Του Μανώλη Κοττάκη
Μία εβδομάδα πριν από την επέλαση του καταστροφικού «Daniel» στη Θεσσαλία, η οποία οδήγησε, μεταξύ άλλων, στη μετάθεση των εσωκομματικών εκλογών του ΣΥΡΙΖΑ κατά επτά μέρες, είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με κορυφαίο στέλεχος της ομάδας της Έφης Αχτσιόγλου. Δεν έχει νόημα να αποκαλύψω με ποιον ή με ποια – ποτέ δεν σπάω το off the record. Αξιολογήσαμε τις παρουσίες όλων στην εκδήλωση που έγινε στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού και στο τέλος υπέβαλα μια παρατήρηση: ότι, με βάση αυτά που άκουσα εκεί, εάν ο Στέφανος Κασσελάκης είχε μία εβδομάδα ακόμη στη διάθεσή του, θα ανέπτυσσε ισχυρότατη δυναμική στην κούρσα. Η απάντηση που έλαβα με εξέπληξε: «Θα μου επιτρέψετε να πω ότι δεν είναι θέμα αν υπάρχει χρόνος, αλλά αν υπάρχει πολιτικό περιεχόμενο». Κάτι μου θύμιζε αυτό. Αποφάσισα να πω στον συνομιλητή/συνομιλήτριά μου ευθέως την άποψή μου. Και ήταν αυτή: «Συμφωνώ! Αλλά, επειδή κάποτε ο Πάγκαλος είπε κάτι ανάλογο για τον Αβραμόπουλο, προσωπικά δεν υπερεκτιμώ ποτέ, αλλά και δεν υποτιμώ. Το γράφω γιατί στη δημοσιογραφία, όπως και στην πολιτική, έχω μάθει να εργάζομαι με το καλύτερο και με το χειρότερο σενάριο». Εκείνη την εποχή η Έφη ήταν το φαβορί.
Έχουν και δουλειές
Τελικά, η παρατήρηση επιβεβαιώθηκε: Ο «κύριος τίποτα» του 2023, ο Στέφανος Κασσελάκης, νίκησε τη «miss συγκεκριμένη», την Έφη Αχτσιόγλου. Και το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Πώς κερδίζει τις μάχες ένας/μία σύγχρονος/η πολιτικός; Με την εικόνα ή με το περιεχόμενο; Με τις ατάκες ή με τις θέσεις; Νομίζω ότι η απάντηση είναι απλή: Η εικόνα και οι ατάκες, αν πίσω τους κρύβεται πράγματι περιεχόμενο, είναι η περίληψη αυτού που είμαστε. Του εαυτού μας. Η εποχή μας τρέχει γρήγορα. Οι πολίτες, έχοντας να αντιμετωπίσουν ένα σωρό αντιξοότητες καθημερινά, αφιερώνουν πολύ συγκεκριμένο χρόνο για ενημέρωση και ζητούν από εμάς, είτε είμαστε πολιτικοί είτε δημοσιογράφοι ή καθηγητές ή οικονομολόγοι είτε διανοούμενοι, όταν μιλάμε μπροστά στον φακό να συγκεφαλαιώνουμε μέσα σε 100 λέξεις αυτό που έχουμε στο μυαλό μας. Έχουν και δουλειές. Και μετά, αφού κερδίζουμε την προσοχή τους, τότε και μόνο τότε μας δίνουν το πράσινο φως να το αναπτύσσουμε. Σε αυτή την περίληψη περιλαμβάνονται και το βλέμμα μας, το πρόσωπό μας, η σπίθα που έχουμε στα μάτια ή δεν έχουμε όταν μιλάμε.
Ο κόσμος διαθέτει ένα δικό του, ξεχωριστό ένστικτο, το οποίο δεν είναι πάντοτε σωστό, αλλά συνήθως πέφτει μέσα. Βέβαια, η δική μου γενιά, η γενιά του Νίκου Φίλη, ακόμα και η γενιά της Έφης Αχτσιόγλου, μεγάλωσε μέσα στις φοιτητικές νεολαίες, εθισμένη στη μάχη των ιδεών και των επιχειρημάτων. Δεν δίναμε σημασία τότε ούτε στα πρόσωπα ούτε στο ντύσιμο, που είναι αξιακός κώδικας σήμερα, ούτε στις ατάκες. Αντιθέτως, αγαπούσαμε τις πολύ ωραίες χαοτικές αντιπαραθέσεις. Η τηλεόραση και το ραδιόφωνο -πόσο μάλλον τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης- μου έμαθαν ότι πρέπει να επιλέγεις 10 ισχυρές λέξεις και να είσαι σύντομος ώστε να φτάσει το μήνυμά σου σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού. Πρέπει να είσαι άμεσος και συνοπτικός. Η φλυαρία τιμωρείται. Αυτό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι δεν έχεις περιεχόμενο. Θα έρθει η ώρα που θα κληθείς να αποδείξεις ότι εννοείς αυτές τις 10 λέξεις και ότι ξέρεις τι κρύβεται αληθινά πίσω από αυτές και ποιο είναι το δικό τους ειδικό βάρος. Στην περίπτωση Κασσελάκη, μάλιστα, παρατηρείται το εξής ενδιαφέρον: Ο νέος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ πούλησε το πρόσωπό του, τα μπράτσα του, την αμεσότητά του και τον συναισθηματισμό του. Δεν ταυτίστηκε με κάποια λέξη.
