Γράφει ο Λάζαρος Καμπουρίδης, αντιστράτηγος ε.α.*
Η αποπομπή πέντε νέων Τούρκων ανθυπολοχαγών και τριών ανώτερων αξιωματικών της στρατιωτικής ακαδημίας αποκαλύπτει την κατάσταση αλλά και τις τάσεις στις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΤΕΔ), με τον Ερντογάν να συνεχίζει να μην εμπιστεύεται το στράτευμα.
Η ανακριτική διαδικασία και η απόφαση αποπομπής δίνουν την εικόνα της μάχης του Ερντογάν να ιδρύσει στρατό αφοσιωμένο μόνο στον ίδιο, χωρίς αποτέλεσμα. Και όλα αυτά εννέα χρόνια μετά την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016 και παρά τις εκκαθαρίσεις στελεχών και τους διορισμούς νέων επιτροπών επιλογής προσωπικού.
Στις 30 Αυγούστου πραγματοποιήθηκε η ορκωμοσία των 950 νέων ανθυπολοχαγών στη Στρατιωτική Ακαδημία της Τουρκίας. Μετά την ορκωμοσία, περίπου 350 ανθυπολοχαγοί επανέφεραν ένα προ τριετίας καταργημένο άτυπο πρωτόκολλο και, υψώνοντας τα ξίφη, φώναξαν διάφορα συνθήματα, λέγοντας «είμαστε στρατιώτες του Μουσταφά Κεμάλ».
Με καθυστέρηση πέντε περίπου ημερών, ο Τούρκος πρόεδρος, δεχόμενος πίεση από ακραίους κύκλους ισλαμιστών και ευρασιατιστών, έκανε δηλώσεις, εκφράζοντας την ενόχλησή του και στέλνοντας το μήνυμα ότι πρόκειται να αποπεμφθούν 30-50 ανθυπολοχαγοί.
Πριν από μερικές ημέρες συνήλθε το Ανώτερο Πειθαρχικό Συμβούλιο Χερσαίων Δυνάμεων και αποφάσισε την αποπομπή των πέντε πρωτεργατών του συμβάντος και άλλων τριών ανώτερων αξιωματικών της Στρατιωτικής Ακαδημίας, ενός συνταγματάρχη, ενός αντισυνταγματάρχη και ενός ταγματάρχη. Ο αντισυνταγματάρχης ήταν των Ειδικών Δυνάμεων του Γενικού Επιτελείου, με διακρίσεις σε μάχες στη Συρία και στο Ιράκ.
Κεμαλικοί κύκλοι σαφώς ενοχλημένοι προσπάθησαν να αποτρέψουν την αποπομπή των ανθυπολοχαγών, οι οποίοι στις καταθέσεις τους όχι μόνο δεν έδειξαν μετανιωμένοι, αλλά επέμειναν στην ορθότητα της πράξης τους, επαναλαμβάνοντας την αφοσίωσή τους στον Μ. Κεμάλ.
Τα πυρά της κεμαλικής αντιπολίτευσης δέχεται ο υπογράφων της απόφασης, διοικητής των χερσαίων δυνάμεων, στρατηγός Σ. Μπαϊρακτάρογλου, που πιθανότατα θα είναι ο επόμενος αρχηγός του Γενικού Επιτελείου και ο οποίος θεωρείται ακραίος κεμαλιστής. Αυτός, αμέσως μετά την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου, προήχθη στον βαθμό του αντιστρατήγου και τοποθετήθηκε ως διευθυντής στον Κλάδο Προσωπικού του Γενικού Επιτελείου, σε μια προσπάθεια ισορροπίας απέναντι στο κύμα διώξεων το οποίο είχε στραφεί όχι μόνο εναντίον των γκιουλενιστών αξιωματικών, αλλά και μεγάλης μερίδας των κεμαλιστών.
Ερωτήματα προκαλεί το γεγονός ότι, ενώ οι εμπλεκόμενοι ήταν περίπου 350 και ο Ερντογάν στοχοποίησε 30-50 ανθυπολοχαγούς, τιμωρήθηκαν μόνο πέντε από αυτούς. Δύο είναι οι πιθανοί λόγοι: ο Ερντογάν δεν θέλησε να θίξει περισσότερο το στράτευμα, και μάλιστα σε μια περίοδο που οι μεγαλοϊδεατισμοί και τα οράματά του υλοποιούνται κυρίως από τη «σκληρή ισχύ», δηλαδή τις ΤΕΔ. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την έρευνα το προηγούμενο διάστημα, όπου αποκαλύφθηκε ότι πολλοί από τους εμπλεκόμενους ανθυπολοχαγούς ανήκουν ιδεολογικά στον εθνικιστικό χώρο, δηλαδή αυτόν που εκφράζει ο κυβερνητικός εταίρος Ν. Μπαχτσελί.
