Το Πάσχα του καλοκαιριού: η Κοίμησις της Θεοτόκου

Του Δημήτριου Δ. Τριανταφυλλόπουλου*

Οἱ πρῶτες μαρτυρίες γιὰ τὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου ἀνιχνεύονται σὲ ἀπόκρυφα κείμενα, ἐκεῖνα ποὺ δὲν συμπεριλήφθηκαν στὸν Κανόνα τῆς Βίβλου. Στὸν πέμπτο αἰώνα, τὴν περίοδο ποὺ πραγματοποιεῖται ἡ Γ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τῆς Ἐφέσου (431 μ.Χ.), ἡ ὁποία ἀσχολήθηκε κυρίως μὲ θεομητορικὰ ζητήματα, ἀρχίζουν νὰ πληθαίνουν οἱ μαρτυρίες. Ἀργότερα, στοὺς κακῶς λεγόμενους «σκοτεινοὺς αἰῶνες», ποὺ μεσολαβοῦν ἀπὸ τὸ τέλος τῆς βασιλείας τοῦ Ἰουστινιανοῦ μέχρι τὸ τέλος τῆς Εἰκονομαχίας (565-843), ἰδιαίτερα τὸν ἕβδομο καὶ τὸν ὄγδοο, πολλοὶ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Ἰωάννης Θεσσαλονίκης καί, κυρίως, ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς σὲ σειρὰ ὁμιλιῶν ἀσχολήθηκαν πιὸ συστηματικὰ μὲ τὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου. Ἀργότερα πολλοὶ ἄλλοι Πατέρες ὕμνησαν τὴ Θεοτόκο, ἀφιερώνοντας καὶ στὴν Κοίμησή της ὕμνους καὶ ὁμιλίες· ἀνάμεσά τους ὁ Νικόλαος Καβάσιλας, τὸν 14ο αἰώνα, μᾶς χάρισε περίφημα κείμενα.

Η λατρεία

Ἤδη τὸν πέμπτο αἰώνα ἡ αὐτοκράτειρα Πουλχερία ζήτησε καὶ μετέφεραν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ τὴν Τιμία Ζώνη καὶ τὴν Ἐσθῆτα τῆς Θεοτόκου, καὶ κατατέθηκαν στὴ Μονή τῶν Βλαχερνῶν, στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζει ἡ λιτάνευση τῶν τιμίων αὐτῶν δώρων στὴν Κωνσταντινούπολη, ποὺ συνδέονται καὶ μὲ τὸν εἰκονογραφικὸ τύπο τῆς Θεοτόκου Βλαχερνιώτισσας, ποὺ κυριαρχεῖ μεταγενέστερα. Φαίνεται ὅτι ἡ ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως εἶναι πλήρως διαμορφωμένη στὴν ἐποχὴ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ. Ἀπὸ τότε ἡ διάδοσή της εἶναι εὐρύτατη, ἦταν καὶ παραμένει μία ἀπὸ τὶς πιὸ δημοφιλεῖς στὸ ἑλληνικὸ ἑορτολόγιο, συνδεδεμένη συνήθως μὲ πανήγυρη, ποὺ συμβολίζει καὶ τὸ τέλος τοῦ θέρους. Ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου εἶναι ἡ τελευταία ἀπὸ τὶς ἑορτές του Δωδεκαόρτου – μὲ αὐτὴν κλείνει ὁ κύκλος τῶν μεγάλων χριστολογικῶν καὶ θεομητορικῶν ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ καταγωγὴ τοῦ ἐθίμου τοῦ «ἐπιταφίου τῆς Θεοτόκου», ποὺ ἔχει παραδοθεῖ ὡς ἕνα τοπικό, μεμονωμένο φαινόμενο, πιθανῶς προέρχεται ἀπὸ τὰ Ἰόνια Νησιὰ, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ Αἰγαῖο, ἀπὸ τοὺς χώρους στοὺς ὁποίους ἄφησε ἔντονα τὰ ἴχνη στὴν παράδοση ἡ Ἑνετοκρατία. Στὴν ἠπειρωτικὴ Ἑλλάδα τὸ ἔθιμο εἶναι μᾶλλον ἄγνωστο, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν παρατηρούμενη πρόσφατα ἄκριτη «τουριστικοποίηση» τῶν ἐθίμων. Εἶναι τελείως ἀπαράδεκτη λ.χ. ἀπὸ ὀρθόδοξη πλευρὰ ἡ εὐσεβιστικῆς καταγωγῆς, στὴν οὐσία ἀνευλαβὴς εἰσβολὴ καὶ διάδοση τῆς λεγομένης «Παναγίας τοῦ Χάρου»(!).

