Του Ανδρέα Καψαμπέλη
Τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη ακουμπούν οι συνέπειες από το νέο μαζικό έγκλημα που αυτή τη φορά συντελέστηκε στον θεσσαλικό κάμπο με τους δεκάδες, ήδη, νεκρούς στις πλημμυρισμένες περιοχές. Η τραγωδία αυτή, που ισοδυναμεί, όπως φαίνεται, με το Μάτι -και ενδεχομένως ακόμη χειρότερα-, της Ν.Δ. έρχεται σε συνέχεια της αποτυχημένης διαχείρισης και όλων των προηγούμενων κρίσεων από το πολυδιαφημισμένο επιτελικό κράτος, που ωστόσο έχει βουλιάξει για τα καλά.
Εκτός από το αναμάσημα διάφορων, ως συνήθως, δικαιολογιών, το Μέγαρο Μαξίμου έχει δρομολογήσει και την αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων στα πρόσωπα των αρμοδίων και γενικότερα των εμπλεκόμενων κυβερνητικών στελεχών με όλες αυτές τις πρόσφατες υποθέσεις. Τα σενάρια ενός άμεσου ανασχηματισμού πυροδοτήθηκαν εντόνως μάλιστα τα προηγούμενα εικοσιτετράωρα, σε μια προσπάθεια να μετακυλιστούν οι ευθύνες από τον «ανεύθυνο» κ. Μητσοτάκη αυτή τη φορά προς τους «υπεύθυνους» υπουργούς, τους οποίους όμως κάλυπτε πεισματικά έως τώρα. Κάπως έτσι το νέο επικοινωνιακό αφήγημα που επιχειρείται να στηθεί προκειμένου να παραμείνει ο πρωθυπουργός στο απυρόβλητο, θέλει τον κ. Μητσοτάκη -την ώρα που θεωρείται πολιτικό κεφάλαιο εντός και εκτός συνόρων- να περιστοιχίζεται από «ανεπαρκείς» υπουργούς, στους οποίους χρεώνονται αποκλειστικά οι αποτυχίες…
Ενδεικτικό της σύγχυσης που απλώνεται πάντως στο κυβερνητικό μέγαρο είναι ότι γρήγορα ακολούθησαν «δεύτερες σκέψεις» να μη ληφθούν εν θερμώ αποφάσεις για την αντικατάσταση υπουργών και τις αλλαγές στα πόστα αιχμής. Ίσως επειδή, όπως λέγουν ορισμένοι, κάτι τέτοιο θα είχε περιορισμένο επικοινωνιακό αντίκτυπο στην παρούσα φάση. Αλλά κι αυτό το μπρος πίσω υποκρύπτει περισσότερο ένα νέο αδιέξοδο, καθώς ολοένα και περισσότεροι συνειδητοποιούν ότι το πρόβλημα για την κυβέρνηση δεν περιορίζεται πλέον σε κάποια πρόσωπα και στην ανάγκη απομάκρυνσής τους.
Καταρχάς από πλευράς οργάνωσης το πρωθυπουργικό επιτελείο τελεί υπό συνθήκες πραγματικής διάλυσης και αποσύνθεσης, η οποία τις τελευταίες ώρες, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει επιδεινωθεί σε πολύ επικίνδυνο βαθμό. Από το εσωτερικό του Μεγάρου Μαξίμου μάλιστα μεταφέρεται η εικόνα χάους και ουσιαστικής ανυπαρξίας κυβερνητικού κέντρου. Αυτό που σίγουρα δεν υπάρχει -παρά τις βαρύγδουπες εξαγγελίες και τα περίφημα σχέδια επί χάρτου και τους «μπλε φακέλους»- είναι οποιοσδήποτε σοβαρός και επαρκής συντονισμός, κάτι που επιβεβαιώνει ότι το πρόβλημα ξεκινάει από το «κεφάλι». Και μάλιστα ο απολογισμός του διμήνου με τους υπουργούς Επικρατείας Στ. Παπασταύρου και Ακη Σκέρτσο που ανέλαβαν εν ονόματι του κ. Μητσοτάκη συντονιστικά καθήκοντα κρίνεται από όλους τραγικός, ενώ ο τρίτος του επιτελείου αυτού, ο Γ. Μπρατάκος, θεωρείται εντελώς διακοσμητικός.
