Του Γιάννη Χ. Κουριαννίδη*
Αυτές τις μέρες νιώθω κάπως σαν όλους εκείνους τους άθεους που έχουν άποψη για τα κατά καιρούς τεκταινόμενα στον χώρο της Εκκλησίας, αλλά και που επικρίνουν τις θέσεις της επί διαφόρων «κοσμικών» -όπως ισχυρίζονται- ζητημάτων. Έτσι κι εγώ, αν και με την Αριστερά με χωρίζει ιδεολογική άβυσσος, έχω άποψη για όσα διαδραματίζονται τον τελευταίο καιρό στο τσίρκο του ΣΥΡΙΖΑ. Με τη διαφορά ότι δεν θα τη διατυπώσω δημοσίως. Κι αυτό, διότι καθόλου δεν με ενδιαφέρει αν ο Κασσελάκης πρόκειται να κάνει ριζικές αλλαγές στο κόμμα του, αν θα το εκσυγχρονίσει, αν θα το καθαρίσει από όποια βαρίδια του, αν θα καταφέρει να του ξαναδώσει κυβερνητική προοπτική κ.λπ.
Αυτό, όμως, που αναμφισβήτητα νιώθω την ανάγκη να φωνάξω είναι η ανείπωτη χαρά μου για την κατάντια αυτού του κομματικού κνώδαλου και όσων αυτό εκφράζει ακόμη. Αφού κατάφερε κατά τη διάρκεια της μνημονιακής λαίλαπας να αναρριχηθεί από τα γκέτο των ανά την Ελλάδα «Εξαρχείων» και το περιθωριακό περιβάλλον των αριστερίστικων συμμοριών στην κυβέρνηση της χώρας, αφού κυβέρνησε με τη νοοτροπία αυτού ακριβώς του περιθωρίου και αφού πρόδωσε τη Μακεδονία μας αλλά και τις ελπίδες του ελληνικού λαού για την ανάκτηση όποιας αξιοπρέπειας του είχε απομείνει, κατάφερε τελικά να μας προσφέρει την ικανοποίηση του αυτοεξευτελισμού του. Η εικόνα των χειροκροτητών του συνεδρίου όσο και αυτή των στελεχών που προσπαθούσαν να διασώσουν την αίγλη μιας πόρνης που ξέπεσε και γέρασε πρόωρα και απότομα ήταν το ίδιο γελοία.
Κι όμως… Δεν μου επιτρέπεται να το απολαύσω όσο θα ήθελα. Κι αυτό γιατί σκέφτομαι ότι, πίσω από τους λίγους που βλέπουν να χάνουν τα πρόσκαιρα αξιώματα και μεγαλεία τους, υπάρχουν οι μυριάδες άλλοι, οι οποίοι προσώρας πίστεψαν ότι κάτι μπορεί να άλλαζε προς το καλύτερο. Αυτών η καρδιά πράγματι κομματιάστηκε. Όπως είχε κομματιαστεί η καρδιά και άλλων μυριάδων τα προηγούμενα χρόνια, με την απαξίωση των πατριωτικών ιδεών από ανθρώπους που τις ξεπούλησαν για κάποια άλλα αξιώματα, όταν η «ρήξη» και η «ανατροπή» έγιναν συγκυβέρνηση με τους ολετήρες της πατρίδας. Όπως κομματιάζεται σήμερα και η καρδιά άλλων μυριάδων με την απαξίωση και την αλλοτρίωση του θεσμού της οικογένειας, που μαθηματικά θα οδηγήσει στον πολιτικό ευτελισμό και του σημερινού κυβερνώντος κόμματος. «Κόμμα» και «κομματιάζω» έχουν την ίδια ρίζα, βλέπετε…
Όσο «επιλέγουμε έναν απατεώνα ή έναν ευνούχο να μας κυβερνήσει»* είναι λογικό να κομματιάζεται η καρδιά μας. Όσο βλέπουμε «το καλόν θεσπισμένο στην αγορά»* τόσο αυτό αποστατεί από την αισθητική μας και απογοητεύει τις προσδοκίες μας.
Όσο ανεχόμαστε κάποιοι να εμπαίζουν τη νοημοσύνη και την αξιοπρέπειά μας τόσο η παθογένεια αυτή θα θεριεύει. Ολοένα περισσότεροι «νεκροί και μεταξύ των άριστοι, για μια ξεδοντιασμένη γριά σκύλα, για έναν μπαλωμένο πολιτισμό».*
Οι 57 κωδωνοκρουσίες των ελληνικών εκκλησιών την 28η Φεβρουαρίου θα ηχούν για πάντα στα αυτιά μας, μαζί με τον σπαραγμό των μανάδων. Οι νεκροί των Τεμπών δεν είναι οι μόνοι αυτού του ακήρυχτου πολέμου. Και, δυστυχώς, δεν θα είναι οι τελευταίοι… Όσο επιτρέπουμε στους υπαιτίους του χαμού τους να σκυλεύουν ξεδιάντροπα τη μνήμη τους είμαστε καταδικασμένοι να θρηνήσουμε πολλούς ακόμη. «…κατάπτυστον ψυχήν έχουν αι μάζαι, ιδιοτελή καρδίαν και παρειάν αναίσθητον εις τους κολάφους» (Κώστας Καρυωτάκης). Όταν από μάζα ξαναγίνουμε πολίτες ίσως να δικαιούμαστε κάτι καλύτερο…
*Έζρα Πάουντ, «Hugh Selwyn Mauberley»
*Διευθυντής περιοδικού «Ενδοχώρα», [email protected]