Του Πάνου Σώκου
Σε συνθήκες συρρίκνωσης της αντιπολίτευσης στο σύνολό της και παντοδυναμίας της Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη, η διάσπαση ενός κόμματος και δη εκείνου της αξιωματικής αντιπολίτευσης οδηγεί αναπόφευκτα σε περιθωριοποίηση, χωρίς πολιτική εκπροσώπηση και χωρίς καμία προοπτική ορατής μελλοντικής πρόσβασης στη διακυβέρνηση της χώρας, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, που σήμερα αποτελεί μέρος του ευρύτερου χώρου της μη δεξιάς αντιπολίτευσης και δεν περιορίζεται απαραίτητα στα όρια της λεγόμενης ανανεωτικής ή και ριζοσπαστικής Αριστεράς. Και δεν περιορίζεται απαραίτητα σε αυτά τα όρια, γιατί ποτέ στην Ελλάδα ο χώρος αυτός δεν ήταν πλειοψηφικός, αλλά η δεκαετία της οικονομικής κρίσης οδήγησε σε μια συσπείρωση γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων με διαφορετικές πολιτικές καταβολές, με αποτέλεσμα την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση την περίοδο 2015-2019. Σε αυτό φυσικά συνέβαλε τα μέγιστα και ο καταποντισμός του ΠΑΣΟΚ.
Σήμερα, σχεδόν εννιά χρόνια μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ του 2015, αποδεικνύεται ότι το κόμμα αυτό ποτέ δεν μπόρεσε τελικά να αποκτήσει χαρακτηριστικά παράταξης και να κρατήσει συσπειρωμένο στις τάξεις του την πολιτική και κοινωνική συμμαχία που το ανέδειξε στην εξουσία. Ταυτόχρονα το ΠΑΣΟΚ αδυνατεί ακόμα να εμπνεύσει και να ξανακερδίσει την εκλογική βάση που είχε έως το 2009, με αποτέλεσμα ο πόλος εξουσίας που εκφραζόταν μέχρι τότε με το ΠΑΣΟΚ και μετά με τον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα να μην υπάρχει και να παρατηρείται πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία του τόπου μετά τον πόλεμο ένα κενό ουσιαστικής πολιτικής εκπροσώπησης με κυβερνητική προοπτική για το άλλο μισό του λαού… Κι αυτό γιατί μια διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, σε συνδυασμό με την αναιμική παρουσία και αργή ανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ, απομακρύνει για τον χώρο στον οποίο αναφερόμαστε την απόκτηση κυβερνητικής εξουσίας βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα.
Το ερώτημα βεβαίως είναι πού στεγάζεται πολιτικά σήμερα όλος αυτός ο κόσμος. Η απάντηση ότι βρήκε καταφύγιο, έστω πρόσκαιρο, στη Ν.Δ. δεν είναι ακριβής, όσο κι αν οι έρευνες δείχνουν πως ένα ποσοστό ψήφισε τη Ν.Δ. Η αλήθεια βρίσκεται στην αποχή και στα αυξημένα ποσοστά της που τροφοδοτήθηκαν κυρίως από ψηφοφόρους αυτού του μη δεξιού χώρου, οι οποίοι, απογοητευμένοι από το γεγονός ότι δεν υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης που να μπορέσει να τους εμπνεύσει, μένουν αμέτοχοι, αρνούμενοι όμως να στεγαστούν και στη Ν.Δ.
Αυτό αποδεικνύεται και από το στοιχείο των δημοσκοπήσεων, σύμφωνα με το οποίο οι διαρροές από τον ΣΥΡΙΖΑ τούτη τη μετεκλογική περίοδο δεν κατευθύνονται στη Ν.Δ. Αυτό σημαίνει ότι το αντικυβερνητικό μέτωπο υπάρχει, αλλά δεν έχει κομματική στέγη και βρίσκεται πολιτικά αμέτοχο και ανενεργό ή αναζητεί κομματική διέξοδο σε μικρότερα κόμματα του μη δεξιού χώρου. Όμως αυτή η πανσπερμία που δημιουργείται δεν μπορεί αντικειμενικά να αναπτύξει με αποτελεσματικό τρόπο την κυβερνητική δυναμική που θα μπορούσε να αναπτύξει ένας ενιαίος και ισχυρός πολιτικός φορέας.
Το ερώτημα πλέον είναι πότε και πώς θα προκύψει αυτός ο ενιαίος ισχυρός φορέας; Θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη, που οδεύει σε διάσπαση; Θα είναι το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, που περιμένει να επωφεληθεί από την αποδιοργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ για να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη; Το βέβαιο είναι ότι τούτη τη στιγμή κανένα από αυτά τα δύο κόμματα δεν μπορεί να εμπνεύσει τους απογοητευμένους ψηφοφόρους του μη δεξιού χώρου, γιατί παραμένουν εγκλωβισμένα σε παραλυτικές εσωκομματικές ισορροπίες, δεν έχουν πολιτική πρόταση και έχουν σαφέστατο έλλειμμα ηγεσίας. Το χειρότερο όλων είναι ότι δεν φαίνεται για την ώρα μία προοπτική για το μέλλον. Η ήττα δεν είναι στρατηγική μόνο για την Αριστερά, αλλά για ολόκληρο τον μη δεξιό χώρο. Αυτή είναι η αλήθεια.