Tου Μανώλη Κοττάκη
Η ορθόδοξη πίστη μας επιβάλλει τον σεβασμό απέναντι στο πρόσωπο του νεκρού. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, στο πρόσωπο του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, ο οποίος διαχειρίστηκε τις τύχες της χώρας επί οκτώ ολόκληρα χρόνια. Εκφράζουμε τα ειλικρινή συλλυπητήριά μας στη σύζυγό του Δάφνη και στα παιδιά του, και διατυπώνουμε την ικανοποίησή μας διότι ο άνθρωπος, ο οποίος κατάργησε το θρήσκευμα από τις ταυτότητες και υπήρξε πολέμιος της Ελλαδικής Εκκλησίας, μας αποχαιρετά -αν είναι ακριβής η πληροφορία μας- με θρησκευτική και όχι πολιτική κηδεία από το Α’ Νεκροταφείο Αθηνών την προσεχή Πέμπτη.
«Ο γαρ αποθανών δεδικαίωται από της αμαρτίας» λένε τα κείμενα της Εκκλησίας μας, και συγκεκριμένα ο Απόστολος Παύλος στην «Προς Ρωμαίους επιστολή». Το δόγμα μας εισηγείται την αποφυγή αρνητικών σχολίων όσο ένας συμπολίτης μας παραμένει άταφος.
Το πένθος είναι μια ιδιαίτερη στιγμή για κάθε οικογένεια, πολύ δε περισσότερο ενός πολιτικού, η οποία όμως, κατά τη διάρκεια της εξοδίου ακολουθίας, αποχαιρετά το πρόσωπο, δευτερευόντως τον πολιτικό. Έχει να θυμάται ιδιωτικές στιγμές από μια ολόκληρη ζωή μαζί του, όχι μόνο την ένταξη στην ΟΝΕ, το Κυπριακό και τα μεγάλα έργα υποδομών. Και μεγάλο μέρος από τον ιδιωτικό Σημίτη μπορεί κανείς να ανακαλύψει στο βιβλίο του «Οι δρόμοι της ζωής». Η σιωπή και ο σεβασμός απέναντι στη μνήμη του νεκρού, όμως, πρέπει να είναι αμφίδρομα. Όσο ενοχλητικό είναι να διαβάζει κανείς επιθετικά σχόλια για έναν συμπολίτη μας που έφυγε από τη ζωή και δεν έχει ακόμη ταφεί, άλλο τόσο ενοχλητικό είναι να διαπιστώνεται ότι η αποχώρησή του από τον μάταιο τούτον κόσμο εργαλειοποιείται για προφανείς πολιτικούς σκοπούς. Είμαστε εναντίον και της ασέβειας στο πένθος, αλλά και της εργαλειοποίησης του πένθους. Με λύπη διαπιστώνουμε ότι η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, αυτή που δεν κήρυξε πένθος για τον αρχηγό του κράτους βασιλέα Κωνσταντίνο όταν «έφυγε» και υποχρέωσε την οικογένειά του να τελέσει την κηδεία με ιδιωτική δαπάνη, αξιοποιεί τώρα την απώλεια του πρώην πρωθυπουργού και πρώην προέδρου του ΠΑΣΟΚ για να επικυρώσει πάνω από το μνήμα του την οριστική μετάλλαξή της από πατριωτική παράταξη της ελληνικής συντήρησης, παράδοσης και Κεντροδεξιάς σε αυτό που ο Χρήστος Λαμπράκης ονόμαζε «σοσιαλφιλελεύθεροι».
