Του Strange Attractor
Τα παλιά «καλά» χρόνια, όταν είχαμε (και είχαμε πολύ συχνά) «αναταράξεις» στη Μ. Ανατολή, ξέραμε ότι τελικά θα γίνει εκείνο που ήθελαν οι ΗΠΑ, και σε κάποιο βαθμό η Ευρώπη, μιας και οι οικονομικές σχέσεις τους με τα κράτη της περιοχής ήταν πολλές και πολύτιμες για τη γενικότερη οικονομία (ευμάρεια) της Δύσης.
Τι βλέπουμε σήμερα, εν όψει κινδύνου γενικής ανάφλεξης στην ευρύτερη περιοχή; Για την οποία ανάφλεξη κάποιοι μιλάνε ακόμη και για το ενδεχόμενο πυρηνικής σύρραξης;
Βλέπουμε μια ανεπαρκή διπλωματική παρουσία των ΗΠΑ, που δεν μπορεί να πιέσει το Ισραήλ, ούτε να επηρεάσει το Ιράν, και μια ΕΕ ανίκανη ακόμη και να παίξει κάποιον μετριοπαθή μεσολαβητικό ρόλο, προκειμένου να αποφευχθεί το χειρότερο.
Αναφορικά με την ΕΕ, που μας ενδιαφέρει περισσότερο μιας και είμαστε μέλος της, η ανικανότητα αυτή ίσως να οφείλεται στην εξέλιξη της γενικότερης μορφής της, η οποία τα τελευταία χρόνια θυμίζει περισσότερο φερέφωνο κάποιας ΜΚΟ, και στο γεγονός ότι αντί για μια στιβαρή Ένωση κρατών και οικονομιών, πιο πολύ μοιάζει με τοπικό σύλλογο δικαιωματιστών και ομφαλοσκόπων ακτιβιστών που έχουν χάσει κάθε επαφή με τη στυγνή πραγματικότητα.
Το αποτέλεσμα είναι η ΕΕ να πλήττεται από την εσωτερική διχόνοια και τη διαφοροποίηση των μελών της όσον αφορά καίρια ζητήματα, όπως π.χ. το ακανθώδες ζήτημα της (λαθρο)μετανάστευσης.
Πρόσφατα ο Ούγγρος Όρμπαν απείλησε να στείλει με λεωφορεία «μετανάστες» από τη χώρα του σε κεντρική πλατεία των Βρυξελλών, ενώ την ίδια ώρα ακροδεξιά κόμματα πετυχαίνουν σημαντικές εκλογικές νίκες πιέζοντας την ΕΕ να σοβαρευτεί επιτέλους όσον αφορά στους «μετανάστες».
Ο νέος πρωθυπουργός της Γαλλίας μάλιστα, δεσμεύτηκε να περιορίσει τη μετανάστευση στη χώρα του, ενώ ο Γερμανός ομόλογός του προχώρησε ακόμη και στο κλείσιμο των συνόρων, κόντρα στο πνεύμα της Συνθήκης Σένγκεν που μέχρι πρότινος αποτελούσε πυλώνα της «Νέας Ευρώπης».
Όλα αυτά απέχουν πολύ από τις «αθώες» εποχές, όπως π.χ. το 2015, τότε που στα δικά μας ο Σύριζα υποδεχόταν «ικέτες» και «επενδυτές» απ’ όπου γης με λικέρ και φοντάν στις ακτές των νησιών μας, ενώ η Γερμανία της Μέρκελ ζούσε το multi culti όνειρο υποδεχόμενη με ενθουσιασμό πάνω από ένα εκατομμύριο «πρόσφυγες πολέμου» από χώρες χωρίς πόλεμο, εκτός και αν το Πακιστάν ή η Αλγερία έχουν όντως πόλεμο και μας το κρύβει ο ΟΗΕ…
Κάτι αντίστοιχο με τις αντιδράσεις στη μετανάστευση που ζει η Ευρώπη βλέπουμε και στην Αμερική, όπου ο Τραμπ υπόσχεται απελάσεις εκατομμυρίων μεταναστών, μόνο που στην Ευρώπη στον χορό των αντιδράσεων από ακροδεξιά κόμματα μπήκαν τώρα και παραδοσιακοί κεντρώοι ή και σοσιαλδημοκράτες ηγέτες, που μάλλον έστω και αργά είδαν το φως, εκτός και αν απλά τρέμουν μην τυχόν και χάσουν την καρέκλα (και τη μασαμπούκα) μιας κι ο απλός πολίτης μοιάζει να συμφωνεί με τους πολέμιους των «λαθρό», και να ζει το αδιέξοδο της έως πρόσφατα πανίσχυρης multi culti κουλτούρας στο πετσί του.
