Του Δημήτρη Χ. Παξινού
Τους συνάντησα σε όλα σχεδόν τα επαγγέλματα και είναι εκτός εποχής. Είναι μακριά από κόμματα, τουλάχιστον με τη στενή σχέση, όπως κι εκτός κατεστημένων σχημάτων. Είναι επιλογή τους. Σε άλλους ακούσια, σε άλλους εκούσια. Δεν είναι προσκολλημένοι σε κάποιον μεγάλο επιχειρηματία, μεγαλέμπορο. Δεν συχνάζουν στα γνωστά σαλόνια όπου μαζεύονται οι διάφοροι σοβαροί και ασόβαροι και μεταξύ τυριού και αχλαδιού μοιράζουν θέσεις, αξιώματα, δουλειές, λεφτά.
Μπορεί να φαίνονται παρωχημένοι και εκτός εποχής. Έχουν επιλέξει άλλον τρόπο ζωής, πολύ διαφορετικό και πολύ αξιοπρεπή, μέχρι βαρεμάρας, για να μην πω βλακείας. Είναι οι απροσάρμοστοι, οι γραφικοί. Αυτοί που προτιμούν να προχωρούν με τον σταυρό στο χέρι. Από ιδεολογία και μόνο. Γιατί έτσι έμαθαν και συνεχίζουν χωρίς «φιοριτούρες», χωρίς επιδείξεις, χωρίς κομπορρημοσύνη. Τους εκφράζουν η αφοσίωση στη δουλειά τους, η εντιμότητά τους, το χρέος όπως το αισθάνονται αυτοί. Χωρίς ιδιοτέλεια, με γνώμονα το γενικό καλό, που έρχεται μέσα από την πιστή τήρηση κάποιων κανόνων δεοντολογίας, που πρώτα τους ασπάζονται μέσα από τα κατάβαθα της ψυχής τους, συνειδητά, και μετά τους κάνουν τρόπο ζωής. Αθόρυβα και ουσιαστικά. Και πάντα ανθρώπινα, ορώμενοι το μέλλον σαν ένας διαβάτης που δεν ξέρει πότε θα αναχωρήσει οριστικά για έναν άλλον κόσμο χωρίς επιστροφή. Τον ενδιαφέρει όμως να αφήσει πίσω του ένα αποτύπωμα ζωής. Ένα ίχνος που ίσως το συναντήσουν οι μεταγενέστεροι, ίσως και όχι. Αισθάνονται όμως ικανοποιημένοι από την πορεία τους, είναι ήσυχοι με τη συνείδησή τους ότι από καθήκον κινούμενοι προχώρησαν μισό βήμα σε αυτήν την παράξενη πορεία ζωής, γεμάτη δυσκολίες, απρόοπτα, εκπλήξεις δυσάρεστες και μη.
Μπορεί να είναι δικαστής, γιατρός, δικηγόρος ή και να μην προέρχεται από τις λεγόμενες ανθρωπιστικές επιστήμες. Γιατί τον χαρακτηρισμό «ανθρωπιστικής» τον δίνει εν τέλει η συμπεριφορά του υποκειμένου. Μπορεί να λέγεται έτσι, αλλά όταν ξεφεύγει από τον προορισμό της, από τον σκοπό της, παύει να είναι.
Μπορεί να είναι δάσκαλος, γεωργός, κτηνοτρόφος. Μπορεί να είναι επιχειρηματίας. Από το αντικείμενο της εργασίας τους και του επιδιωκόμενου σκοπού φαίνεται και το έργο που επιτελούν. Από το πώς το ασκούν κι αν ένα από τα βασικά κριτήριά τους είναι η συμπόνια στον συνάνθρωπό τους. Ιδίως όταν βλέπουμε γύρω μας, με τη δύναμη των τηλεοπτικών μέσων και του διαδικτύου, όσα τραγικά συμβαίνουν ανά τον κόσμο. Τους δεκάδες, εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς για να ικανοποιήσουν οι λίγοι την ακόρεστη δίψα για περισσότερο πλούτο. Σε βάρος των πολλών που δεν έχουν να ελπίζουν σε τίποτα καλύτερο από την επιβίωσή τους. Η διεθνής υποκρισία περισσεύει και το κακό χτυπάει την πόρτα μας. Του οποιουδήποτε. Είτε με τη μορφή του απρόοπτου, του τυχαίου, της «παράπλευρης απώλειας», όπως την έλεγαν στον πόλεμο στον οποίο διαμελίστηκε η Γιουγκοσλαβία. Είτε με τη μορφή κάποιας φυσικής καταστροφής, λόγω της ραγδαίας κλιματικής αλλαγής που θα συμπαρασύρει στο διάβα της τα πάντα. Πλούσιους και φτωχούς. Ισχυρούς και μη. Και τότε θα διαπιστώσουμε ότι κοινή είναι η τύχη.
Υπάρχουν λοιπόν ακόμη οι απροσάρμοστοι. Και είναι αρκετοί αυτοί που έχουν χαράξει έναν άλλον δρόμο μακριά από τα γνωστά πρότυπα που έλκουν την προσωπικότητά τους από τα πλούτη, τη δόξα που φαντάζονται σαν μόνιμη, σαν να την έχουν κατοχυρώσει, να την έχουν εγγράψει στο αθάνατο οικογενειακό τους DNA.
Έχω τη χαρά και την τιμή να γνωρίζω κάποιους από αυτούς. Ιδίως δικαστές που, κόντρα στα μηνύματα των καιρών, εξακολουθούν ακέραιοι να συνεχίζουν το δύσκολο και ίσως αναποτελεσματικό, λόγω των τιθεμένων προσκομμάτων από το πολιτικό σύστημα, έργο τους. Με κάποια πικρία αντιμετωπίζουν πια την όλη κατάσταση που οδηγεί σε υπάκουους και μη δικαστές. Κι όσο πιο υπάκουος τόσο μεγαλύτερη είναι η εύνοια που απολαμβάνει, με άμεση συνέπεια να αδικούνται οι υπόλοιποι, οι πολλοί που μένουν μακριά από πράγματα άσχετα με τα καθήκοντά τους. «Μα με αυτόν τον τρόπο γίνονται οι επιλογές των προσώπων;» θα αναρωτηθεί κάποιος, αν και γι’ αυτό αμφιβάλλω πλέον.
Έτσι τίποτα και πουθενά δεν πάει καλά. Ούτε στη Δικαιοσύνη, τον ιερό αυτόν θεσμό, το τελευταίο οχυρό της Δημοκρατίας. Αλώθηκε κι αυτή. Τι άλλο απομένει άραγε να δούμε;
Πόσοι άλλοι «απροσάρμοστοι» παλεύουν καθημερινά με το θηρίο της διαφθοράς και της απληστίας από το δικό τους μετερίζι. Άνισος ο αγώνας όλων αυτών που παλεύουν με τη φωτιά για να διατηρήσουν στην Ελλάδα την άσβεστη φλόγα που αναζωπυρώνεται την κατάλληλη στιγμή για να ζωντανεύσει ξανά την ελπίδα.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΛΛΑ ΣΠΑΝΙΖΟΥΝ ΕΥΓΕ ΓΙΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