Ο Ερντογάν δέχθηκε πιέσεις από τους ακραίους ισλαμιστές, αλλά και από τους ευρασιατιστές κυβερνητικούς εταίρους του. Οι κύκλοι αυτοί επιθυμούν την παρακολούθηση και των υπόλοιπων πρωταγωνιστών, μια και πιστεύουν ότι η ενέργεια αυτή αποκαλύπτει δυναμική νέου πραξικοπήματος. Το ίδιο θεωρεί και ο κυβερνητικός εταίρος, ο ακραίος εθνικιστής Ν. Μπαχτσελί, ο οποίος έκανε λόγο για «μασκοφόρους δημοκράτες, λάτρεις των πραξικοπημάτων, οι οποίοι στήνουν ενέδρες εναντίον της Τουρκίας».
Οι κεμαλιστές στην Τουρκία είναι πολύ θυμωμένοι με την απόφαση αυτή, καθώς ενισχύεται η πεποίθησή τους ότι ο Ερντογάν επιδιώκει να φτιάξει τον δικό του καθεστωτικό στρατό. Οι ίδιοι κύκλοι κάνουν λόγο για παρακμιακά φαινόμενα στο στράτευμα και μιλούν για καταστάσεις απειθαρχίας, μιλώντας για ύπαρξη δύο κατηγοριών στρατιωτικών, όπου η μία βλέπει με αντιπάθεια την άλλη. Πρόκειται για αυτούς οι οποίοι εντάχθηκαν στις ΤΕΔ πριν από την απόπειρα πραξικοπήματος και αυτούς που είτε αποφοίτησαν από τις παραγωγικές σχολές είτε προσελήφθησαν με διάφορες διαδικασίες από τις ερντογανικές επιτροπές επιλογής μετά τη 15η Ιουλίου, οι οποίοι θεωρούνται πραιτοριανοί του Ερντογάν. Οι δεύτεροι εκδηλώνουν συχνά πυκνά πράξεις απειθαρχίας, αφού έχουν προσληφθεί με διαδικασίες οι οποίες εξυπηρετούν τον στόχο της ίδρυσης φιλοερντογανικού στρατού, αμφισβητώντας πολλές φορές τις εντολές των προϊσταμένων τους.
Οι ίδιοι κεμαλικοί κύκλοι αναφέρουν ως παράδειγμα απειθαρχίας το συμβάν του βαρέος τραυματισμού δύο υπαξιωματικών σε σχολή ειδικών δυνάμεων της στρατοχωροφυλακής στη Μανίσα, το οποίο προκάλεσε την οργή του προσωπικού λόγω των ελλειμματικών μέτρων ασφάλειας σε εκπαίδευση με πραγματικά πυρά, συμβάν το οποίο δεν έτυχε της ανάλογης δημοσιότητας.
Η αντίδραση των ισλαμιστών – ευρασιατιστών εναντίον των ανθυπολοχαγών αποδίδεται στην απέχθειά τους προς τη Δύση και την εμμονή τους στον ανατολικό προσανατολισμό της Τουρκίας, καθώς οι νεαροί αξιωματικοί με την πράξη τους έφεραν στην επιφάνεια τον Μ. Κεμάλ, ο οποίος είχε δώσει δυτικό προσανατολισμό στη χώρα.
Το συμβάν αυτό αποκαλύπτει μια πραγματικότητα την οποία ο Ερντογάν δεν μπορεί να δεχθεί, παρότι η νέα γενιά στρατιωτικών προσλαμβάνεται με κύριο γνώμονα την αφοσίωση στον ίδιο, ενώ αυτοί συνεχίζουν να θεωρούν τον Μ. Κεμάλ ως το υπέρτατο σύμβολο.
Η απάντηση είναι πολύ απλή: τον γενετικό κώδικα της στρατιωτικής σκέψης στην Τουρκία τον έχει ορίσει ο Μ. Κεμάλ, ο οποίος συνεχίζει να διδάσκεται σε όλες τις στρατιωτικές σχολές. Ο εφιάλτης μιας νέας απόπειρας θα συνεχίσει να υφίσταται στην Τουρκία, όπως και οι πολώσεις στις ΤΕΔ, με αποτέλεσμα την έλλειψη εμπιστοσύνης του Ερντογάν στο στράτευμα.
*Απόφοιτος της Σχολής Εθνικής Άμυνας, κάτοχος MBA από το Nottingham Trend University, πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας & Εθνολογίας του ∆ΠΘ και υποψήφιος διδάκτορας του Πάντειου Πανεπιστημίου, ενώ διετέλεσε μέλος της ελληνικής διπλωματικής αντιπροσωπίας στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1995-1999, ακόλουθος Άμυνας στην ελληνική πρεσβεία στην Άγκυρα/παράλληλη διαπίστευση στο Μπακού την περίοδο 2013-2017. Είναι συνεργάτης του αμερικανικού ινστιτούτου αναλύσεων «Defense & Foreigner Affairs». Αποστρατεύθηκε τον Μάρτιο του 2022.