Tου Σάββα Καλεντερίδη
Η ελληνοτουρκική προσέγγιση είναι πολύ πιθανόν να επιβλήθηκε από εξωτερικούς παράγοντες σε Ελλάδα και Τουρκία, με τις δύο πλευρές να αποδέχονται τη διαδικασία, με στόχο η καθεμία να κερδίσει χρόνο, μέχρι να ολοκληρωθούν κάποια σχέδια που έχει η Αθήνα και η Άγκυρα.
Η Ελλάδα έχει στόχο να ολοκληρώσει τα βασικά εξοπλιστικά της προγράμματα, που θα της επιτρέψουν να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων στον αέρα και τη θάλασσα του Αιγαίου αλλά και της ανατολικής Μεσογείου.
Η Τουρκία, από την πλευρά της, έχει στόχο να ολοκληρώσει το εθνικό αεροσκάφος πέμπτης γενιάς ΚΑΑΝ και το ναυπηγικό της πρόγραμμα, κάτι που θα της δώσει, πέραν της επιχειρησιακής ισχύος, και πολιτική αυτονομία για την εκπλήρωση των επεκτατικών της σχεδίων σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο.
Όταν άρχισε η διαδικασία της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, η Ελλάδα ήδη υπερείχε στον αέρα έναντι της Τουρκίας, με τα αεροσκάφη 4+ γενιάς Rafal και F-16 Viper, που σταδιακά εντάσσονται στο δυναμικό της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, καθώς και στον τομέα της αεροπορικής άμυνας, με την Τουρκία να υπερέχει στον τομέα των μη επανδρωμένων αεροσκαφών.
Στη θάλασσα η κατάσταση είναι μοιρασμένη, η Ελλάδα υπερέχει στον υποβρυχιακό και τον ανθυποβρυχιακό πόλεμο και στα αντιπλοϊκά βλήματα επιφανείας-επιφανείας, ενώ η Τουρκία, μέχρι να παραλάβει η Ελλάδα τις φρεγάτες Belharra, έχει σχετική υπεροχή στα πλοία επιφανείας και στα μη επανδρωμένα σκάφη.
Ενώ οι δύο χώρες προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τον χρόνο της… προσέγγισης, η Ελλάδα προσπαθεί να ολοκληρώσει το ναυπηγικό της πρόγραμμα, που θα της εξασφαλίσει τουλάχιστον ισορροπία στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο, με την Τουρκία να προσπαθεί να καλύψει το μεγάλο κενό που έχει αυτήν τη στιγμή στην πολεμική της αεροπορία. Με αντικειμενικούς όρους, τη στιγμή αυτή κανένα τουρκικό αεροσκάφος δεν είναι ασφαλές ενώ πετάει στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο, μπροστά στην υπεροχή των Rafale και των F-16 Viper.
Το αεροσκάφος πέμπτης γενιάς ΚΑΑΝ είναι αμφίβολο εάν θα μπει σε γραμμή παραγωγής έπειτα από δέκα χρόνια. Έως τότε η Τουρκία έχει σοβαρότατο κενό στην πολεμική της αεροπορία και προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τον χρόνο αλλά και την άνεση που της δίνει η ελληνοτουρκική προσέγγιση για να αποκτήσει τουλάχιστον ισοδύναμα αεροσκάφη με αυτά που ήδη διαθέτει η ελληνική Πολεμική Αεροπορία.
Εκμεταλλεύεται, λοιπόν, τον χρόνο αλλά και το «διαβατήριο» που της εξασφαλίζει η προσέγγιση με την Ελλάδα για να ξεπεράσει σοβαρότατα εμπόδια, που είχε δημιουργήσει η ελληνική διπλωματία και κυρίως οι ελληνικές ομάδες πίεσης στις ΗΠΑ για να αποκτήσει τα αμερικανικά F-16 Viper και τα βρετανο-ιταλο-γερμανικά Eurofighter, ξεπερνώντας το εμπόδιο Γερμανία, επικαλούμενη την απουσία προβλημάτων με την Ελλάδα και χρησιμοποιώντας το… υπερόπλο που λέγεται Μεταναστευτικό, το οποίο κατακαίει τον Σολτς και τα κόμματα της κυβέρνησής του.
Όπως φαίνεται και από το… φόντο που επέλεξε ο κ. Μητσοτάκης για να δώσει τη συνέντευξή του σε τηλεοπτικό σταθμό, που ήταν ένα αεροσκάφος Rafale, αλλά και όσα είπε για το εγχείρημα που ο ίδιος στήριξε με πάθος, η ελληνοτουρκική προσέγγιση δεν αποδίδει και ίσως δούμε το επόμενο διάστημα να έχει προβληματική πορεία.
Αν θεωρήσουμε ότι αυτή η διαδικασία θα τελειώσει άδοξα τον επόμενο ή τον μεθεπόμενο χρόνο, η Ελλάδα θα έχει ολοκληρώσει την παραλαβή όλων των αεροσκαφών Rafale και τον εκσυγχρονισμό σχεδόν όλων των F-16 Viper, θα έχει παραλάβει πιθανόν και τις τρεις φρεγάτες Belharra, ενώ η Τουρκία θα έχει αρχίσει να παραλαμβάνει τα πρώτα F-16 Viper και ίσως κάποια Eurofighter, εάν επιλέξει την προμήθεια μεταχειρισμένων. Αυτή είναι μια πολύ γενική αποτίμηση, που δείχνει ότι η Ελλάδα θα συνεχίζει να έχει σχετική υπεροπλία στον αέρα και στη θάλασσα στο τέλος αυτής της προσέγγισης.
Πάντως, η Τουρκία με τη δική μας βοήθεια θα έχει κατορθώσει να καλύψει -έστω και εν μέρει- ένα τεράστιο κενό που είχε στην Πολεμική της Αεροπορία, επιδιώκοντας σταδιακά την ισορροπία στον αέρα τα επόμενα χρόνια. Μέχρι να μας σερβίρουν ξανά μια νέα… ελληνοτουρκική προσέγγιση.