Του Παναγιώτη Λιάκου
Χαμένες από χέρι είναι μόνο οι μάχες που δεν δίνουμε. Ο πόλεμος που «αποφύγαμε» στην Κύπρο είναι η πρώτη μεγάλη ήττα του ελληνικού έθνους στα χρόνια που ακολούθησαν τη λήξη της παγκόσμιας σύρραξης που ξεκίνησε το 1939 και ολοκληρώθηκε το 1945 (και για εμάς το 1949). Εκείνη η ατιμωτική στρατιωτική, ηθική, πολιτική και πολιτισμική ήττα της φυγομαχίας αποτελεί πληγή που πυορροεί και δηλητηριάζει τον Ελληνισμό από το 1974. Από τότε δεν έχει πάψει να κακοφορμίζει.
Φυσική εξέλιξή της ήταν το όνειδος των Ιμίων. Εκεί όχι μόνο δεν πολεμήσαμε, αλλά υποστείλαμε τη σημαία από ελληνικό έδαφος. Από τότε ο Θεός μάς γύρισε την πλάτη. Η φυσική τάξη των πραγμάτων μάς τιμώρησε. Τιμωρία ήταν η παραμονή του καθεστώτος Σημίτη στην εξουσία με τη λαϊκή ψήφο, ο δημογραφικός μαρασμός, η χρεοκοπία, η κλεπτοκρατία, η κοινωνικοποίηση της διαφθοράς, η πολιτισμική κατάρρευση και αποκολοκύνθωση του επιπέδου των μαζών, η απουσία νοήματος ζωής για αναρίθμητους ανθρώπους. Κάθε ηθική υποχώρηση απονοηματοδοτεί τον ανθρώπινο βίο.
Όμως, ήταν το 1974 που άρχισε η μεγάλη κάθοδός μας στην άβυσσο. Τότε έγινε αληθινή εισβολή ξένων στρατευμάτων σε τόπο ελληνικό. Δεν ήταν του κράτους η υπόθεση, αλλά ολόκληρου του έθνους που είδε να ξεριζώνονται τ’ αδέλφια μας από την πατρώα γη τους, να βιάζονται και να σφαγιάζονται γυναικόπαιδα, να δολοφονούνται γέροντες, ανάπηροι, άμαχος πληθυσμός και αιχμάλωτοι στρατιώτες και να καρφώνεται η τουρκική παντιέρα στην καρδιά της Κύπρου. Για όλα αυτά, από την Ελλάδα απραξία και σιωπή – με μοναδική εξαίρεση τις μάχες που έδωσαν τα λιοντάρια της ΕΛΔΥΚ, οι καταδρομείς της επιχείρησης ΝΙΚΗ και μεμονωμένοι Έλληνες μαχητές, που δεν υπάκουσαν τις εντολές για απραξία. Τη μάχη εναντίον του προαιώνιου εχθρού δεν θέλησαν να τη δώσουν ούτε οι προδότες του καθεστώτος Ιωαννίδη ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο οποίος είπε την ιστορικής σημασίας φράση «Η Κύπρος κείται μακράν».
Ευτυχώς, το ηθικό, στρατιωτικό και γεωπολιτικό περιεχόμενο της καραμανλικής φράσης δεν συμμεριζόταν ο Κίμων (510-450 π.Χ.). Ο γιος του στρατηγού Μιλτιάδη που νίκησε τους Μήδους στον Μαραθώνα συνέχισε την ηρωική πατρική αποστολή. Το 450 π.Χ. έπλευσε στην Κύπρο με στόλο περίπου 200 τριήρεων για να εκδιώξει τους Πέρσες από το νησί και να εξασφαλίσει την κυριαρχία των Αθηναίων στη νοτιοανατολική Μεσόγειο. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Κίμων έχασε τη ζωή του στην εκστρατεία εναντίον των Περσών στην Κύπρο. Οι συμπολεμιστές του από ένα σημείο κι έπειτα πολεμούσαν τους Πέρσες χωρίς να γνωρίζουν ότι είχε πεθάνει κι έτσι πέρασε στο πάνθεον των ηρώων με την τιμητική φράση «Και νεκρός ενίκα».
Η παγκόσμια ιστορία δεν είναι κάτι άλλο παρά οι ομόκεντροι κύκλοι που γεννώνται από την πολεμική λίθο που πέφτει στα ήρεμα ύδατα της καθημερινότητας. Το αίμα και ο θάνατος, η ελπίδα και η απελπισία, η νίκη και η ήττα, οι θρίαμβοι και οι πανωλεθρίες των πολέμων αποτελούν τα δομικά υλικά του πολιτισμικού οικοδομήματος κάθε λαού. Ακόμα κι όταν περνούν δεκαετίες ειρηνικές, ο πόλεμος θα επανέλθει για να ωθήσει τις κοινωνίες σε κάποιον νέο και άγνωστο προορισμό.
