Του Σάββα Καλεντερίδη
Με την ανατροπή του Άσαντ και την ανάληψη της εξουσίας από τους διεθνώς αναγνωρισμένους ως τρομοκράτες της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS) του Γκολάνι-Αχμέτ αλ Σάρα, η Τουρκία εισέβαλε παντοιοτρόπως στη Συρία και προσπαθεί να ελέγξει τη λειτουργία του κράτους, της οικονομίας, της κοινωνίας, των υπηρεσιών πληροφοριών και των ενόπλων δυνάμεων της χώρας αυτής, που οδηγήθηκε στο χείλος της καταστροφής ύστερα από πολυετή εμφύλιο πόλεμο (2011-2024).
Ένα από τα ζητήματα που αναδείχθηκαν την επομένη της ανατροπής Άσαντ είναι το ενδεχόμενο η Τουρκία να υπογράψει συμφωνία οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας με τη Συρία στα πρότυπα του τουρκολιβυκού μνημονίου, δηλαδή χωρίς να λάβει υπ’ όψιν της το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και εφαρμόζοντας ένα «α λα τούρκα» δίκαιο.
Μάλιστα, το ζήτημα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας με τη Συρία έφερε στο προσκήνιο με δηλώσεις του ο Τούρκος υπουργός Μεταφορών και Υποδομών, Αμπτουλκαντίρ Ουράλογλου, ο οποίος είπε ότι «η Άγκυρα και το νέο καθεστώς της Συρίας πρόκειται να υπογράψουν συμφωνία για την οριοθέτηση των μεταξύ τους ζωνών θαλάσσιας δικαιοδοσίας».
Συνεχίζοντας είπε ότι «θα συνάψουμε συμφωνία θαλάσσιας δικαιοδοσίας με τη συριακή κυβέρνηση. Επεξεργαζόμαστε ένα σχέδιο δράσης έκτακτης ανάγκης που περιλαμβάνει τις αεροπορικές, σιδηροδρομικές, οδικές και επικοινωνιακές υπηρεσίες στη Συρία. Θα επαναλειτουργήσουμε τα αεροδρόμια».
Σημειώνεται ότι η δήλωση του εν λόγω υπουργού έγινε μετά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου υπό την προεδρία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στις 23 Δεκεμβρίου 2024.
Στο θέμα επανήλθε ο πρώην υπουργός Άμυνας και νυν πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών και Άμυνας της τουρκικής εθνοσυνέλευσης, Χουλουσί Ακάρ, ο οποίος, μάλιστα, το ενέταξε στο πλαίσιο των ενεργειών που γίνονται για την υλοποίηση του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Όμως, γενικά, το θέμα του ελέγχου και της επιρροής που προσπαθεί να αποκτήσει η Τουρκία στη γειτονική Συρία, και ειδικά το θέμα της οριοθέτησης θαλάσσιων ζωών, το αναλύει ο πρέσβης ε.τ. Σελίμ Κουνεράλπ σε άρθρο του στην εφημερίδα «Σερμπεστιέτ».
Ο Τούρκος διπλωμάτης θίγει βασικά δύο θέματα, αυτό των σχέσεων Τουρκίας – Ισραήλ υπό το πρίσμα των ανατροπών και των εξελίξεων στη Συρία, και το πρόβλημα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η Τουρκία αν επιχειρήσει να πετύχει συμφωνία οριοθέτησης, λόγω του ότι η Συρία ποτέ δεν έχει δεχτεί ότι ο νομός Αντιοχείας είναι τουρκικό έδαφος. Άρα, αφού δεν έχουν αναγνωριστεί τα σύνορα των δύο χωρών στις ακτές της ανατολικής Μεσογείου, πώς είναι δυνατόν να γίνει συμφωνία οριοθέτησης;
Ας δούμε, όμως, τι λέει ο βετεράνος Τούρκος διπλωμάτης:
(…) Δεν είναι δυνατόν να προβλέψουμε πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στη Συρία. Αλλά είναι ξεκάθαρο ότι η νέα διοίκηση δεν θέλει να έχει σχέση ανταγωνισμού με το Ισραήλ. Ο αρχηγός της διοίκησης Ahmed Al-Shaara το εκφράζει με κάθε ευκαιρία. Αυτό και μόνο το θέμα θα πρέπει να θεωρηθεί ότι αλλάζει εντελώς την ισορροπία στην περιοχή. Μετά την εγκαθίδρυση του καθεστώτος Άσαντ πριν από 53 χρόνια, η πολιτική της Συρίας, ειδικά μετά την ιρανική επανάσταση, ήταν να υποστηρίξει τα τρομοκρατικά κινήματα που πολεμούσαν εναντίον του Ισραήλ με τη βοήθεια που έδωσε αυτή η χώρα και να διασφαλίσει ότι θα γίνει πηγή προβλημάτων για το Ισραήλ. Ως αποτέλεσμα της αλλαγής του καθεστώτος στη Συρία, το Ιράν αναγκάστηκε να αποσυρθεί από τη χώρα, καθιστώντας αδύνατη τη συνέχιση αυτής της πολιτικής.