Μια άλλη διαφοροποίηση μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ αναφορικά με τα τεκταινόμενα στη Μ. Ανατολή είναι και εκείνη της Ισπανίας και της Ιρλανδίας που έσπευσαν πρόσφατα και εν μέσω γενικού χαμού στη Γάζα να αναγνωρίσουν το παλαιστινιακό κράτος, την ίδια ώρα που η Ursula von der Leyen εξέφραζε την παραδοσιακή στήριξη της Ευρώπης επισκεπτόμενη το Ισραήλ λίγες μόνο μέρες μετά την ύπουλη επίθεση της Χαμάς πέρσι τέτοιες μέρες.
Εν ολίγοις, οι εσωτερικές διαφωνίες στους κόλπους της ΕΕ για καίρια ζητήματά της στερούν την απαραίτητη «ισχύ» να παίξει κάποιον σοβαρό ρόλο διαμεσολαβητή, ακριβώς την ίδια ώρα που κάτι ανάλογο ζει και η Αμερική του ανήμπορου εν πολλοίς Μπάιντεν.
Αν στο παιχνίδι αυτό βάλουμε και τη διστακτικότητα της Κίνας αλλά και την ανικανότητα της Ρωσίας να παίξουν κάποιον ρόλο, τότε βλέπουμε πως οι «σκληροπυρηνικοί» και ίσως παράλογα ακραίοι και φανατικοί πρωταγωνιστές των εξελίξεων τόσο στο Ισραήλ, όσο και στο Ιράν (χώρια οι τρομοκράτες της Χαμάς, της Χεζμπολάχ, και των Χούθι) κάνουν για πρώτη φορά ό,τι θέλουν, κλιμακώνοντας καταστάσεις που μέχρι πρότινος θα είχαν αποκλιμακωθεί ακόμη και με ένα τηλεφώνημα…
Αν λοιπόν η κατάσταση συνεχιστεί ως έχει, με την ΕΕ να παραμένει απλός θεατής, άσχετα αν στους κόλπους της νομοθετεί πλέον και ο πολιτικός τιτάνας Αυτιάς, τότε το μόνο που μπορούμε να περιμένουμε είναι η εξάπλωση του πολέμου, ακόμη και πιο κοντά μας, και ενός επερχόμενου γενικότερου χάους, όχι μόνο οικονομικού ή ενεργειακού, μιας και οι προβλέψεις όλες μιλάνε για εκατομμύρια νέους πρόσφυγες πολέμου που θα αυξήσουν τις ήδη στα κόκκινα κοινωνικές εντάσεις, αλλά και την εγκληματικότητα.
ΥΓ- Για τυχόν ρόλο της Τουρκίας δεν μιλάω, μιας και ο πολυλογάς Σουλτάνος μόλις είδε τις αντιδράσεις του Ισραήλ στον Λίβανο, και εν όψει των επόμενων εξίσου σκληρών κινήσεών του απέναντι στο Ιράν, αναδιπλώθηκε εν μέρει τρέμοντας μην τυχόν και οι «κακοί Εβραίοι» τον στοχοποιήσουν, και όχι μόνο στα λόγια…
Για να είσαι ο σύγχρονος Σαλαντίν θέλει… κοχόνες, που ο Έρντι δεν φαίνεται να έχει, πώς να το κάνουμε;
Το υστερόγραφο μου γέννησε την εξής απορία: αν το Ισραήλ στοχοποιήσει την Τουρκία, όχι μόνο στα λόγια, δηλαδή ένα ΜΗ μέλος του ΝΑΤΟ στοχοποιήσει ένα μέλος του ΝΑΤΟ, τότε τι θα συμβεί?
Υποθέτω, χωρίς να είμαι βέβαιος, πως θα πρέπει το ΝΑΤΟ να συνδράμει την Τουρκία απέναντι στο Ισραήλ.