Ἡ τέχνη 

Οἱ λόγοι καὶ οἱ ὕμνοι τῆς ἑορτῆς δίνουν ἀκριβεῖς πληροφορίες, καὶ ἑπομένως οἱ λογοτεχνικὲς ἀναδρομὲς εἶναι σχετικὰ ἁπλές. Στὸν τομέα τῆς τέχνης ἀντίθετα, καὶ εἰδικότερα τῆς εἰκονογραφίας, πολλὰ ἀπὸ τὰ παλαιότερα μνημεῖα ἔχουν καταστραφεῖ καὶ οἱ ἀναγωγὲς εἶναι περισσότερο πολύπλοκες.

Ἡ ἔρευνα τείνει νὰ ἀποδεχθεῖ ὅτι τὸ ζωγραφικὸ θέμα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ἐμφανίζεται στὸν ἕβδομο αἰώνα, ἐπειδὴ ἀκριβῶς τότε ἀφιερώνουν στὴν Νίκαια, μεγάλη πόλη τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, ναὸ στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἦταν καταστόλιστος μὲ ψηφιδωτὰ καὶ ποὺ καταστράφηκε στὰ 1922. Δὲν εἶναι γνωστὸ ἂν ὑπῆρχε καὶ παράσταση τῆς Κοιμήσεως, ἂν καὶ φαίνεται αὐτονόητο. Ὁλοκληρωμένη ἡ σύνθεση ἀπαντᾶται μετά τὴν Εἰκονομαχία. Καὶ ἐπειδὴ ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου, κατὰ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, συνέβη στὴν Παλαιστίνη (κατ᾽ ἀκρίβειαν, στὸ Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν τῆς Ἰερουσαλήμ, ὅπου καὶ ὁ κατὰ παράδοσιν τάφος Της), ἐκεῖ θὰ πρέπει νὰ συνέθεσαν τὸ θέμα.

Ἀπὸ τὰ βυζαντινὰ μνημεῖα εἶναι ἰδιαίτερα ἀξιόλογες οἱ τοιχογραφίες τῆς Σοπότσανης τῆς Σερβίας, στὰ μέσα τοῦ 13ου αἰῶνα, τὰ ψηφιδωτὰ στὴν Μονὴ τῆς Χώρας στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀπὸ τὰ πλέον κλασικὰ παραδείγματα (ἀρχὲς τοῦ 14ου αἰώνα), καὶ ἀκόμη ἡ περίφημη εἰκόνα τοῦ Γκρέκο στὴν Σύρο, τὸ πρῶτο ἐνυπόγραφο ἔργο τοῦ Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, γύρω στὰ 1565-66 (ὁ ζωγράφος ἐκείνη τὴν ἐποχὴ πρέπει νὰ ἦταν νεότατος, 25 ἢ 26 ἐτῶν).

Ἰδιαίτερα ἐνδιαφέρον εἶναι νὰ παρατηρήσει κανεὶς τὴν ἀλληλεπίδραση ἀνάμεσα στὰ βυζαντινὰ κείμενα καὶ στὴν ἀντίστοιχη τέχνη, ἐπειδὴ ἡ τέχνη αὐτὴ δὲν εἶναι προϊὸν τῆς προσωπικῆς βούλησης τοῦ καλλιτέχνη, ἀφοῦ αὐτὸς ὑπηρετεῖ οὐσιαστικὰ τὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι, λ.χ., τὸ ὀκτώηχο Δοξαστικὸ τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς ἀποδίδει ὅλα ἐκεῖνα τὰ στοιχεῖα τὰ ὁποῖα ἀποτυπώνει ἡ εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου:

«Θεαρχίῳ νεύματι πάντοθεν οἱ θεοφόροι ἀπόστολοι, ὑπὸ νεφῶν μεταρσίως αἱρόμενοι, καταλαβόντες τὸ πανάχραντον καὶ ζωαρχικόν σου σκῆνος, ἐξόχως ἠσπάζοντο. Αἱ δὲ ὑπέρτατοι τῶν οὐρανῶν Δυνάμεις, σὺν τῷ οἰκείῳ Δεσπότῃ παραγενόμεναι, τὸ θεοδόχον καὶ ἀκραιφνέστατον σῶμα προπέμπουσι, τῷ δέει κρατούμεναι· ὑπερκοσμίως δὲ προώχοντο, καὶ ἀοράτως ἐβόων ταῖς ἀνωτέραις ταξιαρχίαις· Ἰδοὺ ἡ παντάνασσα Θεόπαις παραγέγονεν. Ἄρατε πύλας καὶ ταύτην ὑπερκοσμίως ὑποδέξασθε, τὴν τοῦ ἀενάου φωτὸς Μητέρα. Διὰ ταύτης γὰρ ἡ παγγενὴς τῶν βροτῶν σωτηρία γέγονεν, ᾗ ἀτενίζειν οὐκ ἰσχύομεν, καὶ ταύτη ἄξιον γέρας ἀπονέμειν ἀδύνατον. Ταύτης γὰρ τὸ ὑπερβάλλον ὑπερέχει πᾶσαν ἔννοιαν.[…]».