Η τεχνολογική πρόοδος, η οικονομία, τα καλλιτεχνικά επιτεύγματα, οι φιλοσοφικές ιδέες, όλα, είναι παιδιά του πολέμου – κάτι που διατύπωσε με τον χαρακτηριστικά λιτό τρόπο της αληθούς φιλοσοφίας ο Ηράκλειτος. Πόλεμος πατήρ πάντων.
Μόνο με αυτό το πικρό, παράλογο και απάνθρωπο εργαλείο ανεβάζει τις στροφές της η μηχανή της εξέλιξης. Ακόμα και οι θρησκείες των λαών με τον πόλεμο λύνουν τις κοσμικές διαφορές καλού και κακού, παλαιών και νέων κυρίαρχων των αιθέρων, της γης και των υδάτων. Ο Κρόνος και ο Δίας των Ελλήνων, ο Μαρντούκ και η Τιαμάτ των Βαβυλωνίων, ο Θεός και ο Διάβολος του Χριστιανισμού, του Ισλάμ και των Εβραίων, ο Αχούρα Μάζντα και ο Αχριμάν των Ζωροαστρών βρέθηκαν ή βρίσκονται σε πόλεμο και οι αναμετρήσεις τους έκριναν και θα ξανακρίνουν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του σύμπαντος.
Δεν θα υπήρχαν ο Παρθενών και η τραγωδία χωρίς τον πόλεμο ενάντια στους Πέρσες. Δεν θα είχε υψωθεί στον έβδομο ουρανό η φήμη της Σπάρτης και της αγέρωχης Ελλάδας, που δεν υπολογίζει τους αριθμούς αλλά τις ποιότητες ιδεών και ανθρώπων, δίχως τους 300 του Λεωνίδα και τους 700 Θεσπιείς υπό τον Δημόφιλο. Δεν θα είχε μακροημερεύσει το Βυζάντιο δίχως τον Ηράκλειο και δεν θα περνούσε ολοζώντανος στον αιώνα τον άπαντα ο πόθος για την Πόλη χωρίς τον ίδιο τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να πέφτει με το σπαθί στο χέρι, αμυνόμενος υπέρ βωμών και εστιών. Δεν θα ήμασταν ελεύθεροι δίχως το ’21 και η μεταπολεμική ακμή δεν θα υφίστατο δίχως το ΟΧΙ του Μεταξά και της Ελλάδος τα παιδιά που μάτωσαν στα βουνά της Βορείου Ηπείρου.
Κι όση δόξα και ακμή και ανάπτυξη κατακτήσαμε με το σπαθί μας, με τις στρατιωτικές νίκες και ήττες μας, άλλη τόση καταφρόνια, αργό θάνατο, παρακμή και ντροπή μάς απεδόθη με τις φυγομαχίες μας. Και η μεγαλύτερη εξ αυτών ήταν η αποχή από το πεδίο της τιμής της Κύπρου το 1974.
Οι τρέσαντες και οι εξωνημένοι είναι οι αρχιτέκτονες της καταστροφής μας.
Υποκλίνομαι
Εξαιρετικό άρθρο! Πρέπει να παλέψουνε, ο καθένας όπως και όσο μπορεί, για να αφυπνιστεί ο πολίτης αυτής της χώρας και να αποκτήσει, εκ νέου, αξιοπρέπεια και μαχητικότητα. Δεν υπάρχει αυτό που ζούμε γύρω μας. Παντού, θλιβερά, φοβισμένα, αγχωμένα και «φουσκωμένα» ανθρωπάκια της Michelin (λόγω του χαρακτηριστικού σωματότυπου που αναπτύσσεται όταν ο άνθρωπος δεν έχει άλλη παρηγοριά από το χαμηλής ποιότητας φαγητό).
Μπορούμε να ελπίζουμε σε μια επάνοδο του πεφωτισμένου ανθρωπισμού;;
Δυστυχώς, ο ορίζοντας είναι μαύρος.
Και η Κύπρος κείται μακράν. Εννοείται.
Εδώ, για κάποιους, το…Σούνιο είναι μακριά. Και το χειρότερο είναι ότι, οι πλέον απόκοσμες συμπεριφορές παρατηρούνται στους νέους, που κάποτε, πριν πολλές δεκαετίες, ήταν η ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Τώρα, στο πρόσωπο των περισσότερων νέων, αναβλύζει μια τρομακτική αύρα δυστοπίας και κοινωνικής τερατογένεσης.