Του Γιάννη Χ. Κουριαννίδη*
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ευρύτερα γνωστή στο κοινό ως Κομισιόν) αποτελείται από τους λεγόμενους επιτρόπους, που διορίζονται από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών της Ε.Ε. Είναι δηλαδή μη αιρετοί, οι οποίοι όμως λειτουργούν στο πλαίσιο μιας ευρωκεντρικής πολιτικής και προσανατολισμού, χωρίς δηλαδή να δέχονται υποδείξεις και εντολές από τις χώρες που εκπροσωπούν. Η Κομισιόν έχει την αρμοδιότητα υποβολής νομοθετημάτων στο Ευρωκοινοβούλιο, προκειμένου αυτά να ψηφιστούν και να αποτελέσουν ευρωπαϊκούς νόμους, δεσμευτικούς για όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.
Γίνεται αντιληπτό ότι η Κομισιόν είναι αυτή που στην ουσία νομοθετεί και οι 700 ευρωβουλευτές απλώς επικυρώνουν με την ψήφο τους τις πολιτικές της, παρέχοντας με τον τρόπο αυτό μία επίφαση δημοκρατικότητας στη λειτουργία της. Δεν είναι φυσικά διόλου τυχαίο το ότι ένας κρίσιμος αριθμός ευρωβουλευτών επιλέγεται από τον χώρο του θεάματος, του αθλητισμού, της δημοσιογραφίας κ.λπ., έχοντας, δηλαδή, ελάχιστη έως και καμιά σχέση με την πολιτική. Πρόσωπα, δηλαδή, που είναι εύκολα χειραγωγήσιμα και ελεγχόμενα από αυτούς που ουσιαστικά τα τοποθέτησαν στις έδρες του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου απλώς για να ξεπλύνουν την μπουγάδα.
Πρόκειται, δηλαδή, για μία πολιτικά αρρωστημένη κατάσταση και αυτός είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο οι Ευρωπαίοι στρέφουν την πλάτη τους στους θεσμούς διά της αποχής τους από την εκλογική διαδικασία. Αυτό, όμως, θα μπορούσε να αποτελέσει και ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για κινήματα ευρωσκεπτικιστικά και ταυτοτικά, όπως αυτά που αναπτύσσονται τα τελευταία χρόνια σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη. Κι αυτό, διότι όσοι επιλέγουν να ψηφίσουν τα συγκεκριμένα κόμματα, που στη γενικότητά τους εκφράζουν έναν κοινό οραματισμό για μία Ευρώπη των εθνών, είναι προβληματισμένοι πολίτες που προσπαθούν να βρουν διεξόδους στα ευρωπαϊκά αδιέξοδα αποδοκιμάζοντας γερασμένες και προκλητικές πολιτικές και νοοτροπίες.
Αυτοί οι πολίτες θα συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία και δεν θα απόσχουν, σε αντίθεση με τους εφησυχασμένους και συμβιβασμένους με τη σημερινή ευρωπαϊκή παθογένεια. Αυτό σημαίνει ότι αν, λ.χ., η αποχή είναι περίπου 50%, τα ποσοστά των «μικρών» αυτών κομμάτων αυτομάτως θα διπλασιαστούν, αφού θα προσέλθει ο ίδιος αριθμός ψηφοφόρων τους στον μισό πληθυσμό συνολικών ψηφοφόρων. Έτσι, ένα κόμμα που θα λάμβανε, λ.χ., 2% με αποχή μηδενική, θα λάβει 4% εφόσον προσέλθει στις κάλπες ο ίδιος αριθμός των ψηφοφόρων του και η αποχή του 50% προέλθει από τα λοιπά κόμματα. Αντιλαμβάνεται κανείς πόσο πιο ενισχυμένα θα εμφανιστούν αυτά, αν υλοποιηθεί το σενάριο που προβλέπει αποχή που μπορεί να φτάσει και μέχρι το 70%! Αρκεί οι προβληματισμένοι πολίτες που υποστηρίζουν τα εθνικού χαρακτήρα αυτά κόμματα να προσέλθουν στις κάλπες και να δώσουν έτσι την ευκαιρία στις εθνικές δυνάμεις να ανατρέψουν αυτήν την παθογένεια των ευρωπαϊκών θεσμών.
Ακούγονται ίσως υπερβολικά όλα αυτά και αρκετά απλοποιημένα. Η δυναμική, όμως, αυτών των εθνικών δυνάμεων στη σημερινή σύνθεση του Ευρωκοινοβουλίου είναι μία πραγματικότητα. Και όλα δείχνουν ότι η σύνθεσή του μετά τις εκλογές της 9ης Ιουνίου θα είναι ακόμη πιο ελπιδοφόρα για μια Ευρώπη που θα παλεύει πλέον για την ανάκτηση της φυσιογνωμίας και των αξιών της.