Ἕνα δεύτερο τροπάριο, πάλι ἀπὸ τὸν Ἑσπερινὸ τῆς Κοιμήσεως, τὸ Δοξαστικὸ τοῦ τετάρτου ἤχου, λέγει: «Ὅτε ἐξεδήμησας, Θεοτόκε Παρθένε, πρὸς τὸν ἐκ σοῦ τεχθέντα ἀφράστως, παρῆν Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος καὶ πρῶτος Ἱεράρχης, Πέτρος τε ἡ τιμιωτάτη κορυφαία τῶν θεολόγων ἀκρότης καὶ σύμπας ὁ θεῖος τῶν ἀποστόλων χορός, ἐκφαντορικαῖς θεολογίαις ὑμνολογοῦντες, τὸ θεῖον καὶ ἐξαίσιον τῆς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ οἰκονομίας μυστήριον· καὶ τὸ ζωαρχικὸν καὶ θεοδόχον σου σῶμα κηδεύσαντες ἔχαιρον, πανύμνητε. Ὕπερθεν δὲ αἱ πανάγιαι καὶ πρεσβύταται τῶν ἀγγέλων δυνάμεις, τὸ θαῦμα ἐκπληττόμεναι, κεκυφυῖαι ἀλλήλαις ἔλεγον: Ἄρατε ὑμῶν τὰς πύλας καὶ ὑποδέξασθε τὴν τεκοῦσαν τὸν οὐρανοῦ καὶ γῆς ποιητήν· δοξολογίαις τε ἀνυμνήσωμεν τὸ σεπτὸν καὶ ἅγιον σῶμα, τὸ χωρῆσαν τὸν ἡμῖν ἀθεώρητον καὶ Κύριον. […]».

Ὁλόκληρος αὐτὸς ὁ κόσμος, ποὺ περιγράφουν γλαφυρὰ καὶ ποιητικὰ οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας, ἐνσωματώνεται σὲ μιὰ κλασικὴ παράσταση τῆς Κοιμήσεως. Ἡ Θεοτόκος εἶναι ξαπλωμένη πάνω στὴν νεκρικὴ κλίνη, ἐπάνω ἀπὸ τὴ Θεοτόκο παριστάνεται ὁ Χριστὸς μέσα στὴν θεία δόξα, κρατώντας τὴν ψυχὴ τῆς Θεοτόκου σὰν ἕνα σπαργανωμένο βρέφος. Κατόπιν, δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ ἀπὸ τὸ κύριο θέμα βλέπουμε μικρὲς ὁμάδες Ἀποστόλων μέσα σὲ σύννεφα νὰ προσέρχονται ἐκ περάτων τῆς Γῆς, ὅπως ἀκριβῶς περιγράφει ὁ ὕμνος. Οἱ Ἀπόστολοι διατάσσονται ἀριστερὰ καὶ δεξιὰ τοῦ σεπτοῦ σκηνώματος καὶ αὐτὸς ὁ κύκλος ἐπεκτείνεται μὲ Ἱεράρχες ποὺ κατὰ τὴν παράδοση συνδέονται μὲ τὴν Θεοτόκο· κυρίως πρόκειται εἴτε γιὰ Ἱεράρχες ποὺ ἔχουν ἀναφερθεῖ μὲ λόγους τους στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου εἴτε γιὰ ἄλλους ποὺ ἡ παράδοση συνέδεσε μὲ τὴν Θεοτόκο μὲ ἄλλον τρόπο. Τέλος ἀπεικονίζεται τὸ ἐπεισόδιο τοῦ Ἰεφωνίου ποὺ, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, ἦταν Ἑβραῖος, ἀμφισβήτησε τὴν παρθενία τῆς Θεοτόκου καὶ ἐτόλμησε νὰ ψαύσει τὴν νεκρικὴ κλίνη. Τότε ὁ Ἀρχάγγελος τοῦ κόβει τὰ χέρια γιὰ νὰ μὴ μολύνει τὴν κλίνη τῆς Θεοτόκου, ἐκεῖνος μετανοεῖ, τὰ χέρια ἀνασυγκολλῶνται, γίνεται τὸ θαῦμα καὶ ὁ Ἰεφωνίας πιστεύει.

Ὁ ἐκτεταμένος κύκλος τῶν ἐπεισοδίων καὶ σκηνῶν ποὺ σχετίζονται μὲ τὴν Κοίμηση διαζωγραφεῖται κυρίως στὴν παλαιολόγεια περίοδο (13ος-15ος αἰ.). Εἶναι συνηθισμένο φαινόμενο τὴν περίοδο αὐτὴ νὰ γίνονται περισσότερο ἀφηγηματικοὶ οἱ κύκλοι παραστάσεων, λ.χ. τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου ἢ διαφόρων ἁγίων.

