Ο Αμερικανός πρόεδρος επέλεξε για την Εθνική Ασφάλεια την Γκάμπαρντ, που είχε αποκαλέσει «δικτάτορα» τον Ερντογάν
Του Βασίλη Γαλούπη
Υπήρξε αντισυνταγματάρχης με τον αμερικανικό στρατό στο Ιράκ. Υπηρέτησε τέσσερις θητείες ως βουλευτής των Δημοκρατικών εκπροσωπώντας τη Χαβάη. Έθεσε υποψηφιότητα για πρόεδρος στις προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών το 2020. Αλλά το 2022 η Τούλσι Γκάμπαρντ παραιτήθηκε από το κόμμα και άρχισε να υποστηρίζει τον Τραμπ.
Τον Αύγουστο δήλωσε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν «μας έβαλε να αντιμετωπίζουμε πολέμους σε πολλαπλά μέτωπα σε περιοχές σε όλο τον κόσμο και μας έφερε πιο κοντά στο χείλος του πυρηνικού πολέμου από ποτέ πριν. Αυτός είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους δεσμεύομαι να κάνω ό,τι μπορώ για να στείλω τον πρόεδρο Τραμπ πίσω στον Λευκό Οίκο».
Χθες ο Τραμπ επέλεξε την Τούλσι Γκάμπαρντ να γίνει η νέα διευθύντρια της εθνικής υπηρεσίας πληροφοριών. «Ως πρώην υποψήφια για την προεδρική υποψηφιότητα των Δημοκρατικών έχει ευρεία υποστήριξη και από τα δύο κόμματα – τώρα είναι μια περήφανη ρεπουμπλικανή!» δήλωσε ο Τραμπ, δίνοντας με τον διορισμό της Γκάμπαρντ άλλο ένα σήμα ότι τοποθετεί στις κορυφαίες θέσεις της εξωτερικής πολιτικής ανθρώπους που θέλουν να αλλάξουν όλο το δόγμα των στρατιωτικών επεμβάσεων των ΗΠΑ εκτός συνόρων.
Η Γκάμπαρντ στο εξής θα επιβλέπει 18 κατασκοπευτικές υπηρεσίες και ένα μπάτζετ 70 δισ. δολαρίων. Θα είναι κορυφαία σύμβουλος πληροφοριών στον Λευκό Οίκο και υπεύθυνη για την προετοιμασία της Ημερήσιας Ενημέρωσης του προέδρου με μια γραπτή περίληψη απόρρητων πληροφοριών που φτάνει στον Οβάλ Γραφείο κάθε πρωί με ενημέρωση για τις παγκόσμιες υποθέσεις.
Πριν από το ντιμπέιτ του Τραμπ με την Κάμαλα Χάρις ήταν η Γκάμπαρντ αυτή που βοήθησε τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο να προετοιμαστεί και να επιλέξει τις «επιθέσεις» που θα εξαπέλυε στην αντίπαλό του.
Αμερικανίδα από τη Σαμόα, αρχικά εκπροσώπησε τη Χαβάη στο Κογκρέσο από το 2013 έως το 2021 με το κόμμα των Δημοκρατικών.
Όμως άρχισε να επικρίνει την κυβέρνηση Ομπάμα για διάφορα θέματα, όπως τους χειρισμούς σχετικά με τη Μέση Ανατολή, την τρομοκρατία και τον ισλαμικό εξτρεμισμό. Εξέφραζε σκεπτικισμό για την επέμβαση της κυβέρνησης Ομπάμα στη Συρία και το 2017 συναντήθηκε με τον πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ, «ενοχλώντας» το κόμμα των Δημοκρατικών.
Έκτοτε η κριτική της στράφηκε τόσο εναντίον των Δημοκρατικών όσο και των Ρεπουμπλικάνων για θέματα εξωτερικής πολιτικής. Η Γκάμπαρντ πίστευε ότι όλο το δόγμα του αμερικανικού στρατιωτικού παρεμβατισμού σε χωράφια άλλων ήταν λάθος και ότι δεν πρέπει η στρατιωτική δύναμη των ΗΠΑ να στέλνεται για να επιλύει υπερπόντιες κρίσεις.
Τον Νοέμβριο του 2019 η Γκάμπαρντ κατηγόρησε τους Δημοκρατικούς ότι υποστηρίζουν το «κατεστημένο της εξωτερικής πολιτικής στην Ουάσινγκτον» και ότι επηρεάζονται υπερβολικά από «τη στρατιωτική βιομηχανία».
Φέτος, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής της εκστρατείας, επέκρινε τους «αντιπαραγωγικούς πολέμους για αλλαγές καθεστώτος που κάνουν τη χώρα μας λιγότερο ασφαλή, που αφαιρούν περισσότερες ζωές και που κοστίζουν στους Αμερικανούς φορολογουμένους τρισεκατομμύρια περισσότερα δολάρια».
Οι Ρεπουμπλικάνοι «αγκάλιασαν» την Γκάμπαρντ ως μία πρώην δημοκρατική που «αγανάκτησε με τις εξτρεμιστικές πολιτικές της Αριστεράς». Οι Δημοκρατικοί την κατηγορούν για τις απόψεις της με το σλόγκαν «πρώτα η Αμερική» και για το γεγονός ότι πρακτικά έχει κατηγορήσει την Αμερική για την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία.
