Τα «Όχι» θέλουν Μεταξάδες

Του Ραφαήλ Α. Καλυβιώτη*

Διαχρονικά θα έπρεπε να τιμάμε με κάθε επισημότητα και με ομοψυχία την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. Υπάρχουν πάντοτε όμως οι γνωστοί αρνητές της, που αρέσκονται, για παράδειγμα, στο να εισβάλλουν σε χώρους όπου διεξάγονται οι παρελάσεις αλλά και στο να επιμένουν με πομπώδες ύφος ότι το «Όχι» το ξεστόμισε ο ελληνικός λαός και όχι ο Ιωάννης Μεταξάς.

Οι αναθεωρητές χρόνια τώρα προσπαθούν να ακυρώσουν τη συνεισφορά του τελευταίου, παραγράφοντας τα απτά γεγονότα της Ιστορίας ένεκα της δικτατορικής διακυβέρνησής του. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη φράση στο βιβλίο Ιστορίας της γ’ λυκείου: «Ο Ιωάννης Μεταξάς είπε το “Όχι” ίσως παρά τη βαθύτερη θέλησή του».

Κι όμως, όλα τα στοιχεία που έχει συλλέξει η ιστορική επιστήμη καταδεικνύουν ότι ο Μεταξάς γνώριζε τις κινήσεις των ιταλικών στρατιωτικών δυνάμεων στον αλβανικό χώρο, ενώ είχε ήδη αφήσει να διαρρεύσουν αυτές οι πληροφορίες στον βασιλέα Γεώργιο και στην Αγγλία. Μήνες πριν, άλλωστε, είχε γράψει στον Ιταλό πρεσβευτή ότι «εάν η Ιταλία ήθελε θίξει ζωτικά συμφέροντα της Ελλάδος, και προπαντός την ακεραιότητα του εδάφους της, σας παρακαλώ να τηλεγραφήσετε ότι η Ελλάς θα αμυνθεί της τιμής της και της ακεραιότητός της μέχρις εσχάτων». Αλλά, βέβαια, για τους μελετητές της Ιστορίας η στάση του δεν προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση, εφόσον ήδη από το 1934 είχε την πεποίθηση ότι «η Ελλάς εν ουδεμία περιπτώσει δύναται να ευρεθή εις στρατόπεδον αντίθετον εκείνον εις το οποίον θα ευρίσκεται η Αγγλία».

Ο Ιωάννης Μεταξάς, βέβαια, δεν απάντησε «Όχι». Τουλάχιστον όχι «όχι» αυτολεξεί. Ήδη προετοιμασμένος για την άφιξη του Ιταλού πρεσβευτή, ξημερώματα της 28ης λαμβάνει το τελεσίγραφο, μέσα στο οποίο απαιτείτο εκ μέρους της ιταλικής κυβέρνησης η ελεύθερη διέλευση του ιταλικού στρατού από την ελληνοαλβανική μεθόριο για ανάγκες ανεφοδιασμού και άλλων συναφών διευκολύνσεών του, στην επικείμενη προώθησή του στην Αφρική. «Alors, c’est la guerre» αποκρίθηκε στη γαλλική ο γέρων Μεταξάς στον Γκράτσι, ήτοι «Λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμο».

Εντεταλμένος πράκτορας ή όχι, ο Νίκος Ζαχαριάδης από τις φυλακές της Κέρκυρας έστειλε εκείνο το περιβόητο γράμμα, με το οποίο συστρατευόταν στον πόλεμο έναντι του φασισμού, αναγνωρίζοντας στον Μεταξά την ηγεσία της χώρας. Το ίδιο έπραξαν και οι περισσότεροι εκ των κομμουνιστών που ήταν έγκλειστοι και εξόριστοι στις φυλακές. Όχι πολύ αργότερα, ένας άλλος διανοούμενος της Αριστεράς, ο Σπύρος Λιναρδάτος, καίτοι αναφανδόν ενάντιος στο δικτατορικό καθεστώς, θεώρησε χρέος του να τιμήσει την επιστήμη του και να μην εντάξει σε αυτήν εισαγόμενα ιδεολογικά σχήματα, αλλά να πει την αλήθεια: ο Μεταξάς πρωτοστάτησε και ηγήθηκε του ελληνικού λαού το 1940.

Οι αποδομητές όμως δεν αποδέχονται αυτό το απλό και ξεκάθαρο ιστορικό γεγονός, ασχέτως του αν οι ίδιες οι ηγετικές μορφές της Αριστεράς το έχουν πράξει κατά το παρελθόν. Και αυτό διότι δεν θέλουν να αποδεχθούν ότι η οργανική σχέση της ελληνικής κοινωνίας με έναν εθνικιστή δικτάτορα σε αυτό το κομμάτι ανακλά τη σχέση του ηγέτη με τον λαό, που ουσιαστικά είναι η σχέση της πολιτικής με την κοινωνία. Αυτό βέβαια δεν προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη, αφού η σχέση της Αριστεράς, από τους κόλπους της οποίας έχουν ξεπηδήσει όλοι οι αποδομητές, με τους δικτάτορες ήταν πάντοτε ευέλικτη και επιλεκτική, και τα κροκοδείλια δάκρυα για την κατάλυση της δημοκρατίας λίγους πείθουν.

Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, εξόριστος επί τέσσερα έτη από το μεταξικό καθεστώς, στο βιβλίο του «Τα χρόνια του μεγάλου πολέμου» αναφέρει τα εξής: «Λέγουν όσοι αντικρίζουν με εμπάθεια και αυτά τα ανάγλυφα γεγονότα της Ιστορίας ότι το ΟΧΙ δεν το είπεν ο Μεταξάς. Ότι το είπεν ο Ελληνικός Λαός. Ναι, το είπεν ο Ελληνικός Λαός, αλλά αφού το είχε ειπή ο Μεταξάς. Ο ατυχής και συμπαθής Emanuelle Grazzi, εκτελών εντολήν που δεν του άρεσε καθόλου, εξύπνησε, την 3ην πρωινήν, τον Μεταξά και όχι τον Ελληνικόν Λαόν. Εάν έλεγεν ο Μεταξάς ΝΑΙ, πώς θα έλεγεν ΟΧΙ ο Ελληνικός Λαός, που θα εξυπνούσε αργότερα; Θα το έλεγε βέβαια μέσα του και θα το εξεδήλωνε και έμπρακτα, όταν θα οργάνωνε μυστικά την αντίστασή του, αλλά η αλβανική εποποιία δεν θα εγράφετο ποτέ. Ας είμεθα, λοιπόν, τίμιοι απέναντι της Ιστορίας. Το μέγα ΟΧΙ είναι πράξις του Ιωάννου Μεταξά».

Το «Όχι» λοιπόν του Ιωάννη Μεταξά, στεντόρειο και καθαρό, ήταν αυτό που ουσιαστικά πυροδότησε την έκρηξη ενθουσιασμού της ελληνικής κοινωνίας, σε συνδυασμό με έναν κρατικό/στρατιωτικό μηχανισμό ήδη έτοιμο για πόλεμο, και όχι το ανάστροφο. Κακά τα ψέματα.

*Υπ. δρ Γεωπολιτικής, πρόεδρος ∆ικτύου Ελλήνων Συντηρητικών – [email protected]

  1. Pardon, που θα έλεγε κι ο μακαρίτης Μεταξάς. Όμως, οι αποδομητές της ιστορικής του μνήμης και της εξαιρετικής του πολιτικής φρόνησης δεν προέρχονται από την Αριστερά. Οι αποδομητές της πολιτικής του είναι αυτοί με τους οποίους συναγελάζεται η τίμια δεξιά από τον Ιανουάριο του 1941 και κατόπιν, οι Φιλελεύθεροι. Η χώρα, το έθνος μας και ο Ελληνισμός έχει κυριολεκτικά ισοπεδωθεί από δαύτους. Θυμίστε μου, μαζί τους δεν συμπορεύεστε;

  2. Αντί άλλου σχολίου θα παραθέσω τα λόγια του ίδιου του Μεταξά.

    Ως προς τις προθέσεις του:

    (…)Εις σχετικάς βολιδοσκοπήσεις προς την κατευθυνσιν τον Άξονος μου έδόθη να εννοήσω σαφώς ότι μόνη λύσις θα μπορουσε να είναι μία εκουσία προσχώρησιν της Ελλάδος εις την «Νέαν Τάξιν» . Προσχώρησις που θα εγένετο όλως ευχαρίστως δεκτή από τον Χίτλερ «ως εραστήν του Ελληνικού πνεύματος».

    Συγχρόνως όμως μου εδόθη να εννοήσω ότι η ένταξις εις την Νέαν Τάξιν προϋποθέτει προκαταρκτικήν άρσιν όλων των παλαιών διαφορών με τους γείτονάς μας, και ναι μεν αυτό θα συνεπήγετο φυσικά θυσίας τινάς δια την Ελλάδα, αλλά αι θυσίαι θα έπρεπε να θεωρηθούν απολύτως «ασήμαντοι» εμπρός εις τα «οικονομικά και άλλα πλεονεκτήματα» τα οποία θα είχεν δια την Ελλάδα ή Νέα Τάξις εις την Ευρώπην και εις την Βαλκανικήν. Φυσικά με πάσαν περίσκεψιν και ανεπισήμως επεδίωξα δι’ όλων των μέσων να κατατοπισθώ συγκεκριμένως ποίαι θα ήσαν αι θυσίαι αυταί, με τας οποίας η Ελλάς θα έπρεπε να πληρώση την ατίμωσιν της εξ ιδίας θελήσεως προσφοράς της να υπαχθή υπό την Νέαν Τάξιν.