Τα δύσκολα είναι μπροστά
Από δω και πέρα αρχίζουν τα δύσκολα για αυτόν. Να αποδείξει πράγματι ότι είχε περιεχόμενο. Αλλά χωρίς την εικόνα δεν θα μπορούσε να πάει πουθενά. Αυτό ας γίνει μάθημα για την ομάδα των «53», η οποία από το 2010 κυριαρχεί στα μέσα ενημέρωσης ως βασική συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ελιτισμός δεν πουλά, δεν κερδίζει πάντα. Να είσαι πλειοψηφία στο σύστημα δεν σημαίνει ότι είσαι πλειοψηφία και στον λαό. Οι δεκάδες ώρες που είχαν τα στελέχη αυτής της ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ στα τηλεοπτικά πάνελ, όταν δεν υπήρχε Κασσελάκης, μεταφράστηκαν σε μόλις 13.000 ψήφους επί συνόλου 140.000. Τραγική μειοψηφία. Άλλοι, με πολύ μεγαλύτερη επιρροή στους πολίτες, είναι εντελώς αποκλεισμένοι από τα μέσα ενημέρωσης, δεν φτάνουν ούτε έξω από την πόρτα τους, και τα καταφέρνουν. Ας δουν τι γίνεται στα δεξιά του πολιτικού συστήματος και θα καταλάβουν. Γιατί μέχρι τώρα βαφτίζουν, ανοήτως, «μεταπολιτική» την ήττα τους και δεν καταλαβαίνουν. Περιφέρονται σαν μοιρολογίστρες και γεροντοκόρες στα μέσα ενημέρωσης για να εξηγήσουν τι δεν καταλαβαίνουν ό,τι τους συνέβη. Ενώ τα πράγματα είναι καθαρά: Στήθηκαν κάλπες και έχασαν. Αυτά έχει η δημοκρατία.
Η κριτική είναι ανάλογη της κριτικής που γινόταν στην ανανεωτική αριστερά από το ΚΚΕ!
(και είναι κάπως περίεργο όταν γίνεται από κάποιον δεξιό αλλά το καταλαβαίνω, με αυτούς Ρηγάδες και Κνίτες μεγαλώσαμε!)
Τι λέγανε λοιπόν οι σύντροφοι (οι ορθόδοξοι) στους Ρηγάδες?
Φεμινισμός? Σύντροφε όταν τα μέσα παραγωγής περάσουν στην εργατική τάξη τότε οι εξουσιαστικές σχέσεις δεν θα σταματήσουν μόνο στη παραγωγή αλλά και μέσα στην οικογένεια.
Και το αυτό ίσχυε σε κάθε θέμα που άνοιγε.
Η ανανεωτική αριστερά ήταν απολιτίκ για τους Κνίτες μας. Ανάλωση στα τριτεύοντα με αποτέλεσμα να χαθεί η ουσία της πολιτικής.
Και είναι αστείο άνθρωποι της ανανεωτικής αριστεράς σήμερα να ακούγονται ως Κνίτες της δεκαετίας του 70 απέναντι στην αμερικανική αριστερά. Υπάρχει και κάποια ειρωνεία της Ιστορίας βέβαια.
Σαφώς και η αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού κόμματος και ιδεολογία έχει και πολιτική πρόταση.
Το ότι αυτή δεν πείθει τους τρόφιμους των αμφιθεάτρων μικρή σημασία έχει. Μοιάζει να πείθει τον κόσμο της Ελληνικής αριστεράς. Που είναι και το μόνο που έχει σημασία στη πολιτική.
Για τους συντρόφους της ανανεωτικής αριστεράς στα αμφιθέατρα να θυμίσουμε καποιους στίχους που τους αγάπαγαν αλλά νόμιζαν ότι μιλούν για άλλους. Τελικά μιλούσαν γι αυτούς!
“..you better start swimmin’
Or you’ll sink like a stone
For the times they are a-changin'”