Του Αλέξανδρου Τάρκα*
Η πρόοδος στις σχέσεις Ελλάδας – Σαουδικής Αραβίας, που σηματοδοτήθηκε με την προχθεσινή -πρώτη- σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου Στρατηγικής Συνεργασίας στο Ριάντ, αποτελεί μία από τις ελάχιστες επιτυχίες της κυβέρνησης στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και οφείλεται κυρίως σε τέσσερις λόγους:
– Πρώτον, αντί της άσκησης «προσωπικής διπλωματίας» στην οποία αρέσκεται ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε όλα τα άλλα θέματα, οι επαφές με το Ριάντ στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά στην παραγωγική εργασία των αρμόδιων στελεχών του υπουργείου Εξωτερικών και άλλων υπηρεσιακών παραγόντων των υπουργείων Εθνικής Άμυνας και Ενέργειας.
– Δεύτερον, οι επαφές διευκολύνονται από τη σαφή επιλογή του πρίγκιπα, διαδόχου και πρωθυπουργού Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν (του λεγόμενου «MBS») να συνεργαστεί στενά με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ειδικά με τα μεσογειακά μέλη της, ώστε να προωθήσει το όραμα ανασυγκρότησης και εκσυγχρονισμού των δομών της χώρας του («Vision 2030»), με σκοπό αφενός να επικρατήσει στον ανταγωνισμό με τα άλλα πλούσια κράτη του Κόλπου και αφετέρου να διασφαλίσει την εσωτερική κοινωνική σταθερότητα.
– Τρίτον, υπάρχει σύμπτωση απόψεων και συμφερόντων σε θέματα άμυνας και ασφάλειας. Εκτός από την ελληνική συνεισφορά στην αεράμυνα της Σαουδικής Αραβίας, με μια πυροβολαρχία Patriot και Κέντρο Συντονισμού Πληροφοριών (με υποστήριξη από περισσότερα από 100 στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων) ήδη από τον Δεκέμβριο του 2021 μεγάλη σημασία έχει η διμερής συνεργασία σε θέματα προστασίας της διεθνούς ναυσιπλοΐας, λόγω των πληγμάτων των Χούθι και άλλων απειλών. Βέβαια, και σε αυτό το κεφάλαιο η διμερής συνεργασία υποστηρίζεται από την Ε.Ε. Για παράδειγμα, τον περασμένο Αύγουστο ο τότε πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σ. Μισέλ είχε προετοιμάσει τη συμφωνία του κ. Μητσοτάκη με τον MBS για τη μετάγγιση του πετρελαίου και την ασφαλή ρυμούλκηση (υπό τον προστασία ναυτικών δυνάμεων επιφανείας της Ελλάδας, της Γαλλίας και της Ιταλίας) του τάνκερ «Sounion» στο οποίο είχαν επιτεθεί, επιτυχώς, οι Χούθι με δύο ταχύπλοα. Στα θέματα ασφάλειας της ναυσιπλοΐας εμπλέκονται επίσης κατεξοχήν οι ΗΠΑ και η Βρετανία με ποικίλους τρόπους.
– Τέταρτον, η αμοιβαία καχυποψία Σαουδικής Αραβίας και Τουρκίας παραμένει έντονη, αν και οι σχέσεις τους αποκαταστάθηκαν με την επίσκεψη του προέδρου Ρ. Τ. Ερντογάν στο Ριάντ τον Ιούνιο του 2022 και τις έκτοτε παράλληλες κινήσεις τους για την ανατροπή του Σύρου προέδρου Μπ. Άσαντ και τον περιορισμό της επιρροής του Ιράν. Έναν μήνα μετά την επίσκεψη Ερντογάν, ο MBS είχε επισκεφθεί την Ελλάδα και τη Γαλλία, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία των δικών τους σχέσεων με την Τουρκία και των κινήσεών τους εντός της Ε.Ε.
Όμως, από την άλλη πλευρά, θα ήταν λάθος να επικρατήσει η παρανόηση ότι συγκροτείται μια ισχυρή συμμαχία μεταξύ Αθήνας και Ριάντ ή ότι η Σαουδική Αραβία αντιμετωπίζει την Ελλάδα ως μοναδική γέφυρά της με την Ευρώπη. Όλες οι παρόμοιες επικοινωνιακές υπερβολές, με ευθύνη της κυβέρνησης κατά την επίσκεψη του MBS στην Αθήνα τον Ιούλιο του 2022 (γινόταν λόγος ακόμα και για συμφωνίες άμεσων επενδύσεων 4 δισ. ευρώ!), διαψεύστηκαν στην πράξη, καθώς οι διαδικασίες ήταν πολύ αργές. Αρχικά η ελληνική πλευρά θεωρούσε βέβαιο τον προγραμματισμό της πρώτης συνεδρίασης του Ανώτατου Συμβουλίου Στρατηγικής Συνεργασίας εντός του 2023. Αργότερα υποβλήθηκαν συγκεκριμένες προτάσεις προς το Ριάντ για τον Μάιο του 2024, τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, αλλά τελικά φτάσαμε στον Ιανουάριο του 2025.
Ταυτόχρονα, το Ριάντ δεν δείχνει ενδιαφέρον για τη λήψη γρήγορων και συγκεκριμένων αποφάσεων. Περιορίστηκε στα απολύτως απαραίτητα για τη συνέχιση των επαφών, όπως καταγράφονται στα -δημοσιοποιημένα- επίσημα πρακτικά για «τη διακυβέρνηση, την οργανωτική δομή και τις διαδικασίες του Συμβουλίου», την εκπόνηση νέων πρωτοβουλιών και «σχεδίου χρονοδιαγράμματος για την επόμενη σύνοδο του Συμβουλίου». Εξαίρεση αποτελούν τα βήματα συνεργασίας στον αμυντικό τομέα (ανταλλαγή πληροφοριών, ηλεκτρονικός πόλεμος κ.λπ.) καθώς και οι μελέτες σκοπιμότητας και οι τεχνικές μελέτες των Saudi Grid και ΑΔΜΗΕ για την ηλεκτρική διασύνδεση.
Επομένως πρόοδος υπήρξε και θα υπάρξει, αλλά με αργούς ρυθμούς και χωρίς ποταμούς σαουδαραβικών «πετροδολαρίων». Τουλάχιστον αυτή τη φορά δεν επαναλήφθηκαν οι αβάσιμες φλυαρίες περί επενδύσεων 4 δισ.
*Εκδότης του περιοδικού «Άμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη