Στον Κάμπο πνίγηκε ο μεγαλύτερος πλουτοπαραγωγικός πνεύμονας της χώρας. Περίπου το 5,5% του ΑΕΠ χάθηκε από τον «Daniel» και τα επικοινωνιακά κόλπα της κυβέρνησης δεν αρκούν
Του Νίκου Γ. Μερτζάνη
Αυτό που έχει συμβεί στη Θεσσαλία ξεφεύγει από τις συνηθισμένες νόρμες μιας φυσικής καταστροφής, σαν κι αυτές που αντιμετωπίζει τουλάχιστον η συγκεκριμένη κυβέρνηση με όρους επικοινωνίας και ελάχιστα χρήματα.
Η Ελλάδα έχασε, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, τον μεγαλύτερο πλουτοπαραγωγικό της πνεύμονα. Έχουν αναλυθεί και έχουν δημοσιοποιηθεί τις τελευταίες ημέρες οι ζημιές που έχει υποστεί η χώρα μας. Τι ακριβώς χάνεται όσον αφορά το ζωικό κεφάλαιο, όσον αφορά τις καλλιέργειες, τις επιχειρήσεις, την οικονομική ζωή του τόπου. Περίπου το 5,5% του ΑΕΠ χάθηκε από τον «Daniel». Σε όλα αυτά δεν περιλαμβάνονται οι καταστροφές σε σπίτια και φυσικά δεν μπορεί αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή να εκτιμηθεί τι θα συμβεί στη Θεσσαλία τα επόμενα χρόνια. Αν, δηλαδή, θα υπάρξει εσωτερική μετανάστευση σε τέτοιο βαθμό, που σίγουρα θα χαθούν κάποιοι παραγωγικοί τομείς για πάντα. Τόσο σοβαρή και τόσο κρίσιμη είναι η επόμενη ημέρα της κακοκαιρίας «Daniel». Όπως γίνεται κατανοητό, τέτοιου είδους σοβαρή πληγή στην οικονομία της Ελλάδας, που θα επηρεάσει τις επόμενες γενιές, πρέπει να αντιμετωπιστεί αναλόγως από την κυβέρνηση, η οποία έχει, μάλιστα, ισχυρή και πρόσφατη λαϊκή εντολή. Αν δεν αντιμετωπιστούν με σωστό τρόπο οι συνέπειες από τις καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία, η πληγή θα είναι μόνιμη και το μέλλον δυσοίωνο.
Οι πρώτες κινήσεις της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη δεν μας γεμίζουν με αισιοδοξία. Οι κινήσεις προς τους εταίρους μας στην Ε.Ε., που έπρεπε να γίνουν από την πρώτη στιγμή της επέλασης της κακοκαιρίας, δεν έγιναν. Η Ελλάδα δεν ακολούθησε τον δρόμο της Σλοβενίας στην καταγραφή και στην άμεση ενημέρωση της Ε.Ε. για το μέγεθος της καταστροφής, αλλά και για τα χρήματα που θα χρειαστούν για την αποκατάστασή της.
Αντιθέτως, μαζί με τα χωριά στη Θεσσαλία πνίγηκε και το επιτελικό κράτος. Η ασυνεννοησία και τα καρφώματα μεταξύ των υπουργών, που προσπαθούν πρώτα απ’ όλα να αποσείσουν τις ευθύνες τους και μετά, αν έχουν χρόνο από την αγωνιώδη προσπάθειά τους, να κάνουν και τη δουλειά τους, δεν είναι και το καλύτερο δείγμα γραφής ότι η Θεσσαλία θα ξαναβρεί όλα όσα έχασε.
Η καταστροφή δεν αφορά μόνο μια περιφέρεια της Ελλάδας, αλλά θα επηρεάσει όλους τους Έλληνες, με πολλούς και διάφορους τρόπους, άρα θα χρειαστεί ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, το οποίο δεν μπορεί να το φέρει εις πέρας μια περιφέρεια μόνη της, όταν μάλιστα έχει αποδειχθεί στην πράξη, για παράδειγμα μετά την καταστροφή του «Ιανού», ότι δεν έχει ούτε την ικανότητα ούτε και τα εργαλεία για να το κάνει.
Τα κονδύλια που θα απαιτηθούν για να επανέλθει η χώρα στην πρότερη κατάσταση, γιατί για τη χώρα μιλάμε πλέον και όχι μόνο για τη Θεσσαλία, είναι τεράστια. Φυσικά τα χρήματα που εξασφάλισε ο πρωθυπουργός από την Ε.Ε. ούτε κατά διάνοια δεν είναι αρκετά για την πλήρη αποκατάσταση στη Θεσσαλία. Οι τυμπανοκρουσίες για μεγάλη επιτυχία και τα μεγάλα λόγια, περί άμεσης βοήθειας της Ευρώπης προς την Ελλάδα, καλό θα ήταν στη συγκεκριμένη περίπτωση να είχαν αποφευχθεί.
Τα χρήματα από την Ευρώπη είναι από αυτά που δεν έχει καταφέρει να απορροφήσει η Ελλάδα και δεν θα εκταμιευτούν μέσα στο 2023, αλλά σε βάθος χρόνου μέχρι το 2027. Δεν είναι για πανηγύρια αυτή η εξέλιξη, αλλά για κλάματα, καθώς οι ανάγκες δεν καλύπτονται και ο χειμώνας είναι μπροστά μας.
Είναι μάλλον η πρώτη φορά στην τελευταία τετραετία που η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα κληθεί να ξεπεράσει ένα εμπόδιο, το οποίο δεν μπορεί να το καλύψει η υπεροπλία που έχει στην επικοινωνία.