Του Κωνσταντίνου Βαθιώτη*
Στα «ΝΕΑ του Σαββατοκύριακου» που κυκλοφόρησαν στις 11-12 Ιανουαρίου 2025 (σελ. 11), ο Γιάννης Πρετεντέρης, στο άρθρο του με τίτλο «Ένας διαρκής εμφύλιος πόλεμος», άδραξε την ευκαιρία να ποτίσει όξος και χολή όλους εκείνους που τόλμησαν να μουντζουρώσουν το (δήθεν) «ευεργετικό αποτύπωμα» που άφησε πίσω του ο Κώστας Σημίτης, και έτσι να πιτσιλίσουν την πρωθυπουργική αγιογραφία του, την οποία συνέθεσαν από κοινού η συμπαγής πλειοψηφία των φαινομενικά αντίπαλων κομμάτων του ελληνικού κοινοβουλίου και οι λακέδες των Μέσων Μαζικής Εξαπάτησης.
ΕΘΝΙΚΗ ΨΕΚΑΣΜΕΝΩΝ
Για να το πετύχει αυτό κατασκεύασε δύο αντίπαλα στρατόπεδα: από την μια πλευρά το συστημικό, (δήθεν) εκσυγχρονιστικό στρατόπεδο, και από την άλλη πλευρά το αντισυστημικό, (δήθεν) οπισθοδρομικό στρατόπεδο, στο οποίο ανήκει οτιδήποτε ο κ. Πρετεντέρης συνηθίζει να δαιμονοποιεί ως «ακροδεξιό», π.χ. από τον μεν πολιτικό χώρο ο Κασιδιάρης, η Λατινοπούλου και ο Βελόπουλος, από τον δε εκδοτικό χώρο οι εφημερίδες «Εστία» και «δημοκρατία».
Ενοχλήθηκε, μάλιστα, ο αρθρογράφος τόσο πολύ από την χαλάστρα που έκαναν στους συναυτουργούς αγιογράφους οι προερχόμενοι από διάφορα, ετερόκλητα μέτωπα «αρνητές του Σημίτη» και αμφισβητίες του «τετραήμερου πένθους», που σκανδαλωδώς κηρύχθηκε για τον εκλιπόντα, ώστε έφθασε μέχρι του σημείου να μιλά για τους εν λόγω αρνητές όπως ακριβώς και για τους αρνητές του πειραματικού εμβολίου κατά του κορωνοϊού. «Έχουμε να κάνουμε με την Εθνική των ψεκασμένων», έγραψε στο τέλος της αριστερής στήλης του πικρόχολου σχολίου του για τους αντιρρησίες του ευεργετικού «σημιτικού αποτυπώματος».
Επιπλέον, όπως θεωρούσε ότι οι «αντι-Εμβολιαστές» στερούνται λογικής, τον ίδιο πονηρό ισχυρισμό διετύπωσε και για τους «αντι-Σημιτικούς»: Το ιστορικό ρεύμα του (εν προκειμένω αντι-Σημιτικού) «εθνολαϊκισμού» «δεν είμαι τόσο βέβαιος», συμπλήρωσε, «ότι έχει να κάνει με μια μορφή λογικής», αλλά «χαρακτηρίζεται από άλογα μείγματα συναισθημάτων και συγκινήσεων ή από διαδοχικές εκρήξεις ενθουσιασμού και θυμού».
ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΟΠΟΙΗΣΗ
Το συγκεκριμένο κόλπο είναι γνωστό σε όσους έχουν εμβαθύνει στις τεχνικές της προπαγάνδας: Ο γνήσιος προπαγανδιστής, για να αποφύγει να αντιπαρατεθεί με την ουσία της καλά τεκμηριωμένης επιχειρηματολογίας που προβάλλει η πλευρά του αντιπάλου, αμφισβητεί την ικανότητά του να σκέπτεται με λογική, σύνεση και ορθοκρισία, κοντολογίς: τον ψυχιατρικοποιεί.
Πρόκειται για το τέχνασμα της ad hominem κριτικής: ο παμπόνηρος ρήτορας ή συγγραφέας ακυρώνει την προσωπικότητα του αντιπάλου του, ώστε να μη χρειάζεται να συζητήσει το περιεχόμενο των θέσεών του, διότι γνωρίζει εκ των προτέρων ότι, αν το τολμήσει, θα ατυχήσει. Το συγκεκριμένο προπαγανδιστικό τέχνασμα είναι εναρμονισμένο με το ηθικό δίδαγμα του Αισώπειου μύθου: «Όσα δεν φθάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια».
