Του Σάββα Καλεντερίδη
Η προσέγγιση ΗΠΑ – Ρωσίας και οι δηλώσεις Τραμπ για αποστασιοποίηση από την Ευρώπη, που θέτουν υπό αμφισβήτηση ακόμα και την ύπαρξη του ΝΑΤΟ, σε συνδυασμό με την κατάσταση αστάθειας που έχει δημιουργηθεί στη Συρία και γενικώς στη Μέση Ανατολή, προβληματίζουν την Άγκυρα.
Η προσέγγιση ΗΠΑ – Ρωσίας έχει αφαιρέσει από την Άγκυρα τη δυνατότητα να ακολουθεί την πολιτική του εκκρεμούς και να κινείται μεταξύ Ουάσινγκτον και Μόσχας, αποκομίζοντας οφέλη και από τη μια και από την άλλη πλευρά.
Η αποστασιοποίηση της Ουάσινγκτον από την Ευρώπη και το φάσμα της πιθανής διάλυσης του ΝΑΤΟ έχουν εμβάλει σε ανησυχίες την Άγκυρα, η οποία θέλει εναγωνίως να αγκιστρωθεί σε κάποιον αμυντικό οργανισμό της Δύσης, μέσω του οποίου αντλεί διεθνή νομιμοποίηση σε όσα διαπράττει κατά των εθνικών και των θρησκευτικών ομάδων στην Τουρκία αλλά και κατά των διαφωνούντων.
Η αστάθεια που επικρατεί στα νότια σύνορά της και η πιθανότητα αποσταθεροποίησης του καθεστώτος των τζιχαντιστών του Αχμέτ αλ Σάρα, σε συνδυασμό με τη δραστηριοποίηση του Ισραήλ, για να ασκήσει επιρροή στη χώρα αυτή, μέσω κατάληψης κρίσιμων εδαφών και υποστήριξης της ομοσπονδοποίησής της, έχει χαρακτηριστεί από την Τουρκία ως μείζων κίνδυνος, που απειλεί την ίδια την επιβίωση της γείτονος. Και δεν μιλάμε για διάλυση της Τουρκίας, αλλά για τον «κίνδυνο» μετατροπής και της ίδιας σε μια ομοσπονδοποιημένη χώρα, κάτι που θα σημάνει το οριστικό τέλος της παλιάς, υπερσυγκεντρωτικής και αυταρχικής προς οποιονδήποτε και οτιδήποτε δεν συμφωνεί με το καθεστώς της Άγκυρας, Τουρκίας.
Οι παραπάνω ανησυχίες εκφράστηκαν από τον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας Χακάν Φιντάν σε δηλώσεις του στη βρετανική εφημερίδα «Financial Times».
Αναφερόμενος στην αλλαγή που κυοφορείται στους κόλπους της Δύσης μετά την εκλογή και τις δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ τις τελευταίες εβδομάδες, ο Τούρκος ΥΠΕΞ, αφού σημειώνει ότι «οι ενέργειες του προέδρου των ΗΠΑ είναι μια κλήση αφύπνισης για να ενωθούμε και να σχεδιάσουμε το δικό μας κέντρο βάρους», θεωρώντας τη χώρα του ως μέρος της Ευρώπης, σημειώνει ότι «η Τουρκία θα θέλει να είναι μέρος της νέας ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας, που θα προκύψει σε περίπτωση διάλυσης του ΝΑΤΟ».
Αφού υπογραμμίσουμε το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί στο ρήμα «να ενωθούμε» αλλά και την κτητική αντωνυμία «δικό μας», είναι προφανές ότι η Τουρκία είναι εξαιρετικά ανήσυχη με τις εξελίξεις και θέλει οπωσδήποτε να γαντζωθεί στην Ευρώπη, γιατί η «μοναξιά» σε μια ασταθή περιοχή είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για τη συγκεκριμένη χώρα.
Και δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος, που ήταν επικεφαλής της τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών (ΜΙΤ) δεκατρία χρόνια και τώρα υπουργός Εξωτερικών, είναι γνωστός τόσο για την επιφυλακτικότητά του όσο και για το ότι δεν μοιράζεται με το κοινό ένα θέμα που δεν έχει θίξει με τον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, για παράδειγμα.
