Γνήσιος, μάγκας και τραγουδιστής του λαού

Αγαπήθηκε όσο λίγοι επειδή έζησε, πάλεψε και πέθανε σαν ένα απλό, λαϊκό παιδί, και γιατί δεν απαρνήθηκε ποτέ αυτό που ήταν. Πώς έφτασε από το μηδέν στην κορυφή

Του Βασίλη Γαλούπη

Ο πατέρας του ήταν οικοδόμος, η μητέρα του καθαρίστρια. Πήγαινε και ο ίδιος να τους βοηθήσει κάποιες φορές. Από μικρός έγινε παιδί της «μουντζούρας», έπιασε δουλειά σε συνεργείο αυτοκινήτων για το μεροκάματο. Ο Βασίλης Καρράς δεν ήταν στους προνομιούχους αυτού του κόσμου. Τίποτα δεν ήρθε εύκολα. Είδε πρώτα όλες τις δύσκολες πλευρές της ζωής από τα γεννοφάσκια του κιόλας, εκεί, στο Κοκκινοχώρι Καβάλας. 

Αυτός ήταν και ο λόγος που αγαπήθηκε όσο λίγοι ο Βασίλης Καρράς. Επειδή γεννήθηκε, έζησε, πάλεψε και πέθανε σαν ένα απλό παιδί του λαού. Ποτέ δεν απαρνήθηκε αυτό που ήταν, πάντα τραγουδούσε για τους καημούς και τα βάσανα των καθημερινών ανθρώπων, όπως ένιωθε και ο ίδιος. 

Ο Καρράς ήταν αυτός που όλοι έβλεπαν στην πίστα. Ένας γλυκός, ανεπιτήδευτος, προσιτός άνθρωπος. Με το μεγάλο χάρισμα, το λαρύγγι του. Μια φωνή «βαθιά», σαν να έβγαινε μέσα από ηχείο, που άγγιζε τα σεκλέτια και τις «καψούρες» όλων των ηλικιών και γενεών. Ποιος δεν έχει τραγουδήσει σε κάποια φάση της ζωής του το «Νύχτα ξελογιάστρα» και το «Δεν πάω πουθενά»;

Οι εκδηλώσεις τιμής και λατρείας στον Βασίλη Καρρά από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι χθες, στο λαϊκό προσκύνημα, έχουν εξήγηση. Οι χιλιάδες θαυμαστές του τον ένιωθαν «δικό τους» άνθρωπο. Σαν να τον ήξεραν και να τους ήξερε. Στη Θεσσαλονίκη, από την Κυριακή παίζουν μόνο δικά του τραγούδια σε όλα τα μαγαζιά. 

«Τι εισέπραξα απ’ όλη αυτή τη διαδρομή;» αναρωτιόταν πριν από τρία χρόνια: «Πίκρα, πόνο, στεναχώρια, μεγάλες χαρές. Μόνο όταν σε βάλει στο σπίτι του ο κόσμος και σε κάνει δικό του, τότε γίνεσαι μεγάλος. Κι όσο μεγαλώνεις να είσαι πιο ταπεινός, να μην πετάς. Έχω πιάσει τον εαυτό μου να πετάει, τον πρόλαβα στο τσακ. Όταν είσαι αυτός που είσαι, όπως είσαι στην καθημερινότητά σου, κι όταν λες αλήθεια, όλα τα κερδίζεις». 

Ο δρόμος για τη μεγάλη καριέρα του δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα. Οι πρώτοι δίσκοι του χρηματοδοτήθηκαν από τον ίδιο: «Δούλευα στο συνεργείο αυτοκινήτων τις καθημερινές και σε ταβέρνες τα Σαββατοκύριακα για να πληρώνω τα έξοδα παραγωγής των δίσκων. Ακόμα και τις αφίσες μόνος μου τις κολλούσα. Δυο τρεις δουλειές έκανα για να μπορώ να βγάζω τους δίσκους μου. Η αλήθεια είναι ότι έκανα πάρα πολλές δουλειές στη ζωή μου, ήθελα να κερδίσω τη ζωή».

Στην εκτίναξη της καριέρας του δεν ξέχασε. Η ανθρωπιά του ήταν πάντα εκεί, μέχρι το τέλος. 

Το 2000, οι μαθητές του Γυμνασίου και του Λυκείου Λεχόβου, κάνοντας εράνους, προσπαθούσαν να συλλέξουν χρήματα για να βοηθήσουν τον 15χρονο Παναγιώτη από το χωριό τους να καλύψει τα έξοδα νοσηλείας του και να εγχειριστεί σε νοσοκομείο του εξωτερικού, ύστερα από σοβαρό ατύχημα που είχε με το ποδήλατό του, λόγω του οποίου υπέστη καθολική αναπηρία.