Είναι τέλος Δεκεμβρίου 2021 και βρισκόμαστε σε μια οικονομική και κοινωνική μεταβατική περίοδο ιστορικών διαστάσεων. Εδώ και σχεδόν δύο χρόνια, σχεδόν όλες οι χώρες του κόσμου – ανεξάρτητα από το αν είναι δικτατορίες ή κοινοβουλευτικές δημοκρατίες – ακολουθούν σε μεγάλο βαθμό την ίδια ατζέντα.
Αυτός ο παγκόσμιος συγχρονισμός δείχνει υπάρχει μια δύναμη που έχει περισσότερη δύναμη από οποιαδήποτε από τις 200 περίπου κυβερνήσεις στον πλανήτη μας. Αυτή η δύναμη έχει όνομα: είναι το ψηφιακό-οικονομικό σύμπλεγμα. Επικεφαλής της βρίσκονται οι πέντε μεγαλύτερες εταιρείες πληροφορικής στον κόσμο από την ψηφιακή πλευρά: Apple, Alphabet, Amazon, Microsoft και Meta, πρώην Facebook, και από οικονομικής πλευράς οι μεγαλύτεροι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων, BlackRock και Vanguard.
Αλλά πώς ακριβώς θα μπορούσε αυτό το σύμπλεγμα να γίνει τόσο ισχυρό και πώς καταφέρνει να διεκδικήσει τα συμφέροντά του σε όλο τον κόσμο ταυτόχρονα;
Ας ξεκινήσουμε με την πρώτη ερώτηση. Για αιώνες, η εξουσία στηριζόταν σε μια ενιαία βάση, το χρήμα. Όποιος είχε χρήματα είχε δύναμη και όποιος είχε πολλά χρήματα είχε πολλή δύναμη.
Αυτό εξακολουθεί να ισχύει, αλλά όχι πλέον αποκλειστικά. Από τη χρήση των υπολογιστών και τη θριαμβευτική πρόοδο του Διαδικτύου ως μέρος της 3ης βιομηχανικής επανάστασης, υπήρξε μια δεύτερη βάση ισχύος, δηλαδή τα δεδομένα. Όποιος έχει δεδομένα έχει δύναμη και όποιος έχει μεγάλες ποσότητες δεδομένων έχει μεγάλη δύναμη.
Ωστόσο, όποιος, όπως και οι εταιρείες πληροφορικής, οργανώνει τις ροές δεδομένων ολόκληρων βιομηχανιών αλλά και εκείνων των κυβερνήσεων στο πλαίσιο της ψηφιοποίησης, αποκτά μια πρόσθετη εικόνα για την εσώτερη ύπαρξή τους – και μπορεί έτσι να τους κάνει εξαρτημένους και με αυτόν τον τρόπο επίσης υποτακτικό.
Είναι ακριβώς αυτή η διαδικασία που είχε ως αποτέλεσμα οι μεγάλες εταιρείες πληροφορικής να είναι πολύ πάνω από όλες τις άλλες εταιρείες και κυβερνήσεις στον κόσμο. Είτε εξοπλισμοί, τρόφιμα, φαρμακευτικά προϊόντα, ενέργεια ή μέσα ενημέρωσης – όλες αυτές οι βιομηχανίες και όλοι οι κρατικοί θεσμοί, συμπεριλαμβανομένων των μυστικών υπηρεσιών, βρίσκονται τώρα στα χέρια των ψηφιακών εταιρειών, οι οποίες έχουν δημιουργήσει επίσης τη δική τους παγκόσμια δύναμη μέσων ενημέρωσης με τα κοινωνικά δίκτυα.
Ο χρηματοπιστωτικός κλάδος, από την άλλη πλευρά, ο οποίος είναι πάντα σε επιφυλακή για νέες επενδυτικές ευκαιρίες, έχει προωθήσει αυτή τη διαδικασία από την αρχή και πλέον συμμετέχει σε όλους τους κορυφαίους ομίλους πληροφορικής μέσω των ισχυρότερων εκπροσώπων του – των μεγάλων εταιρειών διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων. Δεδομένου ότι εξαρτάται ταυτόχρονα από αυτά, και τα δύο συγχωνεύονται με αυτόν τον τρόπο σε ένα είδος κοινότητας συμφερόντων.
