Σαββατοκύριακο στη δουλειά

Του Γιώργου Χατζηδημητρίου

Ακούγοντας στις 4.30 τα χαράματα τον μεταλλικό ήχο της αφύπνισης η πρώτη σκέψη που σου περνά από τον νου είναι ότι δεν αφορά εσένα. Η δεύτερη ακολουθεί με ιλιγγιώδη ταχύτητα: Αν δεν σηκωθείς τώρα, βλάκα, το παιχνίδι το ‘χεις χαμένο. Οπότε παραμερίζεις τους δόλιους πειρασμούς και κατευθύνεσαι μηχανικά στην καφετιέρα. Εκείνη την ώρα, μέσα στο κατράμι, ακόμα κι ο ουρανός της Αθήνας, άμα κοιτάξεις ψηλά, έχει κάτι παρήγορα αστέρια που τρεμοσβήνουν. Δεν είναι για σένα, ξεκόβεις. Τα υπόλοιπα έχεις καιρό να τα ξεδιαλύνεις.

Αρχίζει να ξαλεγράρει κάπως το πράγμα στο πρώτο δρομολόγιο του τραμ. Τέμνονται εκεί για λίγο, περιστασιακά, δύο κόσμοι, σε καθεστώς αμοιβαίας αδιαφορίας. Τα βαγόνια είναι κατακλυσμένα από θορυβώδη πιτσιρικαρία, που γυρνάνε από τα ορθάδικα της παραλιακής. Όμορφα κορίτσια με κοντά φορέματα και ψηλές γόβες, που γέρνουν αποκαμωμένα και με επιτήδευση στο πλάι του διπλανού με τις κιλότες να φωσφορίζουν κι ανυποψίαστα αγόρια -κάποια λιγωμένα και με ανεκπλήρωτο πόθο στο βλέμμα-, όλα τους με χίλιες δυο έγνοιες.

Αντί να ερωτεύονται, συζητάνε για τριτοβάθμιες εξισώσεις και για την ύλη της αυριανής Ιστορίας. Γενιές που βγάζουν το προσωπικό τους «Βιετνάμ» στην άχαρη διαδρομή σπίτι – σχολείο – φροντιστήριο. Την εφηβεία και τις εκρήξεις της, που τώρα είναι σε καταστολή, τη μεταθέτουν μετά, στο πρώτο έτος. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που έχει καταργήσει την εφηβεία. Όμως, οι σκέψεις αυτές είναι βαριές για τέτοια ώρα. Οπότε επικεντρώνεσαι στη δική σου συνομοταξία.

Αποκαμωμένες καθαρίστριες και νυσταγμένες «αποκλειστικές» από τις ανατολικές χώρες. ως επί το πλείστον, που γυρνούν από τη φύλαξη, άχρωμοι σεκιουριτάδες, που δεν τους δίνει καμία αίγλη η στολή εκείνες τις ώρες, η πρωινή βάρδια των αγουροξυπνημένων περιπτερούχων, πετσοκομμένα, δίχως καμία έπαρση αρσενικά και θηλυκά σερβιτοράκια -οι γυναίκες κοιτάζουν με μια μακρινή αδιαφορία τα νύχια τους-, κωμικά αλεξίσφαιροι θαρρείς λαχειοπώλες, έτσι όπως φοράνε τα φτηνά φωσφοριζέ γιλέκα τους, ρεμάλια που πηγαινοέρχονται χωρίς προορισμό, γιατί στο τραμ έχει δροσιά, κομψές και «μη μου άπτου» -σε στιλ «δεν ανήκω εδώ»- αεροσυνοδοί ντυμένες στην πένα, που ανηφορίζουν με ιδιαίτερη επιμέλεια για το μετρό του Συντάγματος, κάτι αταξινόμητες περιπτώσεις ανθρώπων που κρατούν συνήθως σφιχτά έναν φορητό υπολογιστή στα χέρια ή κάτι τέτοιο τελοσπάντων, έτσι που νομίζεις πως, άμα τους τον αφαιρέσεις, δεν θα έχει μετά κανέναν προορισμό η ζωή τους. Αλάνια σημαδεμένα, που πηγαίνουν για ύπνο κρατώντας για ξεκάρφωμα έναν φραπέ στο χέρι, μπορεί και να μην έχει στάση γι’ αυτούς, και πρωινοί δημοσιογράφοι, που παρατηρούν όλο αυτό το ετερόκλητο ζυμάρι που υπογείως φλέγεται και φανερά μιλάει -για όποιον έχει μάτια- και μάλλον δεν έχουν τρόπο να τον περιγράψουν και τραβάνε μετά υπηρεσιακώς για τη δουλειά τους, επειδή συνήθως πρέπει αργότερα να κλείσουν κάπως οι σελίδες και ο αρχισυντάκτης έχει τα χούγια του κι αδιαφορεί βαρύτατα κάθε φορά να λογαριάζει ξένα φορτία.

Μας πάει όλους εμάς, στο μεταξύ, ο αυτάρεσκος τραμβαγέρης. Κανείς δεν τον μελετάει. Την πλάτη του όλοι βλέπουμε. Κι από τον τρόπο του συντονιζόμαστε κι εμείς. Έτσι κι αποφασίσει ξαφνικά να πατήσει φρένο, γύρευε τώρα ποιος θα προλάβει να σωθεί από τις μετέωρες χειρολαβές.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

Please enter your comment!
Please enter your name here

Τελευταία άρθρα

«Ελληνική ατζέντα»

Το Δεκαπενταύγουστο του 1909, στο «Πάσχα του Καλοκαιριού», εκδηλώθηκε ένα από τα σπουδαιότερα «αναστάσιμα» ορόσημα της νεότερης ελληνικής ιστορίας,...

Ο χαλβάς Φαρσάλων και οι κουστωδίες αργόμισθων της ΔΕΘ

Αν είχα να διαλέξω ανάμεσα σε ένα πανηγύρι αφιερωμένο στον χαλβά Φαρσάλων και στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, θα διάλεγα...

Δεν είμαστε ξέφραγο αμπέλι

Το πρόβλημά μας αλλά και όλης της Ευρώπης με την παράνομη μετανάστευση, επί το ορθότερον «λαθρομετανάστευση», δεν είναι να...

Από τύχη ζούμε…

Είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα, δεν λέω… να ‘ναι καλά οι «άριστοι» και το επιτελικό κράτος. Άγιο είχαμε που δώσαμε...