Πρόσκαιρη η ανθεκτικότητα της Ρωσίας – Κινδυνεύει με “οικονομική λήθη”, προειδοποιούν οι οικονομολόγοι

Η ανθεκτικότητα που εμφανίζει η οικονομία της Ρωσίας στις κυρώσεις της Δύσης, ως απόρροια της εισβολής της στην Ουκρανία, είναι πρόσκαιρη εκτιμούν πολλοί οικονομολόγοι, προειδοποιώντας ότι η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με “οικονομική λήθη”.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο την προηγούμενη εβδομάδα αναθεώρησε επί τα βελτίω τις προβλέψεις του για το ΑΕΠ της Ρωσίας το 2022, κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες, εκτιμώντας ότι η ρωσική οικονομία θα συρρικνωθεί τελικά φέτος κατά 6% αντί για 8,5% που ανέμενε προηγουμένως. Σύμφωνα με το Ταμείο, η ρωσική οικονομία φαίνεται πιο ανθεκτική στις οικονομικές κυρώσεις από ό,τι αναμενόταν.

Η δε Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας εξέπληξε τις αγορές στα τέλη Ιουλίου, μειώνοντας το βασικό της επιτόκιο στο 8%, ήτοι χαμηλότερα από το επίπεδο που βρισκόταν πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία, επικαλούμενη την άμβλυνση του πληθωρισμού, το ισχυρό νόμισμα και τον κίνδυνο ύφεσης.

Επίσης, το ρούβλι ανέκαμψε δυναμικά από την ιστορική “βουτιά” που κατέγραψε αμέσως μετά την εισβολή στην Ουκρανία, με το ρωσικό νόμισμα μάλιστα να εμφανίζει την καλύτερη επίδοση στην παγκόσμια αγορά συναλλάγματος φέτος, σιγοντάροντας τους ισχυρισμούς του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν ότι οι κυρώσεις της Δύσης απέτυχαν να εκπληρώσουν τους στόχους τους.

Εν τω μεταξύ, η Ρωσία συνέχισε να εξάγει ενέργεια και άλλα εμπορεύματα, εκμεταλλευόμενη κυρίως την εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Ωστόσο, παρά τις εξελίξεις αυτές, όπως επισημαίνει το CNBC, πολλοί οικονομολόγοι εκτιμούν ότι μακρόθεσμα το πλήγμα για τη ρωσική οικονομία θα είναι ισχυρό, λόγω της εξόδου των ξένων επιχειρήσεων από τη χώρα -που θα πλήξει την παραγωγική ικανότητα και θα προκαλέσει “brain drain”- αλλά και της απώλειας σημαντικών αγορών πετρελαίου και φυσικού αερίου, όπως και της μειωμένης πλέον πρόσβασης σε κρίσιμες τεχνολογίες.

Ο Ian Bremmer, πρόεδρος του Eurasia Group, δήλωσε στο CNBC τη Δευτέρα ότι αν και οι βραχυπρόθεσμες αναταράξεις από τις κυρώσεις της Δύσης είναι ηπιότερες από ό,τι αρχικά αναμενόταν, η πραγματική πρόκληση εκτείνεται πέραν του 2022.

“Μη δημοσιευμένα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η μεταφορά παραγωγικών δραστηριοτήτων εντείνεται καθώς τα αποθέματα εξαντλούνται και η έλλειψη ανταλλακτικών από το εξωτερικό προκαλεί προβλήματα”, επισημαίνει ο Bremmer. 

Πιο συγκεκριμένα, ο Bremmer τονίζει ότι όσο οι κυρώσεις της Δύσης εντείνονται και η λαϊκή δυσαρέσκεια αυξάνεται, οι Ρώσοι με ανώτερη εκπαίδευση εγκαταλείπουν τη χώρα, υπογραμμίζοντας το ουσιαστικό πλήγμα που επιφέρουν οι εμπορικές κυρώσεις σε ευαίσθητες τεχνολογίες αλλά και “τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους, που υπονομεύουν την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη”.

“Το brain drain οδηγεί σε άμεση μείωση του πληθυσμού που βρίσκεται σε ηλικία εργασίας, ιδιαίτερα των εργαζομένων υψηλής παραγωγικότητας, μειώνοντας το ΑΕΠ”, εξηγεί ο πρόεδρος του Eurasia Group και προσθέτει: “Επηρεάζει συνολικά την παραγωγικότητα, περιορίζει την καινοτομία και πλήττει τη συνολική εμπιστοσύνη στην οικονομία, μειώνοντας τις επενδύσεις και τις αποταμιεύσεις”.

Στο πλαίσιο αυτό, το Eurasia Group προβλέπει μια διαρκή, μακροπρόθεσμη πτώση της οικονομικής δραστηριότητα η οποία θα οδηγήσει τελικά σε συρρίκνωση του ρωσικού ΑΕΠ κατά 30%-50% σε σχέση με το προ του πολέμου στην Ουκρανία επίπεδο.

“Καταστροφικό πλήγμα”

Σε ανάλογο μήκος κύματος κινείται και έκθεση του Πανεπιστημίου του Γέιλ που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο, η οποία αναλύει δεδομένα υψηλής συχνότητας καταναλωτικών, εμπορικών και ναυτιλιακών συναλλαγών, τα οποία σύμφωνα με τον συγγραφέα της μελέτης δίνουν μια πιο αληθινή εικόνα από αυτήν που παρουσιάζει το Κρεμλίνο.

Σύμφωνα με την εν λόγω έκθεση, οι ισχυρισμοί ότι η οικονομία της Ρωσίας καταφέρνει να επιβιώσει των κυρώσεων είναι υπερβολικά εξωραϊστικοί. 

Η μελέτη επισημαίνει ότι οι διεθνείς κυρώσεις και η έξοδος περισσότερων των 1.000 πολυεθνικών επιχειρήσεων από τη Ρωσία επιφέρει “καταστροφικό πλήγμα” στην οικονομία της χώρας.

“Η στρατηγική θέση της Ρωσίας ως εξαγωγέας εμπορευμάτων έχει επιδεινωθεί αμετάκλητα, καθώς αντιμετωπίζει πλέον από θέση αδυναμίας την απώλεια των παλαιών βασικών αγορών της και αντιμετωπίζει έντονες προκλήσεις πραγματοποιώντας μια ‘στροφή προς την Ασία’ με μη ανταλλάξιμες εξαγωγές όπως το φυσικό αέριο”, αναφέρει η έκθεση του Γέιλ.

Προσθέτει δε ότι οι ρωσικές έχουν “σε μεγάλο βαθμό καταρρεύσει”, με τη Μόσχα να αντιμετωπίζει πλέον προκλήσεις όσον αφορά τη διασφάλιση εισροών, ανταλλακτικών και τεχνολογίας από ολοένα και πιο δυσαρεστημένους εμπορικούς εταίρους και ως αποτέλεσμα βιώνει εκτεταμένες ελλείψεις σε επίπεδο εφοδιασμού.

“Παρά τις αυταπάτες του Πούτιν περί αυτάρκειας και υποκατάστασης των εισαγωγών, η ρωσική εγχώρια παραγωγή έχει παγώσει εντελώς καθώς δεν έχει τη δυνατότητα να αντικαταστήσει τις επιχειρήσεις, τα προϊόντα και το ταλέντο που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα. Η απώλεια εγχώριας καινοτομίας και παραγωγικής βάσης έχει οδηγήσει σε εκτίναξη των τιμών και σε δυσαρέσκεια των καταναλωτών”, επισημαίνει ακόμη η έκθεση του πανεπιστημίου.

“Ως αποτέλεσμα της επιχειρηματικής ‘υποχώρησης’, η Ρωσία έχασε εταιρείες που αντιπροσωπεύουν περίπου το 40% του ΑΕΠ της, αντιστρέφοντας μια πορεία ξένων επενδύσεων σχεδόν τριών δεκαετιών και ενισχύοντας την άνευ προηγουμένου ταυτόχρονη φυγή κεφαλαίων και πληθυσμού, σε μια μαζική έξοδο οικονομικής βάσης”, καταλήγει η έκθεση του Γέιλ. 

Καμία διέξοδος από την “οικονομική λήθη”

Η φαινομενική ανθεκτικότητα της ρωσικής οικονομίας και η ανάκαμψη του ρουβλίου αποδίδονται σε μεγάλο βαθμό στην εκτίναξη των τιμών της ενέργειας και τους αυστηρούς ελέγχους κεφαλαίων -που εφήρμοσε το Κρεμλίνο προκειμένου να περιορίσει τις εκροές ξένου συναλλάγματος από τη χώρα- παράλληλα με τους περιορισμούς στις ρωσικές εισαγωγές.

Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου στον κόσμο και ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου, και ως εκ τούτο το πλήγμα στο ΑΕΠ από τον πόλεμο και τις επακόλουθες κυρώσεις της Δύσης έχει αμβλυνθεί από τις υψηλές τιμές της ενέργειας και τη συνεχιζόμενη εξάρτηση της Ευρώπης, προς το παρόν, από τον ρωσικό ενεργειακό τομέα.

Η Ρωσία έχει πλέον χαλαρώσει ορισμένους από τους ελέγχους κεφαλαίων και έχει μειώσει τα επιτόκιά της σε μια προσπάθεια να αποδυναμώσει το ρούβλι και να ενισχύσει τα δημοσιονομικά της μεγέθη.

“Ο Πούτιν καταφεύγει σε μια καταφανώς μη βιώσιμη δημοσιονομική και νομισματική παρέμβαση για να εξομαλύνει αυτές τις διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες, η οποία έχει ως αποτέλεσμα ο κρατικός προϋπολογισμός να εμφανίσει έλλειμμα για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια και εξανεμίζει τα συναλλαγματικά αποθέματα παρά τις υψηλές τιμές της ενέργειας – και τα οικονομικά του Κρεμλίνου βρίσκονται σε πολύ πιο δεινή κατάσταση από ό,τι θεωρείται”, σημειώνουν οι οικονομολόγοι του Γέιλ.

Επισημαίνουν επίσης ότι οι εγχώριες χρηματοπιστωτικές αγορές της Ρωσίας εμφανίζουν τις χειρότερες επιδόσεις στον κόσμο μέχρι στιγμής φέτος, παρά τους αυστηρούς ελέγχους κεφαλαίων, με τους επενδυτές να προεξοφλούν “τη διαρκή, επίμονη αδυναμία της οικονομίας λόγω του περιορισμού της ρευστότητας και των πιστώσεων”, αλλά και του εξοστρακισμού της Ρωσίας από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές.

“Κοιτάζοντας μπροστά, δεν υπάρχει διέξοδος από την οικονομική λήθη για τη Ρωσία όσο οι συμμαχικές χώρες παραμένουν ενωμένες όσον αφορά τη διατήρηση και την αύξηση των πιέσεων σε βάρος της Μόσχας”, σημειώνει η έκθεση του Γέιλ.

“Τα ηττοπαθή πρωτοσέλιδα ότι η οικονομία της Ρωσίας έχει ανακάμψει απλώς δεν τεκμηριώνονται – τα στοιχεία δείχνουν ότι σε κάθε επίπεδο η ρωσική οικονομία κλυδωνίζεται και δεν είναι τώρα η ώρα να βάλουμε φρένο”, καταλήγουν οι οικονομολόγοι του πανεπιστημίου.

Πηγή: capital.gr

Leave a Reply

Your email address will not be published.