Η κατάσταση αυτή μπορεί να έφτασε στο απροχώρητο την τελευταία εβδομάδα, αλλά δεν είναι και τόσο πρόσφατη. Ο εκλογικός θρίαμβος τον Ιούνιο και η κονιορτοποίηση της αντιπολίτευσης συγκάλυψαν τις ανεπάρκειες και τα κενά της προηγούμενης κυβερνητικής θητείας και ιδιαίτερα της τελευταίας περιόδου.
Μάλιστα το 40,5% και οι 23 μονάδες διαφορά από το δεύτερο κόμμα φάνηκε να λειτουργούν ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ και ταυτόχρονα ως λευκή επιταγή για την επόμενη ημέρα της εκλογικής και πολιτικής παντοδυναμίας. Αυτό αποδείχθηκε όμως η μεγαλύτερη και πιο καταστροφική παγίδα στην οποία οδήγησε τον εαυτό του ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης.
Αν και ο πρωθυπουργός κομπορρημονούσε στην αρχή ότι «θα είμαστε και η αντιπολίτευση του εαυτού μας», δεσμευόμενος για «σκληρή δουλειά και καμία έπαρση», στους σχεδόν δυόμισι μήνες που έχουν μεσολαβήσει αποδείχθηκε το εντελώς αντίθετο. Η οίηση και η αλαζονεία αυξήθηκαν στη νιοστή, η επικοινωνία κατίσχυσε πολύ περισσότερο της ουσίας, ο καθεστωτισμός έδειξε ακόμη σκληρότερο πρόσωπο και το πολυάριθμο υπουργικό συμβούλιο σχηματίστηκε κομμένο και ραμμένο εντελώς στα «στενά» μέτρα του κ. Μητσοτάκη, στο πλαίσιο και της ιδεολογικοπολιτικής μετάλλαξης της Ν.Δ., χωρίς καν τις ελάχιστες ισορροπίες που είχαν τηρηθεί κατά το διάστημα 2019-2023. Παράλληλα, η συνεχής επιδοματική πολιτική με τα αλλεπάλληλα pass, εν μέσω οικονομικής πίεσης και αβεβαιότητας της κοινωνίας, αφού προηγήθηκαν τα ολοκληρωτικού τύπου lockdowns με αφορμή την πανδημία του κορονοϊού, δημιούργησαν την ψευδαίσθηση μιας παγιοποιημένης «εξαγοράς» του εκλογικού σώματος.
Όλα αυτά και κυρίως το αποτέλεσμα της κάλπης επέτρεψαν να επισκιαστεί το γεγονός ότι τελικά, κατά την πρώτη τετραετία, τα έργα ήταν πολύ λιγότερα από τα λόγια. Την αμέσως επόμενη κιόλας ημέρα των εκλογών οι νέες κρίσεις με τις πυρκαγιές, και ειδικά τις τελευταίες στον Έβρο και την Πάρνηθα, τις εκρήξεις σε αποθήκες πυρομαχικών των Ενόπλων Δυνάμεων, τη δολοφονία του 29χρονου στη Νέα Φιλαδέλφεια από τους Κροάτες χούλιγκαν που διέσχισαν ανενόχλητοι όλη την Ελλάδα, αλλά και την εγκληματική απώθηση του 36χρονου στο λιμάνι του Πειραιά και αμέσως μετά την τραγωδία στη Θεσσαλία είχαν ως αποτέλεσμα να σκάσει με κρότο η επικοινωνιακή φούσκα.
