Γράφει ο Χρήστος Μπολώσης
Κατά τα τελευταία έτη του αγώνος της Παλιγγενεσίας (1828-29), η Αθήνα βρισκόταν σε οικτρή από πάσης πλευράς κατάσταση. Οι Αθηναίοι είχαν διασκορπισθεί και σχεδόν μόνοι κάτοικοι της πόλεως, ήσαν μέλη συμμοριών πεινασμένων Tουρκαλβανών, οι οποίοι διέμεναν σε ερείπια.
Από τον Φεβρουάριο του 1830, σημειώνεται η σταδιακή επάνοδος των Αθηναίων στην πόλη τους, οι οποίοι εγκαθίστανται στα σπίτια τους ή αγοράζουν κτήματα Tούρκων.
Την ίδια χρονιά και λόγω της καχυποψίας της προς τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος εθεωρείτο ρωσόφιλος, η Αγγλία, κατά την υπογραφή της Συνθήκης Ανεξαρτησίας της Ελλάδος, πέτυχε οι Μεγάλες (προστάτιδες…) Δυνάμεις να δημιουργήσουν το «Ελληνικό Βασίλειο» και να ορίσουν βασιλέα τον Όθωνα, δευτερότοκο γιό του πρίγκιπα και μετέπειτα βασιλέα της Βαυαρίας, Λουδοβίκου Α΄. Έτσι, στις 25 Ιουνίου του 1833, σε ηλικία 17 ετών ο Όθωνας φθάνει στην Ελληνική πρωτεύουσα, το Ναύπλιο, συνοδευόμενος από τριμελή αντιβασιλεία Βαυαρών, η οποία θα διοικήσει το νεαρό Ελληνικό Κράτος, μέχρι να ενηλικιωθεί ο Όθωνας, πράγμα που γίνεται στις 20 Μαΐου του 1835.
Την 1η Μαρτίου του 1833, αποστέλλεται από την Αντιβασιλεία ο Ιακωβάκης Ρίζος και παραλαμβάνει την Ακρόπολη από την τουρκική φρουρά, η οποία αποχωρεί στις 20 Μαρτίου, οπότε και υψώνεται στον Ιερό Βράχο η ελληνική σημαία.
Στις 18 Σεπτεμβρίου του 1834, υπογράφεται διάταγμα από την Αντιβασιλεία με το οποίο ανακηρύσσεται η Αθήνα πρωτεύουσα του Ελληνικού Βασιλείου και τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους, πραγματοποιείται η μεταφορά της από το Ναύπλιο στην Αθήνα.
Η νεαρή σύζυγος του Όθωνα βασίλισσα Αμαλία, προερχομένη από χώρα που έχει παράδοση στη δημιουργία πάρκων, συλλαμβάνει την ιδέα να κατασκευάσει ένα πάρκο στη νεαρή πρωτεύουσα, που προσπαθεί να αποκτήσει χαρακτήρα ευρωπαϊκής πόλεως. Το εγχείρημα, δεν ήταν εύκολο στο σχεδόν γυμνό από βλάστηση αθηναϊκό τοπίο, το οποίο είχε αποψιλωθεί στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Ο Όθωνας και η Αμαλία, αρχικώς διέμεναν στην πλατεία Νομισματοκοπείου (σήμερα Κλαυθμώνος), στο κτίριο που τώρα στεγάζεται το Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών, από την οποία μετακόμισαν στα Ανάκτορα, δηλαδή στο σημερινό κτίριο τη Βουλής, τον Αύγουστο του 1843.
Παραλλήλως με την κατασκευή των Ανακτόρων, το 1836, ο Βαυαρός αρχιτέκτων Φρ. Γκόρτνερ, ο οποίος και τα σχεδίασε, καθορίζει την αρχική μορφή ενός κήπου, ο οποίος βρισκόταν στην ανατολική πλευρά του λόφου του Αγίου Αθανασίου στην κορυφή του οποίου κτίζονταν τα Ανάκτορα. Η αρχική του έκταση ήταν 20 στρέμματα, η οποία με απαλλοτριώσεις και προσθήκες φθάνει τα 155 στρέμμ. και οριοθετείται από τις λεωφόρους Βασ. Σοφίας, Βασ. Αμαλίας, Βασ. Όλγας και Ηρώδου Αττικού.
Η φύτευση του κήπου αρχίζει το Φθινόπωρο του 1839, υπό την επίβλεψη του Βαυαρού γεωπόνου Σμάρατ στη νότια πλευρά του νεοκατασκευαζομένου κτιρίου.
Τον Ιανουάριο του 1840, η Αμαλία αναγγέλλει με επιστολή στον πατέρα της Παύλο Φρειδερίκο Αύγουστο, Μέγα Δούκα του Ολδεμβούργου, ότι φυτεύονται τα πρώτα δέντρα και ένα μήνα αργότερα, ότι η φύτευση έχει ολοκληρωθεί και τα δέντρα αρχίζουν να βλαστάνουν.
