Του Γιώργου Χατζηδημητρίου
Στην Κύπρο τον 20ό αιώνα εκτυλίχθηκε το τελευταίο ιστορικό επεισόδιο της συρρίκνωσης του ελληνικού έθνους. Ώστε να συμπτυχθεί στα γεωγραφικά όρια της σημερινής κρατικής οντότητας.
Όσο κι αν μιλάμε για δύο ξεχωριστά -πλην όμως, για όσους το ξεχνάνε, όμαιμα, με κοινή γλώσσα, ήθος και εθνικό ύμνο- κράτη, δοκιμάζονται σε αυτό το ακραίο όριο οι εθνικές αντοχές και η ιστορική ικμάδα του Ελληνισμού. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι έχουμε από κοινού συμφωνήσει πως θέλουμε να ζούμε ελεύθεροι και απορρίπτουμε τη «φινλανδοποίηση» της χώρας και, ως εκ τούτου, τη δυσοίωνη προοπτική να ζει υπό την ισόβια απειλή της Τουρκίας, σαν άδοξος και ανυπόληπτος δορυφόρος.
Επείγουν πολλά ώστε να ανακτήσουμε έναν οικονομικό και δημογραφικό δυναμισμό που θα αναβάθμιζε τη στρατηγική μας δυνατότητα να ορίζουμε με εθνική αυτάρκεια τη μοίρα μας.
Αυτά, όμως, δεν γίνονται με πολιτικάντικες διακηρύξεις περί της αναγκαιότητας εκσυγχρονισμού της καθυστερημένης χώρας και του κατάκοπου και επιδοτούμενου λαού της, ούτε με ξέφρενες ιαχές ή πουλώντας κάλπικο πατριωτισμό σε φανατισμένα ακροατήρια στο ασυνάρτητο λιανεμπόριο των ιδεών.
Απαιτούν, δυστυχώς, σχέδιο…
Στο δροσερό ελβετικό θέρετρο Κραν Μοντανά, τον Ιούλιο του 2017, προσπάθησαν φιλότιμα πολλοί να σύρουν την Κυπριακή Δημοκρατία σε μια παράδοση άνευ όρων στην Τουρκία, η οποία, σε αντίθεση με ορισμένους κύκλους στην Ελλάδα, θεωρεί το Κυπριακό άμεσα συνδεδεμένο με την εθνική της ασφάλεια και, ως εκ τούτου, αρνείται να δεχθεί αποχώρηση του κατοχικού στρατού και ακύρωση του αποικιοκρατικού καθεστώτος των εγγυήσεων.
Παρά τις οδυνηρές αποδοχές τις οποίες έκανε -που δεν θα οδηγούσαν σε κανονικό κράτος, βέβαια, και οι οποίες, με βάση την εμπειρία, προστίθενται στο υπέδαφος των «κακών προηγούμενων»-, ο τότε Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης, φανατικός υπέρμαχος του κατάπτυστου Σχεδίου Ανάν, κατάλαβε ότι δεν θα είχε τόπο να σταθεί αν γύριζε στη Λευκωσία με τέτοια συμφωνία στα χέρια, που θα αναγνώριζε τα κατοχικά τετελεσμένα και θα έδινε το δικαίωμα (το δήλωσε αφοπλιστικά ο τότε Τούρκος ΥΠΕΞ Μ. Τσαβούσογλου, ύστερα από επίμονη και ευφυή μαιευτική του Νίκου Κοτζιά) στην Τουρκία να επεμβαίνει στρατιωτικά όποτε γουστάρει στο νησί!
Για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια, ο λεγόμενος «διεθνής παράγοντας», όσο κι αν κρύφτηκε πίσω από εύσχημα προσχήματα, αρνούμενος να καταλογίσει δίκαια τις ευθύνες για το διαπραγματευτικό ναυάγιο, αναγνώρισε ότι η τουρκική στρατιωτική παρουσία και οι διακρατικές εγγυήσεις των Συμφωνιών Ζυρίχης- Λονδίνου του 1960 συνιστούν κάποιου είδους αναχρονισμό.
Δεν ήταν καλό ασφαλώς το αποτέλεσμα, αφού το αίτημα της απελευθέρωσης παραμένει αδικαίωτο. Θα ήταν όμως χειρότερη μια λύση με βάση τη λογική όσων, πιστεύοντας ότι υπηρετούν τον ρεαλισμό, στέκονται στην ουρά της ξεπερασμένης θεωρίας των «χαμένων ευκαιριών» για το Κυπριακό, όπως ο Χ. Ροζάκης, πρώην υφ. Εξωτερικών του Κ. Σημίτη, ο οποίος πριν από 10 μέρες ξαναέβγαλε σε κυκλοφορία σενάρια κατευνασμού.
Αυτός ο ύποπτος ρεαλισμός έχει και όρια. Και αυτά δεν τέμνονται απαραιτήτως με τις εθνικές προτεραιότητες.
ΥΓ.: «Από τον κακό χρόνο γλιτώνεις. Από τον κακό γείτονα δεν γλιτώνεις» λέει μια σοφή τουρκική παροιμία, την οποία φαίνεται ότι αγνοούν πεισματικά κάποια ρετιρέ του αθηναϊκού κέντρου…
(*Τραγούδι του Δ. Σαββόπουλου)