Η ένδεια του ελληνικού κράτους σε μέσα, δομές, λειτουργούς και πόρους ήρθε πάλι στην επιφάνεια, αλλά ταυτόχρονα αποδείχθηκε και η παταγώδης αποτυχία του «επιτελικού κράτους» του κ. Μητσοτάκη επί τέσσερα χρόνια στον τομέα αυτόν, σε απόλυτο συνδυασμό με τα άλλα προβλήματα στην καθημερινότητα, την υγεία, την ακρίβεια, την ενέργεια και τις υπηρεσίες.
Το πολιτικό προσωπικό που -και μετά τις εκλογές- ανέλαβε τη διαχείριση όλων αυτών αποτελεί προσωπική επιλογή του κ. Μητσοτάκη. Κατά συνέπεια, ακόμη και ανασχηματισμός να γίνει, η αποτυχία αντανακλάται στο πρόσωπο του ίδιου του πρωθυπουργού, ο οποίος -αφότου μηδενίστηκε το κοντέρ στις 25 Ιουνίου- δεν έχει πλέον κανένα άλλοθι. Γι’ αυτό και η φθορά πλέον είναι όλη η δική του, όπως φαίνεται και από τις τάσεις της προϊούσας αμφισβήτησης, που σε επίπεδο κριτικής προς το πρόσωπό του εκδηλώνεται πια και από το εσωτερικό της Ν.Δ.
Ποια τα σενάρια για τις πολιτικές εξελίξεις
Εκτός από τις δημόσιες αιχμές, μάλιστα, πίσω από τις κλειστές πόρτες ακούγονται και βαρύτερες εκφράσεις, όπως ότι «το 40,5% μέσα σε δυόμισι μήνες έγινε κουρέλι», ενώ όλοι τελούν εν αναμονή των πρωτοβουλιών που θα πάρει ο κ. Μητσοτάκης.
Ορισμένες πληροφορίες αναφέρουν ότι θα περιμένει και το αποτέλεσμα των αυτοδιοικητικών εκλογών για να έχει πλήρη εικόνα. Από την άλλη πλευρά όμως, ύστερα και από τα δραματικά γεγονότα στη Θεσσαλία, υπάρχει ο φόβος ότι στον μήνα που μεσολαβεί οι πολιτικές εξελίξεις μπορεί να αποδειχθούν αρκετά πυκνές και απρόβλεπτες. Άλλοι, πάλι, θεωρούν ότι ανάλογα με το τι θα βγάλουν οι κάλπες του Οκτωβρίου -και ως προμήνυμα για τις ευρωεκλογές-, δεν αποκλείεται να ενεργοποιηθούν και άλλα σενάρια, εφόσον διαπιστωθεί ότι η κυβέρνηση και προσωπικά ο κ. Μητσοτάκης έχουν υποστεί ραγδαία αποδυνάμωση και τεράστια απονομιμοποίηση.
Δεν είναι μάλιστα τυχαίο ότι τις τελευταίες ώρες άρχισε να αναζωπυρώνεται παρασκηνιακώς -στον απόηχο και όσων είπε ο Αρης Πορτοσάλτε μέσω του Σκάι για την ενασχόληση του πρωθυπουργού περισσότερο με τα διεθνή θέματα και για το «αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί εν τέλει να δώσει λύσεις για την ανασυγκρότηση του κράτους»- και το σενάριο μετάβασης του κ. Μητσοτάκη στο αξίωμα του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όταν λήξει, στα τέλη του 2024, η θητεία του Σαρλ Μισέλ. Το εύλογο ερώτημα που θέτουν βέβαια πολλοί είναι αν ο κ. Μητσοτάκης, έχοντας δεχτεί από τα πρώτα κιόλας λεπτά του νέου «αγώνα» τόσα «γκολ», θα… αντέξει -όσο κι αν ηχεί παράδοξο- ακόμη έναν ολόκληρο χρόνο χωρίς να καταρρεύσει πλήρως…