Της Κύρας Αδάμ
Ελάχιστος χρόνος απομένει μέχρι τις ευρωεκλογές του Ιουνίου και οι Έλληνες ψηφοφόροι αλλά και οι υπόλοιποι ψηφοφόροι της Ευρώπης δύσκολα θα απαντήσουν στο ερώτημα για ποια ευρωπαϊκά θέματα ψηφίζουν και ποιες ομάδες στο Ευρωκοινοβούλιο εξυπηρετούν καλύτερα τα ανοιχτά ευρωπαϊκά θέματα.
Η ευρωπαϊκή προεκλογική εικόνα τουλάχιστον στην Ελλάδα είναι στρεβλή, έχει μορφή και χαρακτήρα εσωτερικής εκλογικής αναμέτρησης και αποπνέει περιφρόνηση, άγνοια και αδιαφορία για τα ευρωπαϊκά θέματα, ο χειρισμός των οποίων απαιτεί την ψήφο τους, διότι από τη σύνθεση της νέας Ευρωβουλής και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κρίνεται το μέλλον της Ευρώπης, των κρατών-μελών και των ιδίων των πολιτών της.
Οι λογής λογής υποψήφιοι ευρωβουλευτές όλων των κομμάτων δεν έχουν ποτέ μέχρι στιγμής ξεδιπλώσει την ευρωπαϊκή πολιτική σκέψη τους ούτε έχουν διασταυρώσει τα πολιτικά ξίφη τους στα ευρωπαϊκά θέματα και στον χειρισμό τους. Κονταροχτυπιούνται ή βρίζονται για επιμέρους θέματα εσωτερικής επικαιρότητας, με στόχο την τελική σύγκριση των ποσοστών των κομμάτων τους ανάμεσα στις ευρωεκλογές και τις προηγούμενες και επόμενες εθνικές εκλογές.
Με δυο λόγια, η προεκλογική περίοδος για τις ευρωεκλογές συμπυκνώνεται στο «κερδάμε – νικάμε – χάνουν».
Και όμως, τα πολιτικά πράγματα στην Ευρώπη είναι πολύ πιο σοβαρά, με άμεση επίδραση στη ζωή των Ευρωπαίων πολιτών, με έντονη την απουσία πολιτικής σ’ αυτήν την ευρωπαϊκή προεκλογική περίοδο.
Το πρώτο και απολύτως εμφανές συμπέρασμα είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία χρόνια χάνει σε όλα τα επίπεδα, καθώς η πολιτικοοικονομική δύναμή της και το διεθνές κύρος της μειώνονται καθημερινώς.
Σε πρόσφατο κείμενό της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι οι πρόσφατες προκλήσεις πολιτικής οδήγησαν σε αύξηση των δημόσιων δαπανών στην Ε.Ε. Οι λόγοι είναι οι ακόλουθοι:
Πρώτον, τα επιτόκια έχουν αυξηθεί έντονα τα τελευταία χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δαπανούν περισσότερα για την εξυπηρέτηση του χρέος τους. Ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, με το υψηλότερο χρέος, αυτό δημιουργεί μια αφόρητη πρόσθετη δημοσιονομική πίεση.
Δεύτερον, δύο μεγάλες κρίσεις ώθησαν τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αυξήσουν δραστικά τις δημόσιες δαπάνες:
Η πανδημία Covid-19 σήμαινε υψηλότερες δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη και αυξημένες δαπάνες οικονομικής και κοινωνικής στήριξης, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία οδήγησε σε αύξηση των αμυντικών δαπανών και επίσης ταρακούνησε την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας (οδηγώντας σε περισσότερα εθνικά μέτρα στήριξης).
Στο σημείο αυτό, βέβαια, δεν επισημαίνει η Κομισιόν, ως όφειλε, ότι επέλεξε συνειδητά τον δρόμο της σύγκρουσης με πρόσχημα τη βοήθεια στην Ουκρανία, τορπιλίζοντας ταυτόχρονα και τα ίδια τα ευρωπαϊκά συμφέροντα.
Τρίτον, η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση απαιτούν από τα κράτη-μέλη να μετατοπίσουν τις δημόσιες επενδύσεις σε πιο πράσινες, με βιώσιμα έργα, με αποτέλεσμα τα επίπεδα του δημόσιου χρέους σε πολλά κράτη-μέλη της Ε.Ε. να έχουν αυξηθεί και ο δημοσιονομικός χώρος να έχει γίνει συνολικά πιο περιορισμένος και τα κράτη-μέλη αναζητούν επομένως τρόπους να δαπανήσουν τα περιορισμένα κεφάλαιά τους πιο αποδοτικά.
Μπροστά στη δύσκολη αυτή κατάσταση η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει βάλει χέρι στους ελέγχους των δαπανών και ενεργοποιεί τους μηχανισμούς που επιτρέπουν τη σταδιακή επανεθνικοποίηση των πολιτικών αυτών. Πρόκειται δηλαδή για διαδικασία αποδόμησης της ίδιας της Ε.Ε., καθώς «το μάρμαρο» των δαπανών θα καλούνται να πληρώσουν από την τσέπη τους οι φορολογούμενοι πολίτες εκάστου κράτους-μέλους.
Μέχρι στιγμής οι τομείς που έχουν υποστεί σημαντικές απώλειες είναι οι τομείς της γεωργίας και της συνοχής:
Ο τομέας της γεωργίας ήταν η πρώτη προτεραιότητα στην Ε.Ε. και αντιστοιχούσε στις δαπάνες που επέτρεπαν την επάρκεια αγαθών και την αυξημένη εξαγωγική δραστηριότητα. Τώρα, με τη διαρκή μείωση των δαπανών, το ποσοστό 75% των δαπανών του προϋπολογισμού που αφορούσαν τη γεωργία έχει υποχωρήσει στο ανατριχιαστικό 29%, με βάση τον τελευταίο προϋπολογισμό της Ε.Ε., δηλαδή μια ανείπωτη μείωση του 62% περίπου! Ο τομέας της συνοχής μόνο για την τρέχουσα περίοδο έχει υποστεί μείωση κατά 30 δισ. ευρώ – διαφορά μεταξύ των δεσμεύσεων που προβλέπουν οι κανονισμοί και οι συνθήκες, και των πληρωμών που εκτελούνται ή αναμένεται να εκτελεστούν. Αυτό σημαίνει ότι απειλείται σοβαρά το θέμα της σύγκλισης των οικονομιών των κρατών-μελών. Είναι προφανές ότι η εξέλιξη αυτή έχει άμεσες επιπτώσεις στις επενδύσεις παραγωγικού χαρακτήρα, που έχουν ανάγκη οι ευρωπαϊκές χώρες.
Το μόνο οφθαλμοφανές συμπέρασμα είναι ότι συνθλίβεται η Ευρωπαϊκή Ένωση μεταξύ των ΗΠΑ, που μόνο κέρδη βλέπουν από τη σύγκρουση με τη Μόσχα κι από τη Ρωσία, που συμμετέχει πρωταγωνιστικά στη διαμόρφωση της νέας τάξης πραγμάτων απέναντι στη Δύση.
Οι μόνοι χαμένοι είναι οι Ευρωπαίοι κι εμείς μαζί τους.