Του Νίκου Ταμουρίδη*
Κατά τη μακραίωνη ιστορία αυτού του πλανήτη πάντοτε «οι ισχυροί πράττουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους και οι αδύναμοι υποχωρούν όσο τους επιβάλλει η αδυναμία τους». Αυτή η σπουδαιότητα της ισχύος βλέπουμε να αποδεικνύεται περίτρανα στη σημερινή καθημερινότητα, σε κάθε γωνιά της γης, και ιδιαίτερα στον εγγύς περίγυρό μας.
Τι μας κάνει ισχυρούς; Ποια είναι τα στοιχεία που καθορίζουν την ισχύ κάθε κρατικής ή εθνικής οντότητας; Στο διεθνές περιβάλλον, όταν μελετάται η ισχύς, λαμβάνονται υπόψη κάποιοι βασικοί πυλώνες αυτής. Οι πυλώνες αυτοί είναι η Πολιτική, οι Ένοπλες Δυνάμεις, η Οικονομία, η Κοινωνική Συνοχή, οι Υποδομές και οι Πληροφορίες.
Στην πατρίδα μας, μέσα σ’ αυτό το ζοφερό πλαίσιο που βιώνουμε, είναι φανερό ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις απομένουν ως ο μόνος βασικός πυλώνας ισχύος του έθνους. Οι άλλοι βασικοί πυλώνες και ιδιαίτερα η πολιτική, η οικονομία και η κοινωνική συνοχή έχουν άτακτα χρεοκοπήσει, συμπαρασύροντας το μείζον της ελληνικής κοινωνίας.
Πώς εφαρμόζεται η ισχύς στον πλανήτη, που μόνο ειρηνικός δεν είναι; Στη διεθνή πρακτική υπάρχουν δύο κατηγορίες ισχύος, η «σκληρή ισχύς» (hard power) και η «ήπια ισχύς» (soft power). Σκληρή ισχύς είναι η ικανότητα κάποιας χώρας να εξαναγκάζει μια άλλη σε αποδοχή των βουλήσεών της, με κύριο μοχλό τη στρατιωτική της δύναμη και με τη χρήση ή την απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας. Ήπια ισχύς είναι η ικανότητα κάποιας χώρας να έλκει και να πείθει, μέσω της οικονομικής δύναμης και διείσδυσης της πολιτιστικής διπλωματίας, καθώς και της επιθετικής εξωτερικής της πολιτικής.
Γιατί είναι σπουδαίες και πού οδηγούν αυτές οι δύο μορφές ισχύος; Οι εφαρμογές αυτών των μορφών ισχύος δύνανται να αποφέρουν τετελεσμένα γεγονότα ή τετελεσμένες καταστάσεις, είτε πρόκειται για «κατά νόμο» (de jure) καταστάσεις (όπως, π.χ., μια έγγραφη συμφωνία) είτε πρόκειται για «εκ των πραγμάτων/γεγονότων» (de facto) καταστάσεις, οι οποίες στη συνέχεια, κατά κανόνα, παγιώνονται και στο τέλος καθίστανται νόμιμες.
Οι de facto καταστάσεις αξιολογούνται σύμφωνα με τα συμφέροντα και τα ενδιαφέροντα κάθε χώρας, μικρής ή μεγάλης. Σίγουρα όμως αποτελούν δυνατό χαρτί για αυτόν που τις δημιουργεί, στο πεδίο των διαπραγματεύσεων, που συνήθως ακολουθούν, για τη νομιμοποίησή τους.
Περνώντας τώρα στην περίπτωση της χρονίζουσας ελληνοτουρκικής διένεξης, η οποία αποτελεί έναν διαρκή πολιτικό πονοκέφαλο για τη χώρα μας, παρατηρούμε ότι η Τουρκία εφαρμόζει και σκληρή και ήπια ισχύ, για την επίτευξη των σταδιακά αυξανόμενων στόχων της:
– Η πολιτική της «σκληρής ισχύος» εφαρμόζεται με τη συνεχή άσκηση πίεσης διαμέσου της επίδειξης πολιτικής και στρατιωτικής δύναμης, διά των καθημερινών απειλών και των παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου και των χωρικών μας υδάτων, της αυξανόμενης στρατιωτικής ισχύος στην Κύπρο, της ευθείας αμφισβήτησης της εθνικής μας κυριαρχίας και της διεκδίκησης περιοχών, όπως η Θράκη, τα νησιά και το Αιγαίο, καθώς επίσης και με την ευθεία αμφισβήτηση της έκτασης της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.
– Η πολιτική της «ήπιας ισχύος» ενορχηστρώνεται μέσω της κουλτούρας (βλ. τουρκικές τηλεοπτικές σειρές, αθλητική διπλωματία), μέσω της οικονομικής διείσδυσης (βλ. σωρεία τουρκικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, τράπεζες, αγορές γης και υπηρεσιών), καθώς και της σταδιακά αυξανόμενης διεκδικητικής εξωτερικής της πολιτικής.
Αυτά εφαρμόζουν οι Τούρκοι, οι οποίοι, με την επί 22 συναπτά έτη καταλυτική ηγεσία του Ερντογάν, δημιουργούν με έξυπνο τρόπο τετελεσμένα, τα οποία διεθνοποιούν και τα θέτουν όλα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Έτσι προωθούν την Τουρκία στο επίπεδο αρχικά της περιφερειακής δύναμης, οραματιζόμενοι να καταστούν στη συνέχεια μεγάλη δύναμη στο διεθνές σύστημα ισχύος. Ήδη η κατάσταση στη Συρία διαφαίνεται ότι τους παρέχει εφαλτήριο για να προωθήσουν αυτά τους τα οράματα.
Εμείς τι κάνουμε; Οι ελληνικές κυβερνήσεις, δυστυχώς, διακατεχόμενες από μια ανεξήγητη φοβία και γεωπολιτική ατολμία, εφαρμόζουν την πολιτική του λεγόμενου κατευνασμού, που επιτρέπει στην Τουρκία, με την κατακλυσμιαία χρήση της ισχύος της, να έχει πάντοτε την πρωτοβουλία των κινήσεων και να δημιουργεί συνεχώς de facto καταστάσεις.
Έτσι έχουμε διαχρονικά την de facto κατοχή της Βόρειας Κύπρου, τις ανήκουστες διεκδικήσεις στη Θράκη, τη συνεχή προβολή της λεγόμενης «Γαλάζιας Πατρίδας» που διεκδικεί το μισό Αιγαίο, την επιχείρηση «κλοπής» μέρους της δικής μας ΑΟΖ με το τουρκολιβυκό μνημόνιο, τις απίστευτες απαιτήσεις για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, την απειλή πολέμου (casus belli) σε περίπτωση που αυξήσουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ν.μ., την ευθεία αμφισβήτηση της υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ των νησιών, την de facto κατοχή της θαλάσσιας περιοχής μεταξύ Ρόδου και Καστελόριζου κ.λπ.
Προσοχή λοιπόν! Είμαστε σε έναν ιδιότυπο πόλεμο!
Ας εφαρμόσουμε τις αρχές του πολέμου, διεκδικώντας τα δίκαιά μας, τα δίκαια του Ελληνισμού στη σημερινή Τουρκία, επιτιθέμενοι διπλωματικά εμείς και όχι συνεχώς αμυνόμενοι, αφήνοντας στους Τούρκους τη συνεχή «πρωτοβουλία των κινήσεων», η οποία αποτελεί προοίμιο νίκης σε έναν πόλεμο.
Η Τουρκία αντιμετωπίζεται μόνο με ισχύ! Στηριζόμενοι λοιπόν στις Ένοπλες Δυνάμεις μας, τις ενισχύουμε σημαντικά, με προσωπικό και οπλικά συστήματα, και με όπλο την ισχύ τους και έχοντας πολιτική βούληση να τις χρησιμοποιήσουμε, εφαρμόζουμε επιθετική εξωτερική πολιτική! Παράλληλα, σε οποιαδήποτε πιθανή περίπτωση διαπραγματεύσεων, θέτουμε στην Τουρκία προϋποθέσεις, οι οποίες να εξασφαλίζουν πλήρως τα εθνικά μας συμφέροντα!
Αντγος (ε.α.) – Επίτιμος Α’ Υπαρχηγός ΓΕΣ