Η BlackRock και η Microsoft παρέχουν ένα ιδιαίτερα ζωντανό παράδειγμα αυτού: Η BlackRock ανέβασε το σύστημα ανάλυσης δεδομένων της Aladdin, μακράν τη σημαντικότερη βάση δεδομένων στα παγκόσμια οικονομικά, στο Azure cloud της Microsoft τον Απρίλιο του 2020, επομένως εξαρτάται πλέον από τη Microsoft για δεδομένα. Η Microsoft, από την άλλη, είναι μια δημόσια εταιρεία και επομένως εξαρτάται από τους μεγαλύτερους μετόχους της, και αυτοί δεν είναι άλλοι από τους Vanguard και BlackRock, με τη Vanguard να είναι επίσης ο μεγαλύτερος μέτοχος της BlackRock.
Τόσο για την εμφάνιση της νέας παγκόσμιας δύναμης. Πώς ακριβώς όμως το ψηφιακό-οικονομικό συγκρότημα επιβάλλει τα συμφέροντά του; Ποιους μηχανισμούς και ποια κανάλια χρησιμοποιεί;
Τον σημαντικότερο στρατηγικό ρόλο διαδραματίζουν οι κεντρικές τράπεζες, οι οποίες εγκατέλειψαν επίσημα την ανεξαρτησία τους το αργότερο στην παγκόσμια οικονομική κρίση του 2007/08. Έκτοτε, η Blackrock συμβουλεύει τις δύο μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες στον κόσμο, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και την Αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Έτσι, η Blackrock έχει αποφασιστικό λόγο όσον αφορά τη διανομή των τεράστιων ποσών των νεοσύστατων χρημάτων στον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Από την πλευρά των κεντρικών τραπεζών, δεν υπάρχει άλλος τρόπος να γίνει αυτό. Η BlackRock, μαζί με τον βασικό της μέτοχο Vanguard, διαχειρίζεται σχεδόν 17 τρισεκατομμύρια δολάρια, που αντιστοιχεί περίπου στο άθροισμα των ισολογισμών της ΕΚΤ και της Fed, και με τον Aladdin έχει πολύ μεγαλύτερη δεξαμενή δεδομένων από οποιαδήποτε κεντρική τράπεζα στον κόσμο και θα μπορούσε σαμποτάρει εύκολα κάθε απόφαση που δεν λαμβάνεται προς το συμφέρον της .
Το πόσο καλά λειτουργεί η χρήση των κεντρικών τραπεζών φάνηκε ήδη το 2015 στην Ελλάδα: Όταν ο Σύριζα, μια πολιτική δύναμη απαράδεκτη για το ψηφιακό-χρηματοπιστωτικό σύμπλεγμα, ήρθε στην εξουσία, η ΕΚΤ έκοψε τη χώρα από όλες τις ροές χρήματος μέχρι που ο Σύριζα – Η ηγεσία – κατέρρευσε και πέτυχε ακριβώς το αντίθετο από αυτό που είχε υποσχεθεί στον λαό στην προεκλογική εκστρατεία.
Η αλληλεπίδραση μεταξύ των κεντρικών τραπεζών ενορχηστρώνεται από την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών BIS στη Βασιλεία της Ελβετίας, η οποία έχει συνολικά 63 κεντρικές τράπεζες μεταξύ των μελών της.
Εκτός από τις κεντρικές τράπεζες, το ψηφιακό-χρηματοοικονομικό συγκρότημα με τον έλεγχο χρημάτων και δεδομένων έχει επίσης διακλαδωθεί με ένα άλλο δίκτυο ιδρυμάτων εξαιρετικά επιρροής. Αυτά περιλαμβάνουν πανεπιστήμια, δεξαμενές σκέψης, ΜΚΟ, πολυάριθμους υποοργανισμούς των Ηνωμένων Εθνών, την Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ΔΝΤ – και πάνω από όλα πολλά εξαιρετικά ισχυρά ιδρύματα.