Είναι άλλο πράγμα η ευγενική αποτίμηση της πορείας της θητείας ενός πολιτικού αντιπάλου, πρώην πρωθυπουργού, και η επισήμανση όποιων θετικών της, και άλλο ο ποταμός δακρύων του πρωθυπουργού και των μελών του υπουργικού συμβουλίου, που έχασαν τον αόρατο καθοδηγητή τους. Πόσο μάλλον όταν αυτός ο καθοδηγητής ήταν σκληρός αντίπαλος της πραγματικής Νέας Δημοκρατίας. Δεν χρειαζόταν να φύγει από τη ζωή ο Κώστας Σημίτης για να μας αποδείξει ο πρωθυπουργός πόσο σημιτικός είναι. Το γνωρίζαμε και το επισημάναμε, μάλλον προφητικά, στο άρθρο της περασμένης Κυριακής. Ο πολιτικός θαυμασμός του πρωθυπουργού και των υπουργών του ήταν υπερχειλίζων, πολύ πέρα από την έκφραση της λύπης για το ανθρώπινο πένθος. Η απώλεια τους απελευθέρωσε για να πουν αυτά που έλεγαν ιδιωτικώς εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Ο πρωθυπουργός χρησιμοποίησε λέξεις και φράσεις, όπως «άξιος», «μετριοπαθής», «καταλύτης», «παρακαταθήκη», «ηγετικό στέλεχος», «θα μείνει στην Ιστορία», «συνεπής αγωνιστής» κ.ά. Ο υφυπουργός του, Θανάσης Κοντογιώργης, άλλοτε στενός συνεργάτης του κυρίου Σημίτη, χρησιμοποίησε τις φράσεις «ηγέτης της πατρίδας μας», «οραματιστής», «ιδεολόγος», «υπεύθυνος», «ρεαλιστής», «έντιμος», «άξιος» κ.λπ. Ούτε ο Ανδρουλάκης δεν χρησιμοποίησε κατά πλεονασμό τόσα επίθετα. Επειδή ο Κώστας Σημίτης έφυγε, όπως αποκάλυψε ο Χρήστος Ροζάκης στο χθεσινό Kreport, πικραμένος από τη ζωή, επειδή το ΠΑΣΟΚ δεν τον τίμησε εν ζωή για την προσφορά του στον δημόσιο βίο -θα είχε τους λόγους του-, το έργο αυτό το ανέλαβε το Μέγαρο Μαξίμου μετά θάνατον, ως τεθλιμμένος συγγενής του εκλιπόντος. Εξισώνοντας τον Σημίτη με τον… Κωνσταντίνο Καραμανλή και διαγράφοντας τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Είναι τέτοια η θλίψη των κορυφαίων στελεχών της Νέας Δημοκρατίας, ώστε, εκτός από τη σύζυγό του, Δάφνη, αισθανόμαστε την ανάγκη να διαβιβάσουμε τα θερμά μας συλλυπητήρια και στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και στον πρωθυπουργό για την απώλεια του πολιτικού και ιδεολογικού μέντορά του. Εμείς ό,τι είχαμε να καταλογίσουμε στον Κώστα Σημίτη και ό,τι είχαμε να του πούμε (τον συνάντησα στο πολιτικό του γραφείο επί της οδού Ακαδημίας τουλάχιστον δύο φορές, από το 2007 έως το 2009) του το γράψαμε και του το είπαμε όταν ήταν όρθιος. Έστω κι αν διαφωνήσαμε, έστω κι αν τον στεναχωρήσαμε. Και οφείλουμε να πούμε ότι όσες φορές τον είδαμε από κοντά τα τελευταία χρόνια, είτε στη βόλτα του στο Ζάππειο είτε στη «Βιβλιοθήκη», όπου έπινε τον καφέ του με τη σύζυγό του, ή σε δείπνο όπου συμπέσαμε στο «Βlue Pine», εκείνος δεν μας κράτησε κακία και μας χαιρέτησε. «Καλημέρα, παρά όλα όσα» μας είπε ένα πρωί στη «Βιβλιοθήκη» της κυρίας Ιωαννίδου στο Κολωνάκι. «Δεν με προσέχεις!» μου είπε με κάποιο παράπονο, χτυπώντας με δυνατά στο μπράτσο, υπό το αυστηρό βλέμμα της Δάφνης Σημίτη, παρουσία του Θανάση Μαρτίνου, που ήταν στο τραπέζι του, του Γιώργου και της Ελένης Δαλακούρα, με τους οποίους ήμασταν μαζί στο «Blue Pine». Τον χαιρέτησα μάλιστα ύστερα από παρότρυνση της αγαπητής μου Ελένης. «Δεν θα τον χαιρετήσεις;» με ρώτησε με απορία. «Πώς να τον χαιρετήσω όταν τον περνάω γενεές δεκατέσσερις, κυρία Ελένη;» απάντησα. Αλλά με έπεισε.