Όμως η Αμαλία, άρχισε να ασχολείται συστηματικά με τον κήπο μετά το 1843, ενώ ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας του αναδεικνύεται μέσα από τις 586 επιστολές που έστειλε στον πατέρα της, η πρώτη από τις οποίες χρονολογείται στα τέλη του 1836 και η τελευταία στις αρχές του 1853.
Το 1845 άρχισαν να φυτεύονται οι Ουασιγκτώνιες (είδος φοίνικα), στην έξοδο προς τη Λεωφ. Αμαλίας. Οι δυσκολίες για τη μεταφορά τους από τον Πειραιά στην Αθήνα ήταν τεράστιες, αφού δεν χρησιμοποιήθηκαν μικρά φυτά, αλλά έτοιμα δέντρα. «Σήμερα φυτέψαμε έναν γίγαντα 65 ποδών (περίπου 22 μέτρα), αλλά πόση δουλειά και πόσος κόπος απαιτείται, για να φυτευτεί ένας τέτοιος φοίνικας», γράφει στον πατέρα της.
Το όλο έργο της δημιουργίας του Βασιλικού Κήπου αγκαλιάστηκε από τους Αθηναίους, όμως υπήρξαν και οι αντιρρήσεις, οι οποίες διετυπώθησαν είτε υπό μορφή δημοσιευμάτων για δήθεν κατασπατάληση δημοσίου χρήματος είτε και διαφωνιών, ακόμη και από ανθρώπους της Αυλής.
Όπως σε κάθε εκσκαφή που γίνεται στην Ελλάδα, έτσι και στην περίπτωση του Κήπου, η σκαπάνη του κηπουρού έφερε στο φως το 1852 το μωσαϊκό δάπεδο ρωμαϊκής επαύλεως, το οποίο ευρίσκεται στη βόρεια πλευρά του Κήπου, προς το κτίριο της Βουλής.
Το 1860, συντάσσεται το οριστικό πολεοδομικό σχέδιο των Αθηνών, το οποίο και καθορίζει τα τελικά όρια του Κήπου (περίπου αυτά που είναι και σήμερα), ενώ το 1868 στη ΒΑ γωνία, εγκαθίσταται η Βασιλική (σήμερα Προεδρική) Φρουρά σε έκταση 4,5 στρεμμ.
Μέχρι το 1854, ο Κήπος ήταν απρόσιτος στο κοινό. Τότε αποφασίστηκε να ανοίγει κάποιες ώρες της ημέρας, ώστε να απολαμβάνουν τον περίπατό τους και οι απλοί Αθηναίοι.
Στις 23 Οκτωβρίου του 1862, ο Όθων και η Αμαλία εγκαταλείπουν την Ελλάδα και στις 30 Μαρτίου του επομένου έτους ανεβαίνει στον θρόνο ο Γεώργιος ο Α΄, ο οποίος συνεχίζει να φροντίζει τον κήπο, ενώ επί των ημερών του και με την επιμέλεια του Βαυαρού γεωπόνου Φρειδερίκου Σμίτ, δημιουργείται και το πρώτο θερμοκήπιο.
Το 1900, ο Κήπος έχει φθάσει σε ικανοποιητικό επίπεδο από αισθητικής πλευράς χάρη στη συστηματική συντήρηση. Τα φυτά έχουν μεγαλώσει αρκετά και οι διακοσμητικές κατασκευές (λίμνες, πέργκολες κ.λπ.) τονίζουν τα χαρακτηριστικά τοπία του.
Το 1923 ο Βασιλικός Κήπος χαρακτηρίζεται Κρατικός Δημόσιος και έκτοτε παραμένει ανοικτός για τους επισκέπτες του, από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου.
Το 1927 ιδρύεται η Επιτροπή Δημοσίων Κήπων και Δενδροστοιχιών, ΝΠΔΔ, υπό τη εποπτεία του υπουργού Γεωργίας, ενώ με το ίδιο νομοθετικό διάταγμα καθιερώνεται η ονομασία Εθνικός Κήπος.
Η περίοδος από 1927 μέχρι 1956 δεν είναι και η καλύτερη δυνατή του Κήπου, αφού βαριές χιονοπτώσεις και ξηρασίες προκαλούν μεγάλες καταστροφές στα φυτά του κήπου, ενώ και στην περίοδο της γερμανικής κατοχής έγιναν σοβαρές ζημιές με αποκορύφωμα τις τραγικές ημέρες των Δεκεμβριανών, που χρησιμοποιήθηκε ακόμα και για νεκροταφείο (!).
Το 1956 ο Κήπος ξαναβρίσκει την προπολεμική καλή του εμφάνιση.
Το 1974 ο Κήπος μετονομάζεται σε Εθνικός από Βασιλικός, ενώ το 1978 σφοδρή ανεμοθύελλα προξενεί μεγάλες καταστροφές στον Κήπο, ξεριζώνοντας 65 δέντρα ηλικίας 30 έως 130 ετών.