Επομένως, δεν είναι λάθος να πούμε ότι η χώρα που ωφελήθηκε περισσότερο από τη συριακή επανάσταση είναι το Ισραήλ και ο ηγέτης του, Νετανιάχου. Κατά τη γνώμη μου, αυτή η κατάσταση έχει συνέπειες και στη χώρα μας. Το άνοιγμα μιας νέας σελίδας με το Ισραήλ και η αποκατάσταση του διαλόγου είναι απαραίτητα για να αποφευχθεί η σύγκρουση στη Συρία. Εάν δεν το κάνουμε αυτό και έχουμε εχθρικές σχέσεις με το Ισραήλ, όχι μόνο με λόγια αλλά και με πράξεις, όπως συμβαίνει τώρα, θα ανοίξει ο δρόμος στο Ισραήλ να αναζητήσει συμμάχους εναντίον μας στη Συρία και να προσπαθήσει να στηρίξει τους Κούρδους του YPG/SDF εναντίον μας.
Είναι σαφές ότι η συριακή επανάσταση έγινε δεκτή με μεγάλη χαρά στη χώρα μας και καταγράφηκε ως επιτυχία της κυβέρνησης. Η πιο ξεκάθαρη ένδειξη αυτού είναι ότι ο πρόεδρος Ερντογάν γίνεται δεκτός ως «κατακτητής της Δαμασκού» από τα μέλη του κόμματός του, όπου κι αν πάει. Ωστόσο, θα ήταν αφέλεια να σκεφτεί κανείς ότι αυτές οι κραυγές πέρασαν απαρατήρητες από τον έξω κόσμο, ειδικά τις αραβικές χώρες. Ο λόγος για την κατάκτηση της Δαμασκού, που έχει μπει συχνά στην ημερήσια διάταξη, ιδιαίτερα την περίοδο του ΑΚΡ, είναι επικίνδυνος και λανθασμένος. Αν θέλουμε να βοηθήσουμε τη Συρία και να δημιουργήσουμε εκεί μια μόνιμη και σταθερή διοίκηση, δεν πρέπει να δίνουμε την εντύπωση ότι επιδιώκουμε ιμπεριαλιστικούς στόχους. Πράγματι, πιθανότατα σημειώθηκε στην Άγκυρα ότι ο υπουργός Εξωτερικών της νέας κυβέρνησης Shaybani πήγε στη Σαουδική Αραβία και όχι στην Τουρκία για την πρώτη του επίσκεψη στο εξωτερικό. Ανακοινώθηκε ότι τις επόμενες ημέρες θα επισκεφθεί και τις χώρες του Κόλπου. Καθώς γράφω αυτές τις γραμμές, δεν έχω λάβει καμία ανακοίνωση ότι θα έρθει στη χώρα μας, όπου πέρασε τα φοιτητικά του χρόνια. Ελπίζω να έρθει χωρίς να προκαλέσει δυσαρέσκεια. Ομοίως, δεν είναι καλό σημάδι ότι ο πρόεδρος έχει αγνοηθεί, τουλάχιστον προς το παρόν, αφού ανακοινώθηκε ότι θέλει να μεταβεί στη Δαμασκό.
Εν τω μεταξύ, χαμογέλασα με την εμφάνιση εκείνων που ήθελαν να υπογράψουν μια συμφωνία για τα θαλάσσια σύνορα με τη Συρία τις πρώτες μέρες της επανάστασης και να βάλουν γκολ, ας πούμε, όχι κατά της Ελλάδας, αλλά κατά της (ελληνικής) Κύπρου, όπως έγινε με τη Λιβύη. Υπενθυμίζεται ότι η συμφωνία που υπεγράφη με τη Λιβύη δεν επικυρώθηκε από τη Βουλή της Λιβύης, επειδή αμφισβητήθηκε η συμμόρφωσή της με τους κανόνες του Δικαίου της Θάλασσας. Το πρόβλημα με τη συμφωνία που θα γίνει με τη Συρία είναι ότι η χώρα αυτή δεν δέχεται ότι το Χατάι (σ.μ.: νομός Αντιοχείας) ήταν τουρκικό έδαφος από την ίδρυσή της. Φαίνεται απίθανο να υπάρξει διαπραγμάτευση μιας τέτοιας συμφωνίας χωρίς να λυθεί αυτό το ζήτημα, καθώς η αφετηρία των πλευρικών συνόρων είναι επί του παρόντος θέμα αμφισβήτησης. Φυσικά, ελπίζω ειλικρινά ότι μια μέρα η Συρία θα δεχτεί ότι το Χατάι είναι τουρκικό έδαφος. Ωστόσο, δεν περιμένω από τη νέα διοίκηση να το κάνει αυτό από τις πρώτες της πράξεις, γιατί, αν το κάνει, αναμφίβολα θα δημιουργήσει μια βάση η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον της στο εσωτερικό της χώρας.