    Με καταφανή προσπάθειαν αποφυγής σαφούς καθορισμού μου εδόθη να καταλάβω ότι η προς τους Έλληνας στοργή του Χίτλερ ήτο οι εγγυήσεις oτι αι θυσίαι αυταί θα περιορίζοντο «εις το ελάχιστον δυνατόν». Όταν επέμεινα να κατατοπισθώ, πόσον επί τέλους θα μπορουσε να είναι αύτο το έλάχιστον τελικώς, μάς εδόθη να καταλάβωμεν ότι τούτο συνίστατο εις μερικάς ικανοποιήσεις προς την Ιταλίαν δυτικώς μέχρι Πρεβέζης, ίσως και προς την Βουλγαρίαν ανατολικώς μέχρι Δεδεαγάτς . Δηλαδή θα έπρεπε δια να αποφύγωμεν τov πόλεμον, να γίνωμεν εθελονταί δούλοι και να πληρώσωμεν αυτήν την τιμήν… με το άπλωμα του δεξιού χεριού της Ελλάδος προς ακρωτηριασμόν από την Ιταλίαν και του αριστερού προς ακρωτηριασμόν από την Βουλγαρίαν.(…)

    Ως προς τον ρόλο που έπαιξε η αναμενόμενη στάση του ελληνικού λαού στην λήψη της απόφασης:

    (…)Δεν δύναμαι αφ’ ετέρου να μη παραδεχθώ ότι εις μίαν τοιαύτην περίπτωσιν το δίκαιον δεν θα ευρίσκετο με το μέρος της Κυβερνήσεως των Αθηνών και να μην αναγνωρίσω, ότι όταν ένας λαός, όπως ο αγγλικός, αμύνεται δια την ζωήν του, θα ήτο πλήρως δικαιολογημένος να κάνη τα ανωτέρω. Αλλά τότε ο Ελληνικός λαός δικαίως θα ετάσσετο εναντίον της κυβερνήσεως η οποία δια vα τον προφυλάξη από τον πόλεμον θα τον κατεδίκαζε εις εθελουσίαν υποδούλωσιν μετ’ εθνικού ακρωτηριασμού. Αυτή η δήθεν προφύλαξις θα ήτο δια την τύχην της εις το μέλλον Ελληνικής φυλής, πλέον ολεθρία και από τας χειροτέρας έστω συνεπείας οποιουδήποτε πολέμου. Το δίκαιον λοιπόν, δεν θα ήτο με το μέρος της Κυβερνήσεως των Αθηνών, εάν η τελευταία ενήργει κατά τας υποδείξεις του Βερολίνου που ανέφερα. Το δίκαιον θα ήτο με το μέρος του Ελληνικού Λαού, ο οποίος θα κατεδίκαζεν αυτήν, και των Άγγλων οι οποίοι υπερασπίζοντες την ύπαρξίν των επίσης δικαίως θα ελάμβανον τα μέτρα που εφέροντο έχοντες μελετήσει, εισακούοντες άλλωστε τας δικαίας αιτιάσεις των Ελλήνων, οίαι θα προέκυπτον εν καιρώ εάν εδίδετο ή εύλογος αυτή αφορμή.

    Θα εδημιουργούντο έτσι όχι δύο, όπως το 1916, άλλά τρείς αυτήν την φοράν Ελλάδες.

    Η πρώτη θα ήτο η επίσημος των Αθηνών η οποία είχεν φθάσει εις την πόρωσιν και το κατάντημα δια να αποφύγη τον πόλεμον να δεχθή να γίνη εθελοντής δούλος, πληρώνουσα μάλιστα την τιμήν αυτήν και με την συγκατάθεσίν της να αυτοακρωτηριασθή τραγικώτατα, παραδίδουσα εις την δουλείαν πληθυσμούς αμιγώς Ελληνικούς και μάλιστα δύναμαι να είπω τους Ελληνικωτέρους των Ελληνικών τοιούτους. Δευτέρα θα ήτο η πραγματική Ελλάς. Δηλαδή η παμψηφία της κοινής γνώμης του Έθνους, το οποίον ποτέ δεν θα απεδέχετο την εκουσίαν του υποδούλωσιν πληρωνομένην μάλιστα με εθνικόν ακρωτηριασμόν αφόρητον και ισοδυναμούσαν με οριστικήν ατίμωσιν και μελλοντικήν βεβαίαν εκμηδένισιν του Ελληνισμού ως εννοίας και οντότητος, εκμηδένισιν πρώτον ηθικήν και δεύτερον εν συνεχεία της ηθικής και υλικήν.