Το 2004, ψηφίζεται νόμος, με τον οποίο παραχωρείται ο Κήπος από την Περιφέρεια Αττικής στον Δήμο Αθηναίων για 90 χρόνια, ενώ στις 28 Μαρτίου του 2005 συγκροτείται νομικό πρόσωπο υπό την επωνυμία «Δήμος Αθηναίων-Εθνικός Κήπος» αρμόδιο γα τη διοίκηση και τη διαχείριση του Κήπου.
Όπως μας πληροφορεί το σχετικό ενημερωτικό φυλλάδιο, σήμερα στον Κήπο υπάρχουν 500 ποικιλίες φυτών, 140 ποικιλίες δέντρων και 100 ποικιλίες θάμνων.
Περπατώντας κανείς σήμερα στα δρομάκια του Κήπου, θαυμάζει τα αιωνόβια δέντρα με τις περίεργες ονομασίες, όπως αναφέρονται στις σχετικές ενδεικτικές πινακίδες:
– «Ουασιγκτώνια η νηματοφόρος», καταγωγή ΝΔ ΗΠΑ. Ευρίσκεται στην είσοδο από τη λεωφ. Βασ. Αμαλίας.
– «Κερκίς η κερατονιοειδής» (κοινή ονομασία Κουτσουπιά – καταγωγή Ν. Ευρώπη και Δ. Ασία), «Κείβη η Κασεάρειος» (εριόδεντρο Καπόκ – καταγωγή Ινδίες – Ινδοκίνα), «Σοφόρα η Ιαπωνική» (κοινώς Σοφόρα – καταγωγή από Κίνα), που ευρίσκονται στην περιοχή μεταξύ του Βοτανικού Μουσείου και των Γραφείων της Διοικήσεως.
– «Κέλτις η Δυτική» (κοινώς Μελικοκκιά – καταγωγή Β. Αμερική), «Ούλμος ο Καρπινόφυλλος» (κοινώς Φτελιά – καταγωγή από Ευρώπη, Β. Αφρική και Δ. Ασία), «Βραχυχίτων» (είδος ευκαλύπτου καταγόμενου από την Αυστραλία), που ευρίσκονται κοντά στη Μεγάλη Λίμνη.
Αποχαιρετώντας τον Κήπο και πριν από την έξοδο προς το Ζάππειο, κοντά στην Παιδική Χαρά, μετά την πέργκολα, υπάρχει ένας βράχος, ο οποίος ονομάζεται «Βράχος της Αμαλίας», όπου η Βασίλισσα ξεκουραζόταν θαυμάζοντας το Αθηναϊκό τοπίο προς την πλευρά του Ιλισού (σήμερα Καλλιμάρμαρο).
Κλείνοντας το σημείωμα αυτό, παραθέτουμε μια εξαίσια αφήγηση για τον Κήπο, που μας δίνει η δημοσιογράφος και συγγραφέας Μαρία Καραβία: «Η περιοχή (του Κήπου), είναι ευαίσθητη, τολμάει κανείς να πει. Οι ρίζες των δέντρων του στην υπόγεια διαδρομή τους, συναντούν την ιστορία της πόλης και γίνονται ένα μαζί της. Αγκαλιάζουν αρχαία ερείπια, μπερδεύονται με θραύσματα αγγείων, διεισδύουν σε αρχαία τείχη και τάφους απομεινάρια ρωμαϊκών επαύλεων και τούρκικα κιούγκια, τμήματα υδραγωγείων που έφερναν στις παλιές κρήνες της πόλης νερό. Ο Παλαμάς από το σπίτι του στην οδό Περιάνδρου στην Πλάκα, ερχόταν να περπατήσει σ’ αυτά τα «αρχαία μονοπάτια», όπου αφουγκραζόταν τα βήματα του Σωκράτη και όπου «στο πρώτο μοσχοβόλημα ενός ρόδου μακρινού, του δάκρυζαν τα μάτια…»
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
-Νεότερη Εγκυκλοπαίδεια «Ηλίου»
-Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση»
-Γιάννη Καιροφύλα: «Η Αθήνα και οι Αθηναίοι». Εκδόσεις Φιλιππότη. Αθήνα 1983.
-Ένθετο «Καθημερινής», με γενικό τίτλο «Επτά Ημέρες» της 7 Απρ. 2005
-Διαδίκτυο
…το γέλιο μακραίνει τη ζωή (και το δάκρυ τη μικραίνει)
Σαν νάχει δίκιο…
Απευθύνσου στον ΟΑΕΔ
Δεν πρέπει ποτέ να το ξεχνάμε αυτό
Γκουζκούνης έφα…
Δεν σχολιάζω, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται
Θεέ και Κύριε! Ο Σημίτης στα SS; Πάει χάλασε ο κόσμος…
Πως όλα αλλάζουν και όλο τα ίδια μένουν. Θύμα των προστατών της η καημένη η Ελλάδα και των ψυχώσεων τους, από τις οποίες πάσχουν επίσης και οι κυβερνήσεις της αφού επιλέγονται από τους ψυχωτικούς προστάτες της.