Του Γιώργου Σαχίνη *
Η τιμή στη μνήμη κάθε νεκρού έχει ειδικό βάρος… Αλλά από το σημείο αυτό ως την «αγιοποίηση» προσώπων που στην ελληνική Ιστορία, όπως και της Κρήτης, δεν συμπεριφέρθηκαν με εντιμότητα, αλλά με σκοπιμότητα, πάει πολύ…
Εντάξει, ο νεκρός και η μνήμη του σεβαστά, ιδίως στον ελληνικό αξιακό κώδικα, η τιμή στη μνήμη κάθε νεκρού έχει ειδικό βάρος, ακόμα κι αν εν ζωή κάποιος με τη δράση του υπήρξε αμφιλεγόμενος ή επικρίθηκε σφοδρά, η έλευση του θανάτου, υπέρτερη για το μάταιο όλων, πολλές φορές τα καλύπτει όλα. Αλλά από το σημείο αυτό ως την «αγιοποίηση» προσώπων, που στην ελληνική Ιστορία, όπως και της Κρήτης, δεν συμπεριφέρθηκαν με εντιμότητα, αλλά με σκοπιμότητα, πάει πολύ.
Έτσι, προ ημερών σε κύριο άρθρο της «Καθημερινής» που υπογράφουν τέσσερις ακαδημαϊκοί δάσκαλοι σε ελληνικά πανεπιστήμια, αφού μας πληροφορούν πως ο Γερμανός ιστορικός Χάινς Ρίχτερ, σε ηλικία 85 χρονών, «αποδήμησε» από τον κόσμο μας, τον μάταιο αλλά υπαρκτό, μόλις τον Μάρτιο που μας πέρασε, κάνουν μια ανασκόπηση στη ζωή και στο έργο του, σε ένα είδος πνευματικού μνημοσύνου. Δικαίωμά τους, αλλά, από τη στιγμή που το κάνουν, οφείλουν να είναι πλήρεις στις αναφορές τους κι όχι να στρογγυλεύουν καταστάσεις, λειτουργώντας ως «πλυντήριο» με τις υπογραφές τους.
Ανάμεσά τους και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας πλέον (αφού έκανε τη δουλειά στην Κρήτη για τον Ρίχτερ, έφυγε για άλλο πανεπιστήμιο), που υπήρξε μεταδιδακτορικός φοιτητής του στη Γερμανία, και στη συνέχεια ως καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης έσυρε ένα ολόκληρο τμήμα να τον ανακηρύξει, σε τελετή σχεδόν εν κρυπτώ από την κοινωνία, σε επίτιμο διδάκτορα κι ενώ ήδη το βιβλίο του «Η Μάχη της Κρήτης» είχε γίνει «φύλλο και φτερό», ιδίως από τη σφοδρή αρχικά κριτική του επίτιμου αρχηγού ΓΕΕΘΑ Μανούσου Παραγιουδάκη. Φυσικά και στη συνέχεια από πληθώρα πανεπιστημιακών, όπως ο Γιώργος Μαργαρίτης, ο Δημήτρης Ξενάκης, ο Δημήτρης Κοτρόγιαννος, έως το Εθνικό Συμβούλιο για τις Γερμανικές Οφειλές.
Ήταν το βιβλίο που παρουσίαζε τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές της Βέρμαχτ ως το «ευγενές ιπποτικό σώμα» που αναγκάστηκε στην παλλαϊκή αντίσταση του νησιού να κάνει εκτελέσεις προς συνετισμό μας, κι άλλα ευαγή σε αναφορές του Ρίχτερ, για την «απάνθρωπη συμπεριφορά που ανακάλυψε των αντιστασιακών κατοίκων της Κρήτης σε Γερμανούς καταχτητές, τραυματίες και νεκρούς (!)».
Ε, αυτά για το άρθρο-μνημόσυνο στον Χάινς Ρίχτερ από τους Έλληνες πανεπιστημιακούς προχθές, υποβιβάζονται σε «ποικίλες αντιδράσεις που είχαν απασχολήσει αρνητικά την κοινή γνώμη». Κουβέντα για τις προκλήσεις του ίδιου σε όσους του άσκησαν κριτική ή ότι έσυρε το Πανεπιστήμιο Κρήτης μέχρι τα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια, επειδή με τη συνεχή αρνητική του συμπεριφορά οδηγήθηκε η Σύγκλητος να του αφαιρέσει τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα.
Καμία κουβέντα ότι υπήρξε ειδικός σύμβουλος του άλλοτε «γερακιού» της γερμανικής οικονομίας, μακαρίτη πλέον, Σόιμπλε, στον οποίο ενεχείρισε και πόρισμα, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα όχι μόνο δεν πρέπει να αποζημιωθεί από τη Γερμανία για την καταστροφή από την επί 3,5 χρόνια Κατοχή, αλλά θα έπρεπε να πληρώσει κι από πάνω γι’ αυτήν την Κατοχή!
Σε ένα επιμνημόσυνο άρθρο ιωβηλαίο των τεσσάρων Ελλήνων πανεπιστημιακών, κουβέντα για το πόσο «διεισδυτικός ιστορικός υπήρξε», που έθιξε θέματα ταμπού για την ιστορία σε Ελλάδα και Κύπρο, με έρευνα πηγών (σοβαρά τώρα, έτσι έκανε και για τη Μάχη της Κρήτης; Γελάνε και τα πλακάκια και εξαιτίας αυτού, και έχουμε και την υποψία ότι και στις άλλες ιστορικές του έρευνες άλλων τα «θέλω» εξυπηρέτησε), με επίλογο στην «αποθέωσή του» τη ρήση του Όργουελ για τον ελεύθερο άνθρωπο: «Πραγματικά ελεύθερος είναι αυτός που λέει αυτό που οι άνθρωποι δεν θέλουν να ακούσουν και αποσιωπά αυτό που οι άνθρωποι θέλουν να ακούσουν…»
Αλήθεια τώρα, επειδή στην Ελλάδα τους νεκρούς τούς τιμάμε, αυτό δεν σημαίνει ότι σιωπάμε και ξεχνάμε. Ο Χάινς Ρίχτερ πότε είπε στη Γερμανία αυτό που δεν ήθελε να ακούσει και αποσιώπησε αυτό που ήθελε να ακούσει; Όταν ξέπλενε τις ορδές των Ούννων που αιματοκύλισαν την Κρήτη ή όταν έβγαλε πόρισμα ότι η Ελλάδα χρωστά και από πάνω στη Γερμανία, για την καταστροφή της;
* δημοσιογράφος, «Νέα Κρήτη»
Η Καθημερινή είναι η φωνή του Βερολίνου (και παλαιότερα η φωνή της Βόννης). Καμία έκπληξη λοιπόν για τους Γερμανοτσολιάδες. Τους είδαμε και στην αμέριστη υποστήριξη του ΝΑΙ και της Τροΐκας.