Ωστόσο, ο αρθρογράφος, για να αποδομήσει αποτελεσματικότερα τους αντι-Σημιτικούς, δεν περιορίσθηκε μόνο στην προπαγανδιστική τεχνική της ψυχιατρικοποίησης, αλλά επιστράτευσε και την τεχνική του gaslighting, δηλαδή, σύμφωνα με τον ελληνικό όρο που πρότεινα παλαιότερα (βλ. π.χ. Βαθιώτη, Από την τρομοκρατία στην πανδημία. Υποχρεωτικές ιατρικές πράξεις στον πόλεμο κατά του αόρατου εχθρού, Τρίτη έκδοση επικαιροποιημένη, Αλφειός, Αθήνα 2023, σελ. 195 επ.), την τεχνική της φρενοβλαβοποίησης.
ΦΡΕΝΟΒΛΑΒΟΠΟΙΗΣΗ
O όρος αυτός προέρχεται από τον τίτλο ενός θεατρικού έργου του Βρετανού συγγραφέως Πάτρικ Χάμιλτον με τον τίτλο «Gas Light» (του έτους 1938), το οποίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο ως ταινία-θρίλερ μυστηρίου αρχικώς το 1940 και εν συνεχεία το 1944 (τη δεύτερη φορά, με πρωταγωνιστές την Ίνγκριντ Μπέργκμαν και τον Τσαρλς Μπόγιερ).
Στην ταινία αυτή, ο Gregory (ο οποίος δρα παραλλήλως ως δολοφόνος) χειραγωγεί τη σύζυγό του Paula, ώστε να την κάνει να πιστέψει ότι αυτά που βλέπει με τα μάτια της δεν συμβαίνουν στην πραγματικότητα αλλά στην φαντασία της. Ειδικότερα, όταν ο Gregory κάνει τα φώτα γκαζιού να τρεμοπαίζουν στην σοφίτα του σπιτιού τους και η Paula τον ρωτά γιατί γίνεται αυτό, εκείνος αρνείται το τρεμούλιασμα των φώτων (πρβλ. το μυθιστόρημα του Γ. Μαρή «Αμφιβολίες», το οποίο γυρίσθηκε σε ταινία, με τον ίδιο τίτλο, το 1964).
Προσπαθώντας, λοιπόν, ο κ. Πρετεντέρης να βγάλει τρελούς τους «αντι-Σημιτικούς», προσέθεσε επί της σημιτικής αγιογραφίας την δική του φρενοβλαβοποιητική μπογιά, την οποία ανέμιξε με μπόλικο χρώμα ψυχιατρικοποίησης. Η κρίσιμη παράγραφος είναι η ακόλουθη:
«Μου έκανε μεγάλη εντύπωση πως έπειτα από σχεδόν τρεις δεκαετίες οι “αντι-Σημιτικοί” ανέσυραν από το μπαούλο της κουταμάρας όλα τα αραχνιασμένα μυθεύματα και τις παρανοϊκές κατασκευές που τους είχαν θρέψει την εποχή του Σημίτη. Τα Ίμια, το Ελσίνκι, το “γκριζάρισμα” του Αιγαίου, τον Οτζαλάν, το Χρηματιστήριο, τη διαπλοκή… Όλα έχουν απαντηθεί και εξηγηθεί, και μάλιστα πολλές φορές, αλλά οι εμμονικοί άνθρωποι συνομιλούν μόνο με τις εμμονές τους. Είναι αλήθεια, άλλωστε, ότι κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει για μεγάλη εφευρετικότητα στις μανίες που τους βασανίζουν, ακόμη και τις πιο κατασκευασμένες. Αναμασούν τις ίδιες πρόχειρες βεβαιότητες. Και κάπως έτσι φτάσαμε η είσοδος της Ελλάδας στην ΟΝΕ και το ευρώ να αξιολογούνται από τη Λατινοπούλου».
H φρενοβλαβοποιητική μπογιά του αρθρογράφου απαρτίζεται από την θέση ότι είναι «μυθεύματα», «κουταμάρες» και «παρανοϊκές κατασκευές» οι αναφερόμενες ζοφερές αλήθειες που υποτίθεται ότι κατερρίφθησαν (απαντήθηκαν και εξηγήθηκαν) επανειλημμένως.
