Της Κύρας Αδάμ
Ο ρωσοουκρανικός πόλεμος έχει προ πολλού απολέσει την απόλυτη διεθνή στήριξη και το παγκόσμιο ενδιαφέρον. Ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, εν όψει των εκλογών του Νοεμβρίου και κυρίως λόγω του πολέμου στη Μέση Ανατολή με απρόβλεπτες εξελίξεις, το αμερικανικό ενδιαφέρον για το Κίεβο και την τύχη του δεν αποτελεί πλέον προτεραιότητα και έχει εμφανώς υποβαθμιστεί σε δευτερεύουσας ή τριτεύουσας σημασίας θέμα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς στο έδαφος της Ευρώπης μαίνεται ο πόλεμος Μόσχας – Κιέβου, βρίσκεται αδύναμη και σε ακινησία, περιμένοντας το αποτέλεσμα δύο επερχόμενων εκλογών:
Πρώτα, των αμερικανικών εκλογών, από το αποτέλεσμα των οποίων θα κριθεί αν η Ουάσινγκτον (με τη Χάρις) θα εξακολουθήσει μετ’ εμποδίων και σε μικρότερη κλίμακα την επιχειρησιακή υποστήριξη του Ζελένσκι ή η Ουάσινγκτον (με τον Τραμπ) θα απομακρυνθεί ακόμα περισσότερο από την ευρωπαϊκή ήπειρο και θα σπρώξει τον Ζελένσκι σε κάποιου είδους συμβιβασμό με τη Ρωσία, με περικοπές στα εδάφη της.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως, θα πρέπει να περιμένει και τις κρίσιμες εκλογές στη Γερμανία, σε έναν χρόνο από τώρα, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει -με συντηρητικό τρόπο, ανεξαρτήτως γερμανικού εκλογικού αποτελέσματος- τον νέο επταετή ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, που εξαρτάται εν πολλοίς από την ισχυρότερη δύναμη της Ευρώπης, τη Γερμανία, αφού η Γαλλία του Μακρόν αντιμετωπίζει ανοιχτά πλέον κρίση χρέους και αδύναμου προϋπολογισμού.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, βεβαίως, είναι η μόνη δυτική δύναμη που παραμένει άμεσα δεμένη με τη ρωσοουκρανική σύρραξη και τις επιπτώσεις αυτής, όχι μόνον γιατί «έχει φορτωθεί» μόνη της το μέλλον της Ουκρανίας, με συνεχή χρηματοδοτική στήριξη της ανοικοδόμησης της χώρας, αλλά και γιατί η ίδια η Ε.Ε. με τις επιλογές της αδρανοποίησε την ευρωπαϊκή διπλωματία και έκοψε τον ομφάλιο λώρο με τη Ρωσία, πληρώνοντας βαρύ ευρωπαϊκό τίμημα στη ενέργεια, στις πρώτες ύλες, στις μεταφορές κ.λπ.
Η Φον ντερ Λάιεν και η ελεγχόμενη από αυτή γραφειοκρατία των Βρυξελλών, που επιβάλει πλέον τις επιμέρους αποφάσεις της στα κράτη-μέλη, αντί να εκτελεί τις αποφάσεις των Ευρωπαίων ηγετών, επιμένουν σε αυξανόμενες τιμωρητικές οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, που επιβαρύνουν όμως τις τσέπες των Ευρωπαίων πολιτών, απομυζώντας τεράστια ποσά από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, με γραφειοκρατικά τερτίπια (π.χ., μειώνοντας συνεχώς τα ποσά που αποδεσμεύει στα κράτη-μέλη από τα κοινοτικά ταμεία), και απελευθερώνοντας «για τη μελλοντική ανοικοδόμηση της Ουκρανίας» τεράστια ποσά από τις παγωμένες ρωσικές κρατικές καταθέσεις στην Ευρώπη. Ενώ έχει δεσμευτεί στην «ευρωπαϊκή ένταξη» της Ουκρανίας, με τον πακτωλό ευρωπαϊκού κοινοτικού χρήματος που θα πρέπει να εισρεύσει στην Ουκρανία και ό,τι θα έχει απομείνει από αυτήν.
Οι ταγοί της Ε.Ε. διαπράττουν εν γνώσει τους ένα τεράστιο πολιτικό λάθος, εκτιμώντας ότι θα «τσακίσουν» τη Ρωσία με τιμωρητικά οικονομικά μέτρα και αποκλεισμούς, έχοντας «τη σιγουριά» ότι το επιχειρησιακό κομμάτι της αντιμετώπισης της Ουκρανίας έχουν αναλάβει εργολαβικά οι ΗΠΑ. Οι Βρυξέλλες έπεσαν έξω στις «σίγουρες εκτιμήσεις» τους και θα πρέπει να λογοδοτήσουν γι’ αυτό και τούτο διότι ουδέποτε δέσμευσαν τις ΗΠΑ ότι αυτές αναλαμβάνουν διά βίου τη στρατιωτική υποστήριξη της Ουκρανίας. Οι ΗΠΑ ήδη απομακρύνονται… με μεγάλα πηδηματάκια από την «υποχρέωσή τους» να καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της στρατιωτικής βοήθειας στο Κίεβο, αφήνοντας μόνη της την Ε.Ε. να καλύψει αυτό το κενό, που δεν μπορεί να το πράξει αντικειμενικά. Η Ευρώπη κατά γενική ομολογία είναι αδύνατον για τα επόμενα χρόνια να αυξήσει στο αναγκαίο επίπεδο την αμυντική παραγωγή της, ενώ δεν έχει τις υποδομές για να «αντικαταστήσει» τον τεράστιο όγκο αμυντικών συστημάτων που έχει διαθέσει μέχρι στιγμής η Ουάσινγκτον στο Κίεβο. Εξού και η επείγουσα ανάγκη δημιουργίας μιας κοινής ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, που μάλλον έχει αργήσει πολύ…
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι η ρωσοουκρανική κρίση θα λυθεί στο πεδίο της μάχης, στο οποίο η Ρωσία υπερτερεί, αφού μετατρέπει την οικονομία της χώρας σε οικονομία πολέμου, με το 6% του ΑΕΠ να κατευθύνεται στις πολεμικές επιχειρήσεις. Γι’ αυτό και ο Ζελένσκι εκλιπαρεί τους δυτικούς συμμάχους του να προχωρήσουν στην εμπλοκή του ΝΑΤΟ σε αεροπορικές επιδρομές, σε υποδομές βαθιά μέσα στο ρωσικό έδαφος, με τον νέο γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ κ. Ρούτε να το αρνείται με διπλωματικά χαμογέλα.
Στους δυτικούς κύκλους (κυρίως αμερικανικές δεξαμενές σκέψεις και «σκληρά» ΜΜΕ) πλανάται η ιδέα του διαμελισμού της Ουκρανίας, με τη Ρωσία να κρατά τα εδάφη της και την Ουκρανία να μην υποχρεωθεί σε νέες εδαφικές απώλειες. Δηλαδή, η Ουκρανία θα υποχρεωθεί να χάσει, αλλά και η Ρωσία δεν θα κερδίσει, προκειμένου να σωθεί «το γόητρο» της Δύσης…
Δημοσιεύεται στη «δημοκρατία»