Στὸ ἐπάνω μέρος τῶν συνθέσεων τῆς Κοιμήσεως παρουσιάζεται ἡ Θεοτόκος νὰ ἀναλαμβάνεται πρὸς τοὺς οὐρανούς, ἕνα εἶδος «Ἀναλήψεως», ὅπου τὴν ὑποδέχεται ὁ Χριστός. Εἶναι ἡ Μετάστασις τῆς Θεοτόκου, ὅπως λέμε στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καὶ ὑπάρχει μία διαφορὰ μὲ τὴν ἀντίστοιχη εἰκονογραφία στὶς Ἐκκλησίες τῆς Δύσης (Αssumpta). H Μετάστασις τῆς Θεοτόκου βασίζεται στὴν πίστη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὅτι ἡ Θεοτόκος ἀνελήφθη σωματικὰ στοὺς οὐρανούς, μετέστη ἀπὸ τὰ γήινα στὰ οὐράνια, καὶ αὐτὸ προσπαθοῦν νὰ ἀποδώσουν οἱ καλλιτέχνες.

Ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς δίνει μία σειρὰ ἱστορικῶν καὶ ἀρχαιολογικῶν πληροφοριῶν καὶ ἰδιαίτερα στὸν Δεύτερο Λόγο «Εἰς τὴν ἔνδοξον Κοίμησιν τῆς Παναγίας Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας», ποὺ αἰσθητοποιήθηκαν μέσα στὴν βυζαντινὴ ἁγιογραφία. Ἀναφέρει χαρακτηριστικά: «Ἔγειρε σ’ ἕνα ἀνάκλιντρο μέσα στὴν πόλη τοῦ Δαυίδ, τὴν ἐξακουσμένη καὶ θεϊκιά, μέσα στὴν περίβλεπτη Σιών τὴν πολυδοξασμένη, ποὺ μέσα της ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ κατὰ γράμμα Νόμου κι᾽ ἀναγορεύτηκε ὁ Νόμος ὁ πνευματικός». Ἡ πρώτη διαπίστωση εἶναι ὅτι ἡ Θεοτόκος ἐκοιμήθη στὴν Ἱερουσαλήμ (μιὰ μεταγενέστερη παράδοση, ποὺ τοποθετεῖ τὸν τάφο Της στὴν Ἔφεσο, δὲν ἔχει ἱστορικὰ ἐρείσματα). Μιλάει στὴ συνέχεια ὁ Δαμασκηνὸς μὲ ποιητικὴ γλώσσα γιὰ τὴ Σύναξη τῶν Ἀποστόλων ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς, ὅπως ἀναφέρει καὶ τὸ γνωστὸ Ἐξαποστειλάριον τοῦ Ὄρθρου: «Ἀπόστολοι ἐκ περάτων συναθροισθέντες ἐνθάδε, Γεθσημανῇ τῷ χωρίῳ, κηδεύσατέ μου τὸ σῶμα, καὶ σύ, Υἱὲ καὶ Θεέ μου, παράλαβέ μου τὸ πνεῦμα».

Μέσα σὲ τέτοια ἀτμόσφαιρα κατάνυξης, ὑψηλῆς ποίησης καὶ θεσπέσιου μουσικοῦ μέλους ἐκτυλίσσεται τὸ Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ!

*Ὁμότιμος Καθηγητὴς Βυζαντινῆς Ἀρχαιολογίας Πανεπιστημίου Κύπρου

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

Please enter your comment!
Please enter your name here

Τελευταία άρθρα

Νέα αθώωση του Ι. Φιλιππάκη και δικαστική ήττα του Σ. Μιωνή

Ομόφωνα αθώο έκρινε τον εκδότη της «δημοκρατίας», Ιωάννη Φιλιππάκη, το Β’ Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών, ύστερα από μήνυση που είχε...

Δικαιωματιστές εναντίον Σεφερλή σημειώσατε 2

Τα όργανα επιβολής της (νέας) Τάξεως και στελέχη της αστυνομίας σκέψεως δεν είναι δα και τόσο δημοφιλή, αλλά έχουν...

Τα σήματα κινδύνου που αγνοούμε

Οι φωτογραφίες που βλέπετε ελήφθησαν χθες σε διαδρομή περίπου… 50 μέτρων στο Μαρούσι. Καθεμία βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την άλλη. Όλες...

Γιάννης Αντετοκούνμπο

Τον Γιάννη Αντετοκούνμπο τον θαύμαζα για πολλά πράγματα, εκτός του μπάσκετ. Τα τελευταία γεγονότα, όμως, με κλόνισαν λίγο. Αλλά...