Το πόσο αποτελεσματικά λειτουργεί αυτό το δίκτυο μπορεί να φανεί ιδιαίτερα καλά στην τρέχουσα κρίση υγείας. Ακολουθούν μερικά μόνο παραδείγματα: Η ιατρική σχολή στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς, η οποία παρέχει στις αρχές σε όλο τον κόσμο ιατρικά δεδομένα, ονομάζεται Ιατρική Σχολή του Bloomberg από το 2014, επειδή ο δισεκατομμυριούχος πληροφορικής Michael Bloomberg έχει μέχρι σήμερα περισσότερα από 3,5 δισ. δολαρίων. Η ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ ονομάζεται TH Chan School of Medicine προς τιμήν ενός δισεκατομμυριούχου και δωρητή από το Χονγκ Κονγκ.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ΠΟΥ, που ιδρύθηκε και χρηματοδοτήθηκε από πολλές χώρες μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, λαμβάνει πλέον περισσότερο από το 80 τοις εκατό των χρημάτων του από δωρητές. Ο μεγαλύτερος δωρητής είναι το Ίδρυμα Bill and Melinda Gates που ιδρύθηκε από τον δισεκατομμυριούχο IT Bill Gates, το πλουσιότερο ίδρυμα στον κόσμο με περιουσιακά στοιχεία σχεδόν 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Το Gates ‘Foundation είναι εξαιρετικά ενεργό εδώ και δύο δεκαετίες όσον αφορά την προώθηση των συμφερόντων του ιδρυτή του. Το 2000 ίδρυσε την Παγκόσμια Συμμαχία για Εμβόλια και Εμβολιασμούς GAVI, το 2012 συνίδρυσε και συγχρηματοδότησε την Better Than Cash Alliance για την παγκόσμια κατάργηση των μετρητών και διανέμει εκατομμύρια σε εταιρείες μέσων ενημέρωσης κάθε χρόνο προκειμένου να διασφαλίσει καλοπροαίρετη αναφορά.
Μακράν το πιο σημαντικό πολιτικά ίδρυμα είναι πιθανό να είναι το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ με έδρα την Ελβετία υπό τη διεύθυνση του Γερμανού καθηγητή Klaus Schwab. Το WEF όχι μόνο συγκεντρώνει και δικτυώνει τους πλούσιους και ισχυρούς του κόσμου κάθε χρόνο για μισό αιώνα, αλλά εκπαιδεύει επίσης τη διεθνή πολιτική και εταιρική ελίτ από τις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Από την πολιτική πλευρά, αυτοί περιλαμβάνουν την Angela Merkel, τον Nicolas Sarkozy, τον Tony Blair, τον Emmanuel Macron ή την Annalena Baerbock και τον Cem Özdemir, από την εταιρική πλευρά, μεταξύ άλλων, οι Bill Gates, Jeff Bezos, Steve Balmer ή Jack Ma.
Δεν είναι λοιπόν περίεργο που ο άνθρωπος που ίδρυσε το WEF και συγκέντρωσε όλους αυτούς τους ανθρώπους έγραψε ακόμη και το σενάριο για την τρέχουσα παγκόσμια κρίση με το έργο του «Covid-19 – The Great Change».
Όλες αυτές οι πληροφορίες είναι απλά μεμονωμένα κομμάτια του μωσαϊκού, αλλά δείχνουν πώς το ψηφιακό-οικονομικό συγκρότημα μπόρεσε είτε να πλέξει έναν ολοένα και πιο πυκνό ιστό αράχνης οργανισμών σε διάστημα 4 δεκαετιών ή ακόμη και να τον αναπτύξει ο ίδιος και έτσι να ασκήσει επιρροή μέσω μιας ευρείας ποικιλίας κανάλια και το να κινήσει τα πράγματα παγκοσμίως προς την κατεύθυνση που ήθελε.
Η έννοια του βαθέως κράτους, με το οποίο κατανοεί κανείς το σύνολο των ισχυρών, μη δημοκρατικά νομιμοποιημένων οργανώσεων που τραβούν τα νήματα στο παρασκήνιο σε μια χώρα, ανήκει επομένως στο παρελθόν. Το ψηφιακό-οικονομικό σύμπλεγμα μάς έδωσε μια νέα παγκόσμια δύναμη που έχει ενσωματώσει εδώ και καιρό τη βαθιά κατάσταση όλων των εθνών στη γη και η οποία τώρα ασκεί πολύ μεγαλύτερη επιρροή από ό,τι θα μπορούσε ποτέ να έχει οποιοδήποτε μεμονωμένο βαθύ κράτος.