Θα περιοριστώ μόνο σήμερα να θυμίσω ότι:
1. Όπως γράφει ο Γιάννος Παπαντωνίου στα βιβλία του, η ένταξη στην ΟΝΕ ήταν πολιτικό σχέδιο του Ανδρέα Παπανδρέου που παρέλαβε ο Κώστας Σημίτης, ο οποίος, σημειωτέον, το 1978 αρθρογραφούσε κατά της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ.
2. Η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν, ως επί το πλείστον, ιδέα και έργο των Θεόδωρου Πάγκαλου και Γιάννου Κρανιδιώτη (ο Σημίτης ανέλαβε τη δέσμευση να ενταχθεί η Κύπρος ως ενιαίο κράτος, «πακέτο» με το Σχέδιο Ανάν, το οποίο υπερασπίστηκε, ενώ επέβαλε στον Κληρίδη την απόσυρση των πυραύλων S-300 από το νησί).
3. Σύμφωνα με τις δηλώσεις Γιούνκερ, η Ελλάδα μπήκε στην ΟΝΕ με πλαστά στοιχεία.
4. Τα τηλεγραφήματα Μπερνς ότι ο Σημίτης διαπραγματευόταν την παραπομπή στη Χάγη τον γκρίζων ζωνών και την αποστρατιωτικοποίηση το νησιών (βιβλίο Ιγνατίου – Έλις, εκδόσεις Λιβάνη).
5. Τη μαρτυρία δημοσιογράφων του ΔΟΛ στο βιβλίο της Ελευθερίας Κόλλια για τον Χρήστο Λαμπράκη (εκδόσεις Πατάκης) ότι o εκδότης έλεγε για τον Σημίτη «εμείς τον φτιάξαμε ως εξουσία».
6. Την κατάθεση 2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων από τη Siemens στα ταμεία του ΠΑΣΟΚ.
7. Την καταδίκη των υπουργών Άμυνας και Μεταφορών του Κώστα Σημίτη για υποθέσεις χρηματισμού και διαφθοράς.
8. Την έμμεση παραδοχή του Θόδωρου Τσουκάτου ότι στην πραγματικότητα έγινε νοθεία στις εκλογές του 2000, με τη μεταφορά χιλιάδων ψηφοφόρων από τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες με κονδύλια από τα μαύρα ταμεία.
9. Τη δημόσια οργή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στο βιβλίο του Παπαχελά (εκδόσεις Παπαδόπουλος), όταν έμαθε ότι οι Αμερικανοί έγραψαν με τα χέρια τους τη Συμφωνία της Μαδρίτης και αναγνώρισαν με αυτήν θεμιτά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο.
10. Τη μαρτυρία του Λάμπη Τσιριγωτάκη στο βιβλίο του «Αναμνήσεις» (εκδόσεις Λιβάνη) ότι ο Σημίτης αρνήθηκε να ανταλλάξει την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα με την αγορά εξοπλισμών από την Αγγλία, γιατί προτιμούσε να αγοράσει γερμανικά όπλα.
11. Την τεράστια αναδιανομή πλούτου στο Χρηματιστήριο Αθηνών το 1999.
12. Το Ελσίνκι, τις άγνωστες πτυχές του οποίου θα φωτίσουμε προσεχώς, και βεβαίως τα Ίμια. Ελπίζω τουλάχιστον ότι ο αδερφός του αείμνηστου αξιωματικού του ΠΝ, Βλαχάκου, βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Νίκος Βλαχάκος, δεν θα συμμετάσχει στο πένθος για τον Κώστα Σημίτη τού «ευχαριστώ τις ΗΠΑ». Καταληκτικά, έχουμε όλο τον καιρό να μιλήσουμε και να κάνουμε μια διαφορετική από την κρατούσα στο σύστημα αποτίμηση της συνεισφοράς του Κώστα Σημίτη στον δημόσιο βίο. Εν εκτάσει. Αλλά όχι σήμερα. Σήμερα επιβάλλεται σεβασμός προς το πρόσωπό του. Ο σεβασμός που δεν έδειξε ο ίδιος απέναντι στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, όταν ο Πέτρος Μολυβιάτης τον επισκέφτηκε στο Μέγαρο Μαξίμου, το 2003, για να του επιδώσει πρόσκληση να παραστεί στο μνημόσυνο του Εθνάρχη με αφορμή τη συμπλήρωση πέντε ετών από τον θάνατό του. Ο Σημίτης κοίταξε με παγερό ύφος τον Πέτρο Μολυβιάτη και του απάντησε: «Δεν θα παραστώ, κύριε Μολυβιάτη». Ο θρύλος λέει ότι ξεστόμισε κάτι απρεπές για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για να αιτιολογήσει την απόφασή του, αλλά δεν είναι της ημέρας. Aιωνία του η μνήμη. Το ποια μνήμη, όμως, θα το δούμε την Κυριακή, με αναλυτικά στοιχεία και ντοκουμέντα που θα δουν το φως της δημοσιότητας για πρώτη φορά.
Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΧΑΡΙΣΤΟΣ ΤΙΜΑΕΙ ΚΑΙ ΘΡΗΝΕΙ ΤΟΝ ΜΕΝΤΟΡΑ -ΔΑΣΚΑΛΟ-ΣΩΤΗΡΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΚΙΟΛΑΣ ΑΛΛΩΣΤΕ ΠΟΙΟΣ ΣΑΣ ΕΙΠΕ ΟΤΙ Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΕΙΝΑΙ ΔΕΞΙΟΣ ???? ΦΗΜΕΣ ΚΑΛΕ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΡΑ
Όποιος δεν μπορεί να μισήσει τον επίδοξο δολοφόνο του είναι εκφυλισμένος.
Ο σημίτης, με πεζό, μισούσε την εθνικόφρονα Ελλάδα και έκανε ό,τι μπορούσε για να την καταστρέψει.
Τα κατάφερε.
Και του αποδίδεται σεβασμός με βάση αξίες και αρχές τις οποίες μισούσε και κατέλυσε.
Το “δεν είμαστε ίδιοι” είναι κάλυμμα αδυναμίας. Υποτάσσεσαι σ’ αυτόν που θέλει την εξόντωσή σου, αντί να του αντιγυρίσεις τα όμοια και πλέον. Μόνο το κράτος του 1936-40 υπεράσπισε πλήρως την εθνική υπόσταση.
Το ίδιο μας μισεί ο Μητσοτάκης. Και κάποιοι ξύπνιοι τον άφησαν να φθάσει στην αρχηγία της ΝΔ, δηλαδή στο εισιτήριο για την δικτατορική και εθνοπροδοτική του εξουσία.
“Τώρα κλαις, γιατί κλαίς;”, Στέλιος
Στο Παρίσι, η άπλυτη αριστερή πλέμπα πανηγυρίζει για τον θάνατο του -άταφου- τιτάνα Ζ-Μ Λε Πεν.
Στην Αθήνα τα καθεστωτικά σκυλιά λυσσάνε να επιβάλουν τον σεβασμό, να κάνουν το μαύρο-άσπρο για τα γεγονότα που ζήσαμε στο πετσί μας, να αλλοιώσουν βίαια την Ιστορία που βιωματικά γνωρίζουμε. ΝΑ ΒΙΑΣΟΥΝ ΔΗΛΑΔΗ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΜΑΣ.
Τους ανταποδίδω στο διπλάσιο αυτά που αισθάνονται για μένα. Η δικτατορία τους μου απαγορεύει να τα γράψω. Αλλά αυτό δεν θεωρείται λογοκρισία. “Λογοκρισία” υπήρχε όταν απαγορευόταν σε ατάλαντους, προβοκάτορες, συμμορίτες, σοβιετικούς κατασκόπους και μισέλληνες να διασύρουν στη δημόσια σφαίρα εθνικές αξίες.
Δεν επήλθε τυχαία η φτωχοποίηση και η πολιτική εξαθλίωση της χώρας.
Κάποιοι πολιτικοί μας το είχαν θέσει ως σκοπό στη μίζερη πολιτική ζωή τους, ο μακαρίτης ήταν ένας από αυτούς.