Άραγε, ποιος από τους Έλληνες που την τριετία 1996-1999 είχε ενηλικιωθεί δεν έκλαψε όχι μόνο για την ανθρωποθυσία των τριών αξιωματικών του πολεμικού ναυτικού που σκοτώθηκαν κατά την συντριβή του ελικοπτέρου τους, αλλά και για την ταπεινωμένη πατρίδα μας, ακούγοντας τους ανθέλληνες πολιτικούς της κυβέρνησης Σημίτη να προτείνουν ως δικαιολογία για την εξαφάνιση της σημαίας μας από την βραχονησίδα των Ιμίων ότι την πήρε ο άνεμος και να πληροφορούνται ότι, λίγους μήνες αργότερα, όταν η ελληνική σημαία εντοπίσθηκε στην μία βραχονησίδα των Ιμίων, δόθηκε άνωθεν εντολή στον επικεφαλής των ειδικών δυνάμεων του Λιμενικού (ο οποίος επιχειρούσε στην περιοχή) να κατεβάσει και να κάψει την σημαία μας, ώστε να μην πυροδοτηθεί η τουρκική προκλητικότητα, καθώς η ειρήνη ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία υποτίθεται ότι κρεμόταν από μια κλωστή;
Και, πάντως, γιατί, άραγε, παραλείπει ο κ. Πρετεντέρης να αναφερθεί στην Συμφωνία της Μαδρίτης που υπεγράφη από τους Ντεμιρέλ και Σημίτη στις 8 Ιουλίου 1997, βάσει της οποίας από την μία και μόνη διαφορά της υφαλοκρηπίδας περάσαμε στην αναγνώριση των νόμιμων και ζωτικών συμφερόντων της Τουρκίας στο Αιγαίο; Δεν είναι αυτή η Συμφωνία η αδιάσειστη απόδειξη του γκριζαρίσματος που ο αρθρογράφος ανερυθρίαστα αρνείται;
Επίσης, ποιος από τους Έλληνες της προαναφερθείσας ηλικιακής κατηγορίας δεν έκλαψε για την ληστρική απώλεια της περιουσίας του, όταν, παρά τις παραπλανητικές διαβεβαιώσεις (τόσο από πολιτικούς όσο και από δημοσιογράφους) περί ασφαλούς και αξιόπιστου χρηματιστηρίου, επήλθε (δήθεν) ξαφνικά η κατάρρευσή του, παρασύροντας στον όλεθρο 1,5 εκατομμύριο ελληνικές οικογένειες που είχαν εκπαιδευθεί από το σημιτικό κράτος να επιδίδονται σε μαζικό τζογάρισμα; Ή μήπως ασπάζεται και ο κ. Πρετεντέρης την σημιτική αρχή της «ατομικής ευθύνης», θεωρώντας ότι άξιζε στους ατυχήσαντες επενδυτές το αντίτιμο της αδιαφορίας, συνοψιζόμενο στην φράση «ας πρόσεχαν»;
Η μπογιά της περαιτέρω ψυχιατρικοποίησης, την οποία ο αρθρογράφος ανέμιξε με την μπογιά της φρενοβλαβοποίησης, συνίσταται στα εξής: κάνοντας λόγο για «μπαούλο της κουταμάρας», από το οποίο βγήκαν τα «αραχνιασμένα μυθεύματα», υπονοεί ότι είναι κουτός όποιος χρεώνει στον Κ. Σημίτη τα αίσχη των Ιμίων, του Χρηματιστηρίου και των λοιπών καταστρεπτικών για την Ελλάδα χειρισμών του.
Όποιος, όμως, είναι κουτός δεν μπορεί εξ ορισμού να εκφέρει έγκυρη γνώμη, και άρα δεν πρέπει να ακούγεται. Κατά μείζονα λόγο, μια κατασκευή που είναι επινόηση ενός παρανοϊκού ανθρώπου κρίνεται από τους έμφρονες και λογικούς πολίτες ως a priori απορριπτέα. Το ίδιο ισχύει και για την κρίση που προέρχεται από τα χείλη ή τα χέρια ενός εμμονικού ή μανιακού.
Ποιος, όμως, και με ποια ασφαλή κριτήρια δικαιούται να αποφαίνεται ότι μια μειοψηφική κρίση εκφέρεται κατά μη έγκυρο τρόπο, διότι είναι (τάχα) προϊόν κουταμάρας, παράνοιας, εμμονών ή μανίας; Έχει τέτοιο δικαίωμα ο κ. Πρετεντέρης, επειδή του έχει δοθεί εξουσία από τις συστημικές και (μεταλλαγμένες σε νεοδημοκρατικά φερέφωνα) εφημερίδες «Το Βήμα» και «Τα Νέα», αλλ’ όχι κάποιοι διακεκριμένοι δημοσιογράφοι που αρθρογραφούν στις αντισυστημικές εφημερίδες «Εστία» και «δημοκρατία»;
*πρ. Αναπλ. Καθηγητής Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ.
Τα δυο στρατόπεδα ήσαν ΟΝΕ vs ευρω.
Η ΟΝΕ ήταν η μήτρα που έπρεπε πρώτα να κοιλοπονέσει για να βγει το ευρώ.
Απεναντίας, με τεχνητούς πόνους γεννήθηκε ένα πενταμηνίτικο ευρώ που έζησε έως τώρα από τις σάρκες της μητέρας του.