    Tο Έθνος ουδέποτε θα συνεχώρει εις τόν Βασιλέα και την Εθνικήν Κυβέρνησιν της 4ης Αυγούστου, τοιαύτην πολιτικήν. Τρίτη τέλος θα προέκυπτε μία ακόμη Ελλάς, η Ελλάς την οποίαν δεν θα παρέλειπον να δημιουργήσουν, φυσικά με την επίκλησιν του δημοκρατισμού, οι δημοκρατικοί Έλληνες υπό την κάλυψιν του βρετανικού Στόλου εις τα νήσους, Κρήτην και εις τας άλλας. Η τρίτη αυτή Ελλάς, η «Δημοκρατική» θα είχε με το μέρος της όχι μόνον την πρόθυμον υποστήριξιν της Αγγλίας εις την οποίαν θα έδιδε το δικαίωμα να καλύψη τας νήσους μας, καλυπτομένη και η ιδία εις την Βόρειον Αφρικήν, αλλά θα είχε με το μέρος της και το Εθνικόν δίκαιον. Η ηθική της δύναμις λοιπόν θα απερρόφα μοιραίως την επίσημον Ελλάδα, διότι θα διέθετεν η τρίτη αυτή Ελλάς, την ανεπιφύλακτον έγκρισιν και ενίσχυσιν της ανεπισήμου, της «δευτέρας» Ελλάδος, της Εθνικής δημοσίας γνώμης εν τη παμψηφία της.(…)

    Τα ως άνω αποσπάσματα είναι από την ενημέρωση του Μεταξά προς τον αθηναϊκό τύπο στις 30/10/1940.

    Κατά την δική μου αντίληψη ο Μεταξάς, ακριβώς επειδή είχε στρατηγικό νου, κατάλαβε πως αφενός η “προσφορά” του άξονα δεν μπορούσε να γίνει δεκτή από τον ελληνικό λαό και αφετέρου πως εν τέλει θα νικούσαν οι θαλάσσιες δυνάμεις.

    Ακριβώς ότι δεν μπορούν να αντιληφθούν οι σημερινοί μας επικεφαλής, και αυτό είναι ένα γεγονός που πρέπει να του το αναγνωρίσουμε.

    Υ.γ. ολόκληρη η ενημέρωση μπορεί να βρεθεί εύκολα στο διαδίκτυο, παραθέτω και έναν σύνδεσμο εντελώς ενδεικτικά.

    https://www.kathimerini.gr/opinion/689637/o-ioannis-metaxas-itan-etoimos-apo-kairo-na-pei-to-oxi/

  3. Αναρωτιεμαι, αν το πολιτικό καθεστώς στην Ελλάδα έλεγε κάποια στιγμή, “ναι” στα μνημόνια, “ναι” στην υποθήκευση του μέλλοντος της χώρας, “ναι” στο ακαταδίωκτο, “ναι” στο ξεπούλημα του ονόματος της Μακεδονίας, “ναι” στο “όχι” του δημοψηφίσματος, “ναι” στην ναζιστικά ιατρικά πειράματα, “ναι” στην πολυφυλία, ” ναι” στην αδικαιοσύνη, “ναι” στην αδημοσιογραφία, “ναι” στην κατάντια της χώρας, οι Έλληνες θα έλεγαν ποτέ το “ΟΧΙ”;

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

Please enter your comment!
Please enter your name here

Τελευταία άρθρα

«Υπάρχω» κι όσο υπάρχεις «θα υπάρχω»!

Για τους Αμερικανούς «The voice» ήταν και θα παραμείνει διαχρονικά ο σπουδαίος Φρανκ Σινάτρα. Για τους Έλληνες «η φωνή»...

Όταν πολιτικοί και δημοσιογράφοι έκαναν «πλειστηριασμούς» σε τράπεζες

Σας γράφω από τη Θεσσαλονίκη. Ο όμιλός μας θα εκδώσει μέσα στον Ιανουάριο την εφημερίδα «Θεσσαλονίκη». Οι προετοιμασίες είναι...

Ενα «θηρίο» με καρδιά μικρού παιδιού

Ακόμα και ο πιο φτασμένος επαγγελματίας αθλητής δεν παύει να είναι ένας σκληρά εργαζόμενος. Έστω και καλοπληρωμένος κάποιες φορές....

Η καθημερινότητα είναι πλέον ανυπόφορη

Καθώς ήδη έχει αρχίσει η εορταστική περίοδος και η κοινωνία αναζητεί εναγωνίως κάποιες αφορμές και ευκαιρίες όχι μόνο για...