Στο παρελθόν, πολλοί Ρεπουμπλικάνοι τη θεωρούσαν «σοσιαλίστρια». Τώρα είναι η χαϊδεμένη celebrity ανάμεσα στην ομάδα των νεοδιορισθέντων του Τραμπ.
Στην πανδημία η Γκάμπαρντ επέκρινε την κυβέρνηση Μπάιντεν για την απαίτηση να εμβολιαστούν υποχρεωτικά τα μέλη του αμερικανικού στρατού.
Πριν από δύο χρόνια κατηγορήθηκε ότι επαναλαμβάνει τη «ρωσική προπαγάνδα». Αφορμή στάθηκε ότι δημοσίευσε βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σχετικά με «το αναμφισβήτητο γεγονός» της ύπαρξης βιολογικών εργαστηρίων που χρηματοδοτούνται από τις ΗΠΑ σε ολόκληρη την Ουκρανία.
Τον Οκτώβριο του 2023 η Γκάμπαρντ τα έβαλε με τον Ερντογάν. Σε ανάρτησή της στο Instagram έγραψε: «Δεν προκαλεί έκπληξη να ακούς τον Ερντογάν της Τουρκίας να υποστηρίζει τη Χαμάς λέγοντας ότι είναι “μια οργάνωση απελευθέρωσης” και “όχι τρομοκρατική οργάνωση”, λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τουρκία υποστήριξε επίσης τον ISIS βοηθώντας τους να στρατολογούν και να μεταφέρουν ισλαμιστές και όπλα».
Πριν από τέσσερα χρόνια η Γκάμπαρντ είχε γίνει ακόμα πιο σαφής με την Τουρκία. Σε βίντεο δήλωνε ανοιχτά πως «ο Ερντογάν της Τουρκίας θέλει να δημιουργήσει ένα ισλαμιστικό χαλιφάτο στη Συρία, να επανιδρύσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία και συνεργάζεται με την Αλ Κάιντα και άλλους τρομοκράτες για να επιτύχει τον στόχο του. Θέλει να γίνει ο χαλίφης στο νέο ισλαμιστικό χαλιφάτο που θα δημιουργήσει. Ο Ερντογάν της Τουρκίας δεν είναι φίλος μας. Είναι από τους πιο επικίνδυνους δικτάτορες στον κόσμο και η αμερικανική κυβέρνηση και τα ΜΜΕ δεν έχουν κανέναν λόγο να βοηθούν αυτόν τον μεγαλομανή ισλαμιστή και τους συνεργάτες του από την Αλ Κάιντα».
Η Άγκυρα είναι διπλά ανήσυχη, τόσο για τον διορισμό της Γκάμπαρντ όσο και του Μάρκο Ρούμπιο ως υπουργού Εξωτερικών. Αντίθετα, η Γκάμπαρντ έχει δείξει θετικά διακείμενη προς την Ελλάδα. Αφότου επισκέφτηκε τη χώρα μας το 2017, εντάχθηκε στην ελληνική πολιτική κοινότητα της Νότιας Καλιφόρνιας. Το 2019 το Αμερικανικό Ελληνικό Συμβούλιο της Νότιας Καλιφόρνιας της απένειμε το «Βραβείο Περικλής» επειδή η Γκάμπαρντ υποστήριξε τα θέματα της ελληνοαμερικανικής κοινότητας.
Το βιογραφικό της Τούλσι Γκάμπαρντ
Γεννήθηκε το 1981 στην Αμερικανική Σαμόα. Πήρε εκπαίδευση γυμνασίου στο σπίτι και από την εφηβεία της έγινε ινδουίστρια. Το 2004-2005 υπηρέτησε σε ιατρική μονάδα της Χαβανέζικης Εθνοφρουράς του Στρατού στο Ιράκ και το 2008-09 εργάστηκε στο Κουβέιτ ως αξιωματικός της Στρατιωτικής Αστυνομίας. Έχει λάβει τα μετάλλια Combat Medical Badge και Meritorious Service Medal. Τον Ιούλιο του 2021 προήχθη στον βαθμό της αντισυνταγματάρχου. Μεταξύ 1998-2004 εργάστηκε επίσης για τον οργανισμό «Συμμαχία για τον Παραδοσιακό Γάμο και τις Αξίες», μια επιτροπή πολιτικής δράσης κατά των γάμων των ομοφυλοφίλων στη Χαβάη.
Εκπροσώπησε τη Χαβάη στο Κογκρέσο μεταξύ 2013 και 2021, ως μέλος του Δημοκρατικού Κόμματος. Τον Οκτώβριο του 2022 αποχώρησε από τους Δημοκρατικούς και τον Αύγουστο του 2024 δήλωσε επίσημα τη στήριξή της στην υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ. Χθες ο Τραμπ την επέλεξε για τη θέση της επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών.
Δημοσιεύεται στη «δημοκρατία»
Ο Τραμπ μπορει να διορισει ολους τους φιλελληνες στην κυβερνηση του, αλλα εμεις εδω, δεν μασαμε, θα τους μπλοκαρουμε.