς τους λογαριασμούς στην Ελβετία και με ό,τι περισσέψει κινείται η επιχείρηση.
Τα αυτά συμβαίνουν και σε άλλο κλάδο που ελέγχεται από πολυεθνικές στην πατρίδα μας: της… κινητής τηλεφωνίας. Τα τέλη είναι 168% μεγαλύτερα σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, σύμφωνα με τα τελευταία επικαιροποιημένα στοιχεία της Eurostat. Και από τις εισπράξεις αυτών των τελών από το υστέρημα των Ελλήνων καταναλωτών υπάρχουν εταιρίες -όχι όλες- που μοιράζουν μέρισμα στους μετόχους τους στις μητρικές εταιρίες τους στο εξωτερικό. Επειδή οι βλάκες οι Ελληνες κάθονται και τους πληρώνουν αδιαμαρτύρητα.
Τόσο κορόιδα είμαστε! Οι εταιρίες αυτές -όχι όλες- προσπάθησαν να σπάσουν τα συμβόλαια των καταναλωτών με αφορμή την κρίση και, όταν παρενέβη ο Συνήγορος του Καταναλωτή και το σταμάτησε, άρχισαν να κάνουν έμμεσες αυξήσεις στους λογαριασμούς, καταργώντας δωρεάν παροχές, όπως η έκπτωση που δικαιούνταν οι καταναλωτές οι οποίοι πλήρωναν τους λογαριασμούς μέσω web banking. Παράλληλα, παρενοχλούν συστηματικά τους πελάτες τους για να τους προτείνουν αύξηση στα τέλη της αναλογικής τηλεφωνίας «λόγω αναβαθμίσεων γραμμών».
Ψέματα προφανώς. Ολα αυτά είναι γνωστά. Και η κυβέρνηση τα ξέρει. Αλλά καιρό τώρα κάνει πως δεν τα ξέρει. Ας είμαστε τίμιοι, λοιπόν – η Πολιτεία εν προκειμένω! Οσο και αν προσπαθούμε να αμβλύνουμε τις εντυπώσεις, είμαστε και θα παραμείνουμε μπανανία με γνωστό αρχηγό/αρχηγούς. Η αγορά λειτουργεί για τους λίγους και όχι για τους πολλούς. Ακόμη και τα market pass, που ήταν επιδότηση στην πώληση, μετά την κατάργησή τους θα μεταφερθούν στον ιδιωτικό τομέα. Μέρος του μισθού των εργαζομένων στα σούπερ μάρκετ και σε άλλες επιχειρήσεις, κοντά στο 1/3, θα καταβάλλεται σε μορφή κουπονιών αγοράς προϊόντων από την επιχείρηση στην οποία εργάζονται. Εάν αυτό είναι φιλελευθερισμός και φιλελεύθερη κοινωνία, ας έρθει να μας το πει ο κύριος πρωθυπουργός.