Η Ελλάδα δεν πρέπει να απουσιάσει από τη διαμόρφωση μιας τέτοιας προοπτικής. Ήδη έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος και πρέπει με μεγάλες δρασκελιές να προσεγγίσουμε τις εξελίξεις που διαμορφώθηκαν στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η πραγματική διακύβευση δεν είναι τόσο το αν καταφέρουν κάποια (από τα αρκετά, είναι αλήθεια) κόμματα με εθνικό πρόσημο να εκπροσωπηθούν στο νέο Ευρωκοινοβούλιο, όσο το να βαδίσουν συντεταγμένα και υπεύθυνα στον δρόμο για μία Ευρώπη των πατρίδων και των λαών τους.
*Υποψήφιος ευρωβουλευτής με το Εθνικό Μέτωπο,
Οι διορισμένοι ξεκινούν συνήθως τις νομοθετικές πρωτοβουλίες και είναι οι τελικοί που εγκρίνουν.
Αυτοί αποτελούν την επίφαση των δημοκρατικών λειτουργιών, εκλέγονται από το αόρατο ιερατείο που διακατέχει τα ευρωπαϊκά πράγματα και δεν έχει τίποτα ευρωπαϊκό.
Τρελές οι αποφάσεις τους με την ενέργεια, τη Ρωσία τον Covid και την ποιότητα της ευρωπαϊκής δημοκρατίας των εγκλωβισμένων εθνών.
Τα εγκλήματα του Μέγκελε επαινούνται ως δημοκρατία και ως πράξη διάσωσης των πολιτών από έναν αόρατο εχθρό, τον Covid.
O νομικός μας πολιτισμός, το αξιακό μας σύστημα και αθάνατες αρχές του Σοφοκλή, όπως μας τις δίδαξε με την Αντιγόνη, πήγαν περίπατο.
Το ανώτατο επίπεδο της ευρωπαϊκής επιτροπής, σε συνεργασία με τις κυβερνήσεις, άπλωσε ιστό αράχνης και εγκλώβισε τους ευρωπαίους στο φόβο.
Το ανώτατο δικαστήριο μας δικαιολόγησε την καταστολή ατομικών συνταγματικών μας δικαιωμάτων, υποχρεωτικότητες και πρακτικές τύπου Μέγκελε, τις θεώρησε συνταγματικές ανεκτές, τρομάρα τους τώρα δεν ντρέπονται για τα άθλια αποτελέσματα των εμβολιασμών που ομολογούν και οι ίδιες οι εταιρίες.
Η σκλαβιά δεν ήταν μόνο με την ευκαιρία του Covid, τα ίδια και χειρότερα έκανε, πάλι μέσω των κυβερνήσεων, με την αντικατάσταση των ενεργειακών υποδομών.
Εδώ οι ευρωπαίοι πολίτες πρέπει να ξαναπληρώσουν και να αντικαταστήσουν τις ενεργειακές τους υποδομές, προς χάριν βέβαια της βιομηχανίας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Εδώ έριξαν την προπαγάνδα της λεγόμενης κλιματικής κρίσης, λες και η απόσταση και η τροχιά του Ηλίου ως προς τη Γη παραμένουν σταθερές στο χρόνο και δεν έχει περιοδικότητα πολλών ετών.
Έτσι όμως είχαμε παραδείγματα εξαφάνισης πολιτισμών, τους μύθους των κατακλυσμών ( που δεν αποτελούν μυθεύματα), έχουμε όμως και τις καμπύλες μεταβολών του κλίματος και τις παλαιοντολογικές μελέτες (πχ ΕΚΠΑ).
Αντίθετα με την επιστήμη, ΜΚΟ, Επιτροπή, κυβερνήσεις και πολυεθνικές μας οδηγούν σε ενεργειακή ένδεια, φτώχεια και πείνα.
Ευρώπη, ΝΑΤΟ και διεθνείς τραπεζίτες υποδαύλισαν τα πολιτικά πράγματα στην Ουκρανία, έφτασαν το ΝΑΤΟ στα σύνορα της Ρωσίας και περίμεναν την αναμενόμενη κίνηση Πούτιν.
Η Ρωσία είναι απέραντη χώρα, ο ορυκτός και ενεργειακός της πλούτος απέραντος, ίσως μια διαχειρίσιμη κυβέρνηση τύπου Γέλτσιν, θα ήταν περισσότερο χρήσιμη στα συμφέροντα που εκφράζουν επιτροπή και σύμμαχοι.
Με λίγα λόγια, οποίος σκέφτεται δεν βρίσκει τίποτα καλό στην διορισμένη επιτροπή.
Ούτε άξιζε να χάσουμε ελευθερίες, δημοκρατία και ανάπτυξη για τους πόρους που μας παρείχαν.
Δυστυχώς ήταν σαν τα διακοποδάνεια και τα θαλασσοδάνεια αγοράς κατοικίας με δανειολήπτες μέσου ετήσιου εισοδήματος εννέα χιλιάδων.
Μας άρεσε στην αρχή, στη συνέχεια όμως χάσαμε τα πάντα.