Από αυτά τα λόγια μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το ενδεχόμενο διάσπασης του ΝΑΤΟ, που έχει ήδη αναφερθεί σε ορισμένες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, έχει αρχίσει να συζητείται στα ανώτατα κλιμάκια του κράτους στην Άγκυρα.
Πηγές, που επικαλείται ο έγκριτος δημοσιογράφος Μουράτ Γετκίν σε άρθρο του, αναφέρουν ότι «η Τουρκία ετοιμάζεται να βάλει στην ατζέντα της ευρωπαϊκές επιλογές ασφάλειας με ή χωρίς ΝΑΤΟ», καθώς και ότι «δεν υπάρχει ακόμη μελέτη σεναρίου ή σχεδιασμός, αλλά, παρόλο που δεν πιστεύουμε ότι το ΝΑΤΟ θα διαλυθεί τόσο εύκολα, αυτό το ενδεχόμενο φυσικά συζητείται, με βάση τις πρόσφατες εξελίξεις».
Αυτός είναι ο λόγος που η Τουρκία θέλει να είναι μέρος της Ευρώπης, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω αυτού του γεωπολιτικού μετασχηματισμού, και αυτός είναι ο λόγος που το τελευταίο διάστημα ο Ερντογάν δεν παραλείπει να τονίζει συνεχώς την αξία της χώρας του και ότι «η ευρωπαϊκή ασφάλεια είναι αδιανόητη χωρίς την Τουρκία».
Σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο γεωπολιτικών αλλαγών, την ώρα που η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της και λύσεις στο τεράστιο ζήτημα της δικής της ασφάλειας, έχει ιδιαίτερη σημασία οι παράγοντες που χαράσσουν την εθνική στρατηγική της Ελλάδας να αξιολογήσουν τον ρόλο που διεκδικεί η Βρετανία στην επιζητούμενη αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης, την πρόσκληση της Τουρκίας στην πρόσφατη σύνοδο που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο για την Ουκρανία και τη μη πρόσκληση της Ελλάδας σ’ αυτήν.
Είναι κεντρικό ζητούμενο ο ρόλος που θα διεκδικήσει να παίξει η Αθήνα -συνεπικουρούμενη από τη Λευκωσία στους κόλπους της Ε.Ε.- στις διεργασίες κυοφορίας και έγκρισης αυτής της νέας αρχιτεκτονικής ασφάλειας.
Καλό είναι, δε, οι καθ’ ύλην αρμόδιοι να μελετήσουν με μεγάλη προσοχή τον ρόλο που έπαιξε στη μεταμόρφωση της Τουρκίας από μια καχεκτική χώρα στη σημερινή, διεκδικούσα κεντρικό ρόλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης η επιλογή του Ελσίνκι, ως μια διαδικασία που θα «εξημέρωνε» το θηρίο.
Η Ελλάδα, αν και είναι παγιδευμένη στη Διακήρυξη Φιλίας και Συνεργασίας των Αθηνών, δεν πρέπει να ξανακάνει το ίδιο λάθος, να αναγνωρίσει ως σύμμαχο και πάλι στο πλαίσιο της Ε.Ε. την Τουρκία και να βιώσουμε όσα βιώνουμε από το 1952, που είμαστε σύμμαχοι στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ με μια χώρα που, επωφελούμενη ακριβώς από αυτήν την ιδιάζουσα σχέση, έχει εξοντώσει τον Ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης, έχει εισβάλει στην Κύπρο και συνεχίζει να κατέχει το 37% του νησιού, μα απειλεί με πόλεμο και διεκδικεί το μισό Αιγαίο.
Είναι ώρα σε αυτήν την περίοδο, που αλλάζουν όλα γύρω μας, για επανασχεδιασμό της εθνικής μας στρατηγικής και αποφυγή των θανάσιμων λαθών του παρελθόντων.
Δεν θα μας συγχωρήσουν νέα λάθη οι επόμενες γενιές.