Του Γιάννη Χατζηθεοδοσίου*
Τα τελευταία χρόνια ο πλανήτης βιώνει μια διαρκή αναταραχή στον ενεργειακό τομέα, εξαιτίας πολεμικών συγκρούσεων και γεωπολιτικών εντάσεων, ενώ παραμένει απαιτητική η πρόκληση της ενεργειακής μετάβασης για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Για την Ε.Ε. η διαχρονική εξάρτηση από εισαγόμενες πηγές ενέργειας, κυρίως από τη Ρωσία, έχει αναδειχθεί σε μία από τις μεγαλύτερες αδυναμίες της σε γεωστρατηγικό αλλά και σε οικονομικό επίπεδο. Για δεκαετίες η Ευρώπη βασίστηκε στη ρωσική ενεργειακή τροφοδοσία ως σταθερή και συμφέρουσα λύση. Ωστόσο, η επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ Ρωσίας και Δύσης έχει δημιουργήσει πλέον μια νέα πραγματικότητα.
Η διακοπή των ροών ρωσικού φυσικού αερίου μέσω Ουκρανίας από την 1η Ιανουαρίου ήταν ακόμα ένα σοβαρό πλήγμα για τις ευρωπαϊκές προμήθειες ενέργειας. Καθώς δεν διαθέτει αρκετές εναλλακτικές λύσεις, η Ευρώπη έχει στραφεί σε άλλες πηγές, κυρίως στο υγροποιημένο φυσικό αέριο LNG, από χώρες όπως οι ΗΠΑ, το Κατάρ και η Αλγερία – όπου όμως η αυξημένη ζήτηση οδηγεί σε άνοδο των τιμών. Μέσα σε έναν χρόνο η τιμή του φυσικού αερίου στην Ευρώπη διπλασιάστηκε, φτάνοντας πάνω από 55 ευρώ/MWh, και προβλέπεται να παραμείνει υψηλή σε όλη τη διάρκεια του έτους. Για να εξασφαλίσει τις απαραίτητες προμήθειες και να συμπληρώσει τα αποθέματά της, η Ευρώπη θα πρέπει να ανταγωνιστεί τη ζήτηση από την Ασία, ενώ αναμένεται να αυξηθεί και η εξάρτησή της από το αμερικανικό LNG.
Η στρατηγική της Ε.Ε. για τη διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών της και για την ταχύτερη διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό της μείγμα είναι ορθή. Η επιτυχία της όμως θα εξαρτηθεί από την προώθηση κατάλληλων επενδύσεων για τη δημιουργία των απαραίτητων υποδομών και δικτύων, για την εγκατάσταση σταθμών αποθήκευσης και την ενίσχυση των διασυνδέσεων μεταξύ των κρατών-μελών. Στη σωστή κατεύθυνση είναι, επίσης, η δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής πλατφόρμας για την αγορά συμβάσεων αγοράς ενέργειας, με σκοπό την κοινή προμήθεια ενέργειας σε σταθερότερες και πιο προσιτές τιμές.
Στο μεταξύ, οι πιέσεις για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά γίνονται όλο και πιο ασφυκτικές. Οι τιμές της ενέργειας συνιστούν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα οι μικρομεσαίες.
Ως ΕΕΑ έχουμε αναδείξει επανειλημμένα την ανάγκη ουσιαστικών παρεμβάσεων για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ενάντια στις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας. Χρειάζονται περισσότερες κινήσεις, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο.
Η κυβέρνηση οφείλει να εξαντλήσει κάθε δυνατότητα πίεσης προς την Ε.Ε., ώστε να προχωρήσει ταχύτερα στην εξεύρεση μόνιμων λύσεων για την ενεργειακή ασφάλεια και αυτονομία της Ευρώπης. Θα πρέπει, παράλληλα, να στηρίξει ουσιαστικά τα νοικοκυριά και τις ΜμΕ, που είναι περισσότερο εκτεθειμένες στις αναταράξεις της ενεργειακής αγοράς.
*Πρόεδρος ΕΕΑ, επίτιμος διδάκτορας ΠΑ.ΠΕΙ. και Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών