Η πατροκτονία, το έγκλημα των πανάρχαιων χρόνων, επαναλαμβάνεται στην κυρίαρχη πατρική μορφή του Μωυσή και γίνεται ένας σημαντικός συνδετικός κρίκος του λησμονημένου αρχέγονου γεγονότος με την όψιμη ανάδυση μιας μονοθεϊστικής θρησκείας
Του Παντελή Βασματζίδη*
Εάν ο ιουδαϊσμός είναι η θρησκεία του πατέρα, τότε ο χριστιανισμός είναι η θρησκεία του γιου. Ο παλαιός πατέρας Θεός υποχώρησε μπροστά στον Χριστό και ο γιος πήρε τη θέση του, όπως ακριβώς ποθούσε στους πανάρχαιους χρόνους κάθε γιος. Η χριστιανική θρησκεία υιοθέτησε πολλές συμβολικές τελετουργίες των όμορων λαών. Αποκατέστησε τη μεγάλη μητρική θεότητα και έδωσε χώρο σε πολλές θεϊκές μορφές του πολυθεϊσμού, σε κατώτερες ωστόσο ιεραρχικά θέσεις. Σε αντίθεση με τη θρησκεία του Ατονού και τη διάδοχό της μωσαϊκή, δεν απέκλεισε την εισδοχή δεισιδαιμονικών, μαγικών και μυστικιστικών στοιχείων, τα οποία αποτέλεσαν τροχοπέδη στην πνευματική εξέλιξη κατά τις δύο επόμενες χιλιετίες. Θα μπορούσε να λεχθεί ότι η επικράτηση του χριστιανισμού ήταν μία νέα νίκη των ιερέων του Άμμωνα επί του θεού τού Ιχνατόν, ύστερα από 1.500 έτη, σε ένα ευρύτερο πεδίο αναμέτρησης.
Ο Μωυσής, που προερχόταν από τη σχολή του Ιχνατόν, χρησιμοποιούσε τις ίδιες μεθόδους με εκείνες του βασιλιά. Με διαταγές επέβαλλε στον λαό τη δική του πίστη και διδασκαλία, η οποία ίσως ήταν πιο αυστηρή από εκείνη του διδασκάλου του.
Αναφορικά με την απαγόρευση της εικόνας του θεού, ο Μωυσής ήταν πιο αυστηρός από τη θρησκεία του Ατονού. Ο θεός του δεν είχε όνομα ούτε πρόσωπο, και αυτό σίγουρα ήταν ένα νέο μέτρο κατά μαγικών καταχρήσεων. Επιπρόσθετα, σήμαινε έναν παραγκωνισμό της αισθητήριας αντίληψης για χάρη μίας αφηρημένης ιδέας, δηλαδή έναν θρίαμβο της πνευματικότητας επί του κόσμου των αισθήσεων. Η αρμονία στην ανάπτυξη πνευματικών και σωματικών δραστηριοτήτων που πέτυχε ο ελληνικός λαός ήταν ανέφικτη για τους Εβραίους. Ανάμεσα στα δύο επέλεξαν αυτό που είχε κατ’ αυτούς υψηλότερη αξία. Μετά την καταστροφή του Ναού στην Ιερουσαλήμ από τον Τίτο (70 μ.Χ.), ο ραβίνος Γιοχανάν μπεν Ζακάι ζήτησε την άδεια να ανοίξει την πρώτη σχολή Τορά στην παραλιακή πόλη Ιαμνία. Στο εξής, αυτό που συγκρατούσε τον διάσπαρτο λαό ήταν η Αγία Γραφή και οι πνευματικές προσπάθειες για αυτήν.
Μωυσής και Ιχνατόν είχαν την ίδια τύχη, αυτήν που αναμένει τους πεφωτισμένους ιεροφάντες. Τόσο ο εβραϊκός λαός του Μωυσή όσο και οι Αιγύπτιοι της 18ης δυναστείας (1350 π.Χ.) δεν ήταν σε θέση να ανεχθούν μία τέτοια πνευματική θρησκεία και να βρουν στις επιταγές της την ικανοποίηση των αναγκών τους. Ενώ οι Αιγύπτιοι περίμεναν υπομονετικά τον θάνατο του καθαγιασμένου Φαραώ, οι τραχείς Σημίτες εξεγέρθηκαν κατά της αυθεντίας του Μωυσή και αποτίναξαν το βάρος της επιβληθείσας θρησκείας με τη δολοφονία του. Κατά την πορεία στην έρημο υπάρχει μία σειρά εξεγέρσεων και το βιβλικό κείμενο μας προετοιμάζει για ένα τέτοιο τέλος του Μωυσή («Αριθμοί», Κεφ. ΙΔ’, εδ. 27, 33). Η αποσκίρτηση του λαού φαίνεται και στη λατρεία του χρυσού μόσχου με τη συντριβή των γεγραμμένων πλακών με τους νόμους από τον Μωυσή. «Και οργισθείς θυμώ Μωυσής παρεμβολή, ορά τον μόσχον και τους έρριψεν από τον χειρών αυτού τας δύο πλάκας και συνέτριψεν αυτάς υπό το όρος» («Έξοδος», Κεφ. ΛΒ’, εδ. 19).
Η πατροκτονία, το έγκλημα των πανάρχαιων χρόνων, επαναλαμβάνεται στην κυρίαρχη πατρική μορφή του Μωυσή και γίνεται ένας σημαντικός συνδετικός κρίκος του λησμονημένου αρχέγονου γεγονότος με την όψιμη ανάδυση μίας μονοθεϊστικής θρησκείας.
Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι η μεταμέλεια για τη δολοφονία του Μωυσή οδήγησε στη φαντασίωση για την έλευση του Μεσσία, δηλαδή εκείνου που θα φέρει στον λαό του την ποθητή λύτρωση και την επαγγελθείσα κοσμοκρατία. Ο Sellin χαρακτηριστικά αναφέρει ότι στο τέλος της βαβυλωνιακής εξορίας δημιουργήθηκε στον εβραϊκό λαό η μεσσιανική προσδοκία ότι ο τόσο ταπεινωτικά δολοφονημένος θα επιστρέψει από τους νεκρούς και θα οδηγήσει τον μεταμελημένο λαό του στο βασίλειο μίας αιώνιας μακαριότητας. Εάν ο Μωυσής υπήρξε ο πρώτος Μεσσίας, τότε ο Χριστός έγινε αντικαταστάτης και διάδοχός του.
Στο πλαίσιο αυτό, η ανάσταση του Χριστού περιέχει μία δόση ιστορικής αλήθειας, καθώς ο Ιησούς ήταν ο αναστημένος Μωυσής, ο επανερχόμενος προπάτορας της πρωτόγονης ομάδας, δοξασμένος και, ως γιος, κάτοχος της θέσης του πατέρα.
Οι Ισραηλίτες πλήρωσαν βαρύ τίμημα στην πορεία των αιώνων για την επιμονή τους στην άρνηση της δολοφονίας του πατέρα. Η νέα θρησκευτική κοινότητα, που απαρτίσθηκε από ένα μέρος του εβραϊκού λαού -Ρωμαίους, Έλληνες, Αιγυπτίους και Σύρους-, τους κατηγορούσε λέγοντας: «Εσείς σκοτώσατε τον θεό μας. Δεν θέλετε να παραδεχθείτε ότι τον δολοφονήσατε, ενώ εμείς το ομολογήσαμε και έχουμε εξαγνισθεί από αυτή την ενοχή».
Βέβαια, ο αντισημιτισμός δεν περιορίζεται στον προαναφερθέντα λόγο. Άλλα αίτια του μίσους κατά των Εβραίων είναι:
1. Το γεγονός ότι συνήθως ζουν ως μειονότητες ανάμεσα σε άλλους λαούς. Πολλές κοινότητες, προκειμένου να συσφίγξουν τους δεσμούς μεταξύ των μελών, καλλιεργούν εχθρικά συναισθήματα κατά μίας μειονότητας.
2. Η διαφορετικότητά τους από τους λαούς που τους «φιλοξενούν». Βασικά, δεν είναι αλλόφυλοι Ασιάτες, αλλά υπολείμματα μεσογειακών λαών και κληρονόμοι του μεσογειακού πολιτισμού. Το αξιοπερίεργο είναι ότι η μισαλλοδοξία των μαζών εκδηλώνεται εντονότερα κατά των μικρών αποκλίσεων παρά κατά των θεμελιωδών διαφορών.
3. Το γεγονός ότι έχουν αξιόλογη προσφορά στον ευρωπαϊκό πολιτισμό, σε φιλοσοφία, λογοτεχνία, πολιτική, οικονομία, τέχνη και επιστήμες, ότι αψηφούν τις καταπιέσεις και κατάφεραν να επιβιώσουν από σκληρούς διωγμούς. Τραυματικά συμβάντα θεωρούνται η Έξοδος από την Αίγυπτο (1350 π.Χ.), η πρώτη (586 π.Χ.) και η δεύτερη καταστροφή του Ναού του Σολομώντα (70 μ.Χ.), τα πογκρόμ και οι διώξεις από τον 12ο έως τον 17ο αιώνα στην Ευρώπη, και κατόπιν από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι το Ολοκαύτωμα του 1942-1945.
4. Ότι δεν έχει ξεπεραστεί η ζήλια για τον «περιούσιο λαό» του Θεού, δηλαδή για το πρωτότοκο και αγαπημένο παιδί του πατέρα.
5. Η υιοθέτηση εκ μέρους τους της περιτομής, που ανακινεί ασυνείδητα το άγχος του ευνουχισμού. Ο S. Freud στο σύγγραμμά του «Ο μικρός Χανς – Ανάλυση της φοβίας ενός πεντάχρονου αγοριού» γράφει: «Το σύμπλεγμα του ευνουχισμού είναι η βαθύτερη ασυνείδητη ρίζα του αντισημιτισμού, διότι από την παιδική ήδη ηλικία το αγόρι ακούει ότι στους Εβραίους κόβουν κάτι στο πέος -νομίζει πως κόβουν ένα κομμάτι του πέους-, και αυτό του δίνει το δικαίωμα να περιφρονεί τους Εβραίους».
6. Πολλοί λαοί που διακρίνονται για το μίσος τους κατά των Εβραίων εκχριστιανίστηκαν βιαίως και σε όψιμες περιόδους της Ιστορίας. Έτσι, κάτω από ένα λεπτό επίχρισμα χριστιανισμού διατήρησαν τον βαρβαρικό πολυθεϊσμό των προγόνων τους. Δεν ξεπέρασαν τη μνησικακία απέναντι στη νέα θρησκεία που τους επιβλήθηκε, αλλά την έστρεψαν στην πηγή του χριστιανισμού. Το γεγονός ότι τα Ευαγγέλια αφηγούνται μία ιστορία που διαδραματίζεται μεταξύ Εβραίων έκανε αυτή τη μετάθεση πιο εύκολη. Στην πραγματικότητα, το μίσος τους κατά των Εβραίων είναι μίσος κατά του χριστιανισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εχθρική μεταχείριση και των δύο μονοθεϊστικών θρησκειών κατά την εθνικοσοσιαλιστική επανάσταση.
Το μίσος των χριστιανών κατά των Εβραίων καθορίστηκε από έναν αδελφοκτόνο ανταγωνισμό και εμπνεύσθηκε από γνωστικά κίνητρα τελειότητας, δηλαδή τον ιουδαϊκό νόμο, τον ελληνικό ορθό λόγο και τη χριστιανική πίστη. Πρόκειται για τη διαμάχη του νεότερου προς τον πρεσβύτερο υιό του Θεού όσον αφορά την κατοχή της διδασκαλίας.
Μόνον ολίγοι αντιλαμβάνονται τη δυνατότητα συμπλήρωσης των δύο, όπου ο ιουδαϊσμός παραμένει πάντα ο διδάσκαλος του νόμου και ο χριστιανισμός ο μεταρρυθμιστής που αναβάθμισε τον ρόλο της Παλαιάς Διαθήκης.
*Συγγραφέας – Ψυχίατρος
Εδώ το Α’ Μέρος