Η υπόθεση του νεαρού συγκίνησε την κοινωνία του Αμυνταίου Φλώρινας. Κάποιος από την ομάδα των εφήβων είχε την ιδέα να προτείνουν στον Βασίλη Καρρά να τραγουδήσει σε συναυλία που θα διοργανώσουν για την οικονομική ενίσχυση και τη στήριξη της νοσηλείας του νεαρού Παναγιώτη. Ο Σταύρος Μουστάκας, συμμαθητής τότε του Παναγιώτη, θυμάται: «Την πρόταση για τη συναυλία την έκανα εγώ. Του περιέγραψα την κατάσταση, τις ανάγκες που υπάρχουν και ότι σκοπός της συναυλίας είναι η συλλογή χρημάτων για να πάει ο Παναγιώτης στο εξωτερικό».

Ο Βασίλης Καρράς δέχθηκε αμέσως, δηλώνοντας ότι θα τραγουδήσει χωρίς καμιά οικονομική αποζημίωση. Η συναυλία του Βασίλη Καρρά για τον έφηβο Παναγιώτη δόθηκε το καλοκαίρι του 2000 και, μετά τις εκδηλώσεις των Πρεσπών, ήταν το γεγονός του καλοκαιριού στη δυτική Μακεδονία. Πουλήθηκαν συνολικά 10.500 εισιτήρια.

Το 2017 είχε φτάσει στο απόγειο της καριέρας του. Στη συναυλία του στο κατάμεστο Θέατρο Πέτρας αποθεώθηκε από το κοινό και έδειξε συναισθηματικά φορτισμένος. 

«Εγώ σήμερα έχω ολοκληρωθεί σαν καλλιτέχνης, σαν άνθρωπος. Αυτή η αγάπη που εισπράττω σήμερα… Μακάρι ο Θεός να μου ’δινε τη δύναμη να τη μοιράσω» είπε και ξέσπασε σε κλάματα. 

Όταν ήρθε στην Αθήνα δέχθηκε μεγάλο πόλεμο: «Αυτά που έζησα δεν γράφονται σε βιβλίο. Να φανταστείς, με ανάγκασαν να βάλω φρουρά στο σπίτι μου. Εγώ τι δουλειά έχω με τη φρουρά; Δεν πείραξα άνθρωπο στη ζωή μου για να βάλω τρεις ανθρώπους να με φυλάνε». 

Το όνειρό του, από 7 ετών, να γίνει τραγουδιστής γεννήθηκε όταν άκουσε ένα τραγούδι του μεγάλου Στέλιου Καζαντζίδη: «Γινόταν ένας γάμος στο χωριό και το έχω μάθει απέξω το τραγούδι του Στέλιου. Πήρα τη φρουτιέρα της μάνας μου και τη σπάω, τη βάζω στο δέντρο, τραβάω ένα σχοινί από τα καπνά, βάζω χορδές και φωνάζω τους φίλους μου και το τραγουδάω. Βλέπει η μητέρα μου τη φρουτιέρα σπασμένη και μου έδωσε ξύλο, αλλά όσο με βαρούσε τόσο πιο πολύ ήθελα να γίνω τραγουδιστής. Μου είχε κολλήσει η ιδέα από εκείνο το βράδυ να γίνω τραγουδιστής».

Το όνειρο του Βασίλη Καρρά έγινε πραγματικότητα. Και στο όνειρο αυτό «ταξίδεψε» μαζί με χιλιάδες ανθρώπους, που σιγοτραγούδησαν μαζί του για τα μεράκια της ζωής. 

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

Please enter your comment!
Please enter your name here

Τελευταία άρθρα

Ενα «θηρίο» με καρδιά μικρού παιδιού

Ακόμα και ο πιο φτασμένος επαγγελματίας αθλητής δεν παύει να είναι ένας σκληρά εργαζόμενος. Έστω και καλοπληρωμένος κάποιες φορές....

Η καθημερινότητα είναι πλέον ανυπόφορη

Καθώς ήδη έχει αρχίσει η εορταστική περίοδος και η κοινωνία αναζητεί εναγωνίως κάποιες αφορμές και ευκαιρίες όχι μόνο για...

Ο Χρήστος μπήκε στα παπούτσια του Στέλιου

«Παιδιά κι εμείς της προσφυγιάς με τον καημό στολίδι, όλη η περιουσία μας σκοποί του Καζαντζίδη» υμνούσε με το...

Εθνική ήττα!

Ο θλιβερός θίασος που αυτοπροσδιορίστηκε ως «ακαδημαϊκή κοινότητα» και ως «γλωσσολόγοι», ένα σύμφυρμα διδασκόντων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, με αιρετούς...